instituto
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)
Ετυμολογία
Ουσιαστικό
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | instituto | institutoj |
αιτιατική | instituton | institutojn |
instituto (eo)
- το ινστιτούτο
- pedagogia instituto - παιδαγωγικό ινστιτούτο