shake: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Γραμμή 16: Γραμμή 16:
#: {{eg}} ''The earth '''shook''' under our feet''
#: {{eg}} ''The earth '''shook''' under our feet''
#:: Η γη '''έτρεμε''' κάτω από τα πόδια μας
#:: Η γη '''έτρεμε''' κάτω από τα πόδια μας
# [[τρέμω]] από κρύο
#: {{συνών}} [[shiver]], [[shudder]]
#: {{eg}} ''He did not have his coat and '''shook''' from the cold''
#:: Δεν είχε το παλτό του και '''τρέμω''' από κρύο
# κάνουμε [[χειραψία]]
# κάνουμε [[χειραψία]]
#: {{eg}} ''She refused to '''shake''' hands with her teammate''
#: {{eg}} ''She refused to '''shake''' hands with her teammate''

Αναθεώρηση της 05:57, 30 Σεπτεμβρίου 2022

Ουσιαστικό

      ενικός         πληθυντικός  
shake shakes

shake (en)

  1. το μιλκσέικ
     συνώνυμα: milkshake

Ρήμα

ενεστώτας shake
γ΄ ενικό ενεστώτα shakes
αόριστος shook
παθητική μετοχή shaken
ενεργητική μετοχή shaking
αγγλικά ανώμαλα ρήματα

shake (en)

  1. κουνώ, τρέμω, τρεμουλιάζω
     συνώνυμα: tremble, quake
    The wooden stairs were old and shook when I went up them
    Η ξύλινη σκάλα ήταν παλιά και κούναγε όταν την ανέβαινα
    The earth shook under our feet
    Η γη έτρεμε κάτω από τα πόδια μας
  2. τρέμω από κρύο
     συνώνυμα: shiver, shudder
    He did not have his coat and shook from the cold
    Δεν είχε το παλτό του και τρέμω από κρύο
  3. κάνουμε χειραψία
    She refused to shake hands with her teammate
    Αυτή αρνήθηκε να κάνει χειραψία με συμπαίκτριά της
  4. συνταράζω, προκαλώ σε κάποιον πολύ μεγάλη ψυχική ταραχή
    The news shook us
    Mας συντάραξε η είδηση