Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ανάκτορο Σαρλότενμπουργκ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ανάκτορο Σαρλότενμπουργκ
Schloss Charlottenburg
Χάρτης
Είδοςσατώ[1], θερινή κατοικία και μουσείο
Αρχιτεκτονικήμπαρόκ αρχιτεκτονική, Ροκοκό και νεοκλασική αρχιτεκτονική
ΔιεύθυνσηSpandauer Damm 10-22, 14059 Berlin[2]
Γεωγραφικές συντεταγμένες52°31′16″N 13°17′45″E
Διοικητική υπαγωγήΣαρλότενμπουργκ-Βίλμερσντορφ και Βερολίνο[2]
ΤοποθεσίαGardens of Charlottenburg Palace
ΧώραΓερμανία[3][2]
Έναρξη κατασκευής1791
ΈνοικοιΟίκος του Χοεντσόλερν
ΙδιοκτήτηςPrussian Palaces and Gardens Foundation Berlin-Brandenburg
ΔιαχειριστήςΟίκος του Χοεντσόλερν
ΑρχιτέκτοναςJohann Arnold Nering, Johann Friedrich Eosander von Göthe, Γκέοργκ Βέντσεσλαους φον Κνόμπελσντορφ και Καρλ Γκότχαρτ Λάνχανς
ΧρηματοδότηςΣοφία Καρλότα του Αννόβερου
Προστασίαcultural heritage ensemble
Ιστότοπος
Επίσημος ιστότοπος
Commons page Πολυμέσα

Το Κάστρο-Ανάκτορο Σαρλότενμπουργκ (Schloss Charlottenburg) είναι ένα μπαρόκ ανάκτορο στο Βερολίνο, που βρίσκεται στο Σαρλότενμπουργκ, μια συνοικία του δήμου Σαρλότενμπουργκ-Βίμερσντορφ.

Το ανάκτορο κτίστηκε στα τέλη του 17ου αι. και επεκτάθηκε πολύ κατά τον 18ο αι. Περιλαμβάνει πολύ πλούσια εσωτερική διακόσμηση σε στυλ μπαρόκ και ροκοκό. Ένας μεγάλος επίσημος κήπος που περιβάλλεται από δάση, προστέθηκε πίσω από το ανάκτορο, που περιελαμβάνει ένα πανόραμα (belvedere), ένα μαυσωλείο, ένα θέατρο και ένα περίπτερο. Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, το ανάκτορο υπέστη σοβαρές ζημιές, αλλά έκτοτε έχει ανακατασκευαστεί. Το ανάκτορο με τους κήπους του είναι ένα σημαντικό τουριστικό αξιοθέατο.

Άγαλμα του Φρειδερίκου-Γουλιέλμου του μεγάλου εκλέκτορα (der große kurfürst) του Βρανδεμβούργου στην Αυλή των Τιμών (cour d'honneur) του ανακτόρου.
Η ιστορία των κτιρίων του ανακτόρου Σαρλότενμπουργκ [4].

Το αρχικό ανάκτορο παραγγέλθηκε από τη Σοφία-Σαρλότα του Ανοβέρου, σύζυγο του Φρειδερίκου Α΄, εκλέκτορα του Βραδεμβούργου στο τότε χωριό Λήτσοβ (Lietzow). Με το όνομα Λήτσενμπουργκ (Lietzenburg), το ανάλτορο σχεδιάστηκε από τον Γιόχαν-Άρνολντ Νέρινγκ σε στυλ μπαρόκ. Αποτελείτο από μια πτέρυγα και είχε 2 12 ορόφους με κεντρικό τρούλο. Η πρόσοψη ήταν διακοσμημένη με κορινθιακούς ψευδοκίονες (pilasters). Στην κορυφή υπήρχε ένα γείσο, στο οποίο υπήρχαν αγάλματα. Στο πίσω μέρος στο κέντρο του ανακτόρου υπήρχαν δύο οβάλ αίθουσες: η επάνω ήταν αίθουσα τελετών και η κάτω έδινε πρόσβαση στους κήπους. Ο Νέρινγκ απεβίωσε κατά την κατασκευή του ανακτόρου και το έργο ολοκληρώθηκε από τον Μάρτιν Γκρύνμπεργκ και τον Αντρέα Σλύτερ. Τα εγκαίνια του ανακτ΄ρου εορτάστηκαν στις 11 Ιουλίου 1699, τα 42α γενέθλια του Φρειδερίκου Α΄.[5]

Ο Φρειδερίκος Α΄ στέφθηκε ως βασιλιάς στην Πρωσία το 1701 (ο Φρειδερίκος Β', γνωστός ως Φρειδερίκος ο Μέγας, θα αποκτούσε αργότερα τον τίτλο βασιλιάς της Πρωσίας). Δύο χρόνια νωρίτερα, είχε διορίσει τον Γιόχαν-Φρήντριχ φον Εοζάντερ (επίσης γνωστό ως Eosander von Göthe) ως βασιλικό αρχιτέκτονα και τον έστειλε να μελετήσει τις αρχιτεκτονικές εξελίξεις στην Ιταλία και τη Γαλλία, ιδιαίτερα το Ανάκτορο των Βερσαλλιών. Κατά την επιστροφή του το 1702, ο Εοζάντερ άρχισε να επεκτείνει το ανάκτορο, ξεκινώντας με δύο πλευρικές πτέρυγες που να περικλείουν μια μεγάλη αυλή, και το κύριο ανάκτορο επεκτάθηκε και στις δύο πλευρές. Η Σοφία-Σαρλότα απεβίωσε το 1705 και ο Φρειδερίκος Α΄ ονόμασε το ανάκτορο και το κτήμα του Σαρλότενμπουργκ στη μνήμη της. Τα επόμενα χρόνια κτίστηκε ο Πορτοκαλεώνας στα δυτικά του ανακτόρου και ο κεντρικός χώρος επεκτάθηκε με μεγάλο πύργο με τρούλο και μεγαλύτερο προθάλαμο. Στην κορυφή του τρούλου υπάρχει ένας ανεμοδείκτης, με τη μορφή ενός επιχρυσωμένου αγάλματος που αντιπροσωπεύει την Τύχη (Fortuna), που σχεδιάστηκε από τον Aντρέα Χάιτ. Ο Πορτοκαλεώνας χρησιμοποιήθηκε αρχικά για να ξεχειμωνιάζουν σπάνια φυτά. Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών, όταν περισσότερες από 500 πορτοκαλιές, νεραντζιές και άλλα εσπεριδοειδή διακοσμούσαν τον μπαρόκ κήπο, ο Πορτοκαλεώνας ήταν τακτικά το υπέροχο σκηνικό των αυλικών εορτασμών.

Αλληγορία των πράξεων ειρήνης του Φρειδερίκου Α' από τον Γιαν-Άντονυ Κόξη στην γκαλερί Γκομπελέν.
Τεϊοποτείο σε τύπο "Belvedere" στον κήπο του ανακτόρου.

Διάφοροι καλλιτέχνες κλήθηκαν να διακοσμήσουν το εσωτερικό του ανακτόρου. Ως ζωγράφος της αυλής του Φρειδερίκου Α΄, ο Φλαμανδός καλλιτέχνης Γιάν-Άντονυ Κόξη ανέλαβε να ζωγραφίσει τους τοίχους και τις οροφές σε διάφορα δωμάτια του ανακτόρου. Ο Κόξη ζωγράφισε μεταξύ 1701 και 1713 τοιχογραφίες και έναν πίνακα βωμού στο παρεκκλήσιο του ανακτόρου και τοιχογραφίες στη στοά Γκομπλέν (Gobelin) και στην αίθουσα πορσελάνης. Οι τοιχογραφίες στο δωμάτιο από πορσελάνη ήταν κραυγαλέα προπαγάνδα για την ένδοξη διακυβέρνηση του Φριεδερίκου Α΄. Αντιπροσωπεύουν τη θεά της Αυγής (Aurora) στο άρμα της με επτά άλογα να διώχνει τη Νύkτα και να ανοίγει τοn δρόμο για τον θεό Ήλιο-Απόλλωνα, ο οποίος πλησιάζει με το άρμα του, μέσα σε μια λάμψη φωτός. Πετώντας από επάνω, ο Ερμής προαναγγέλλει την άφιξη του ζωογόνου θεού και ο Κρόνος εγκαινιάζει τη Χρυσή Εποχή με το δρεπάνι του. Ο Κόξη περιελάμβανε επίσης εικόνες των Τεσσάρων Ηπείρων, καθώς και των Τεσσάρων Εποχών, οι οποίες είναι γνωστές νύξεις για την πολιτική εξουσία και έτσι επιβεβαιώνουν το μεγαλείο του Φρειδερίκου Α΄.[6]

Μέσα στο ανάκτορο υπήρχε ένα δωμάτιο, που περιγράφεται ως «το όγδοο θαύμα του κόσμου», το κεχριμπαρένιο Δωμάτιο (Bernsteinzimmer), ένα δωμάτιο με τους τοίχους του να επικαλύπτονται από διακοσμητικό κεχριμπάρι. Σχεδιάστηκε από τον Aντρέα Σλύτερ και η κατασκευή του, από τον Δανό τεχνίτη κεχριμπαριού Γκότφρηντ Βόλφραμ, ξεκίνησε το 1701. Ο Φρειδερίκος-Γουλιέλμος Α' έκανε δώρο το κεχριμπαρένιο Δωμάτιο στον τσάρο Πέτρο Α΄ τον Μεγάλο το 1716.

Ανάκτορο Σαρλότενμπουργκ, Πορτοκαλεώνας.

Όταν ο Φρειδερίκος Α΄ απεβίωσε το 1713, τον διαδέχθηκε ο γιος του Φρειδερίκος-Γουλιέλμος Α΄, του οποίου τα οικοδομικά σχέδια ήταν λιγότερο φιλόδοξα, αν και εξασφάλισε ότι το κτίριο συντηρήθηκε σωστά. Το κτήριο συνεχίστηκε μετά την άνοδο του γιου του Φρειδερίκου Β΄ του Μεγάλου στον θρόνο το 1740. Κατά τη διάρκεια εκείνης της χρονιάς, ολοκληρώθηκαν οι στάβλοι για το προσωπικό του σύνταγμα φρουράς στα νότια της πτέρυγας του Πορτοκαλεώνα και ξεκίνησαν οι εργασίες στην ανατολική πτέρυγα. Το κτίριο της νέας πτέρυγας επιβλέπονταν από τον Γκέοργκ-Βέντσεσλαους φον Κνόμπελσντορφ, τον επιθεωρητή όλων των Βασιλικών Ανακτόρων, ο οποίος ακολούθησε σε μεγάλο βαθμό το σχέδιο του Eοζάντερ. Η διακόσμηση του εξωτερικού ήταν σχετικά απλή, αλλά η εσωτερική επίπλωση ήταν πλούσια με ζωγραφική και γλυπτική, υφάσματα και καθρέπτες. Το ισόγειο προοριζόταν για τη σύζυγο του Φρειδερίκου Β΄, Ελισάβετ-Χριστίνα, η οποία, ωστόσο, προτιμούσε το ανάκτορο Σόνχαουζεν, και ήταν μόνο περιστασιακή επισκέπτης. Η ιδιαίτερα υπέροχη διακόσμηση του επάνω ορόφου, που περιελάμβανε τη Λευκή Αίθουσα, την Αίθουσα Δεξιώσεων, την Αίθουσα του Θρόνου και τη Χρυσή Στοά, σχεδιάστηκε κυρίως από τον Γιόχαν-Άουγκουστ Ναλ. Το 1747 ετοιμάστηκε ένα δεύτερο διαμέρισμα για τον βασιλιά στο μακρινό ανατολικό τμήμα της πτέρυγας. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, το Σανσουσί κατασκευαζόταν στο Πότσνταμ και μόλις αυτό ολοκληρώθηκε, ο Φρειδερίκος Β΄ έγινε μόνο περιστασιακός επισκέπτης του Σαρλότενμπουργκ.[5]

Το 1786, τον Φρειδερίκο Β΄ διαδέχθηκε ο ανιψιός του Φρειδερίκος-Γουκιέλμος Β΄, ο οποίος μετέτρεψε πέντε δωμάτια στο ισόγειο της ανατολικής πτέρυγας στα καλοκαιρινά του δωμάτια και μέρος του επάνω ορόφου σε Χειμερινά Δωμάτια, αν και δεν έζησε αρκετά για να τα χρησιμοποιήσει. Ο γιος του, Φρειδερίκος-Γουλιέλμος Γ΄, ανέβηκε στον θρόνο το 1797 και βασίλευσε με τη σύζυγό του, βασίλισσα Λουίζα, για 43 χρόνια. Πέρασαν μεγάλο μέρος αυτού του χρόνου ζώντας στην ανατολική πτέρυγα του Σαρλότενμπουργκ. Το 1804, μετά την ήττα της Πρωσίας στην Ιένα-Άουερσετ, ο Ναπολέων Α΄ βάδισε στο Βερολίνο και εγκαταστάθηκε στο ανάκτορο, το οποίο έγινε η έδρα του.[7] Ο μεγαλύτερος γιος τους, ο Φρειδερίκος-Γουλιέλμος Δ', ο οποίος βασίλευσε από το 1840 έως το 1861, ζούσε στον επάνω όροφο του κτιρίου του κεντρικού ανακτόρου. Μετά το τέλος του Φρειδερίκου-Γουλιέλμου Δ΄, ο μόνος άλλος βασιλικός κάτοικος του ανακτόρου ήταν ο Φρειδερίκος Γ΄, ο οποίος βασίλευσε για 99 ημέρες το 1888.[5]

Το ανάκτορο υπέστη σοβαρές ζημιές το 1943 κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.[8] Το 1951, το κατεστραμμένο από τον πόλεμο Στάτσλος στο Ανατολικό Βερολίνο κατεδαφίστηκε και, καθώς οι ζημιές στο Σαρλότενμπουργκ ήταν τουλάχιστον εξίσου σοβαρές, υπήρχε φόβος ότι θα κατεδαφιστεί και αυτό. Ωστόσο, μετά από τις προσπάθειες της Mαργκαρέτε Κυν, της διευθύντριας των Κρατικών Ανακτόρων και Κήπων, ξανακτίστηκε στην προηγούμενη κατάστασή του,[5] με γιγάντιες σύγχρονες οροφογραφίες από τον Χαν Τρηρ. Από το 2004 έως τις αρχές του 2006, το παλάτι Σαρλότενμπουργκ ήταν η έδρα του προέδρου της Γερμανίας, ενώ το Κάστρο Μπελεβύ ανακαινιζόταν. 

Κήποι του ανακτόρου Σαρλότενμπουργκ.

Ο κήπος σχεδιάστηκε το 1697 σε στυλ μπαρόκ από τον Σίμεον Γκόντεαου, ο οποίος είχε επηρεαστεί από τον Aντρέ Λε Νοτρ, σχεδιαστή των κήπων στις Βερσαλλίες. Το σχέδιο του Godeau αποτελούνταν από γεωμετρικά μοτίβα, με δρόμους και τάφρους, που χώριζαν τον κήπο από το φυσικό του περιβάλλον. Πέρα από τους επίσημους κήπους ήταν η Λίμνη με τους Κυπρίνους (Carp Pond). Προς τα τέλη του 18ου αι., ένας λιγότερο επίσημος, πιο φυσικός σχεδιασμός κήπου έγινε της μόδας. Το 1787, ο βασιλικός κηπουρός Γκέοργκ Στάινερ επανασχεδίασε τον κήπο σε αγγλικό στυλ τοπίου για τον Φρειδερίκο-Γουλιέλμο Β΄, με τη σκηνοθεσία του Πέτερ-Γιόζεφ Λενέ. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το κέντρο του κήπου αποκαταστάθηκε στο προηγούμενο μπαρόκ στυλ του.[5]

Το 1788, ο Φρειδερίκος-Γουλιέλμος Β΄ έκανε το κτίριο του Πανοράματος (Belvedere), σχεδιασμένο από τον Καρλ-Γκόταρντ Λάνγκανς, στους χώρους πέρα από τη λίμνη των Κυπρίνων. Το κτίριο χρησιμοποιήθηκε ως τεϊοποτείο και ως πύργος θέασης. Ο Λάνγκανς σχεδίασε επίσης το Ανακτορικό Θέατρο, το οποίο κτίστηκε μεταξύ 1788 και 1791 στα δυτικά της πτέρυγας του Πορτοκαλεώνα.[5] Το μαυσωλείο κτίστηκε ως τάφος για τη βασίλισσα Λουίζα μεταξύ 1810 και 1812 σε νεοκλασικό στυλ σε σχέδιο του Χάινριχ Γκεντς. Μετά το τέλος του Φρειδερίκου-Γουλιέλμου Γ΄, επεκτάθηκε. Αυτό το σχέδιο είναι του Kαρλ-Φρήντριχ Σίνκελ. Επεκτάθηκε ξανά το 1890–91 από τον Άλμπερτ Γκάγιερ για να φιλοξενήσει τους τάφους του Γουλιέλμου Α΄ και της συζύγου του Aυγούστας.[5] Το 1825, ο Φρειδερίκος-Γουλιέλμος Γ΄ πρόσθεσε το Νέο Περίπτερο (Neuer Pavilion), μια ιταλική βίλα σχεδιασμένη από τον Σίνκελ, στα βόρεια του ανακτόρου. Αυτό υπέστη ζημιές στον πόλεμο το 1943 και ανακατασκευάστηκε μεταξύ 1957 και 1970.[5]

Η είσοδος του ανακτόρου Σαρλότενμπουργκ τη νύχτα

Το ανάκτορο και οι χώροι αποτελούν σημαντικό πόλο έλξης επισκεπτών.

  • Με χρέωση εισόδου, τμήματα του εσωτερικού του παλατιού είναι ανοιχτά για τους επισκέπτες, όπως το Παλαιό Ανάκτορο (Alte Schloss) και η Νέα Πτέρυγα (Neuer Flügel). Το Παλαιό Ανάκτορο περιέχει πολλά δωμάτια με μπαρόκ διακόσμηση και περιλαμβάνει ένα δωμάτιο, που ονομάζεται πορσελάνινο δωμάτιο, το οποίο περιέχει χιλιάδες πορσελάνινα αντικείμενα. Σε ειδική έκθεση βρίσκονται τα κοσμήματα του στέμματος και τα βασιλικά επιτραπέζια σκεύη από άργυρο και εκλεκτή πορσελάνη. Η Νέα Πτέρυγα περιλαμβάνει τα πολυτελή ροκοκό Επίσημα Διαμερίσματα του Φρειδερίκου Β΄ του Μεγάλου και τα πιο λιτά Χειμερινά Δωμάτια του Φρειδερίκου-Γουλιέλμου Β΄. Οι επίσημοι και ανεπίσημοι κήποι είναι ελεύθερα ανοιχτοί στο κοινό.
  • Με χρέωση εισόδου, το Μαυσωλείο, το Belvedere και το Nέο Περίπτερο είναι ανοιχτά για τους επισκέπτες.[9] Το Μαυσωλείο περιέχει τους τάφους και τα μνημεία των μελών της οικογένειας Χοεντσόλερν. Το μνημείο της βασίλισσας Λουίζας περιλαμβάνει το ξαπλωμένο ομοίωμά της, το οποίο είναι φτιαγμένο από μάρμαρο Καράρα και σχεδιάστηκε από τον Κρίστιαν-Ντάνιελ Ράουχ.
  • Επίσης, ανοιχτά στο κοινό είναι το Belvedere, το οποίο περιέχει μια συλλογή από πορσελάνες του Βερολίνου,[10] και το Nέο Περίπτερο, το οποίο στεγάζει μια συλλογή από τέχνες και χειροτεχνίες της περιόδου, που ο Σίνκελ ήταν ενεργός.
  • Ο πρώην Πορτοκαλεώνας στεγάζει ένα εστιατόριο και ένα καφέ.[9] Καταστραμμένος κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ο Μεγάλος Πορτοκαλεώνας ανακατασκευάστηκε στο πρότυπο του μπαρόκ κτιρίου. Σήμερα, λάμπει ξανά με την παλαιά του αίγλη. Η φωτεινή αίθουσα των εορτασμών προσφέρει ένα ευχάριστο πλαίσιο για πολιτιστικές εκδηλώσεις, συναυλίες και δεξιώσεις.
  • Επιπλέον, έναν μεγάλο έφιππο αδριάντα του μεγάλου εκλέκτορα, Φρειδερίκου-Γουλιέλμου, είναι το επίκεντρο της αυλής του ανακτόρου. Αυτό σχεδιάστηκε από τον Aντρέα Σλύτερ και έγινε μεταξύ 1696 και 1700. Από το 1703, βρισκόταν πρώτα στη Μακρά Γέφυρα και αργότερα στην ίδια τοποθεσία στη Γέφυρα των Εκλεκτόρων (τώρα το Ράταουσμπρύκε), αλλά μεταφέρθηκε σε ένα ασφαλές μέρος κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Κατά την επιστροφή του μετά τον πόλεμο, η φορτηγίδα που το μετέφερε βυθίστηκε και δεν ανασύρθηκε παρά μόνο το 1949. Το 1952 ανεγέρθηκε στη σημερινή του θέση.[5] Απέναντι από τον δρόμο του ανακτόρου υπάρχουν δύο ακόμη μουσεία, το Μουσείο Μπρόχαν, το οποίο περιέχει άρθρα Aρ Νουβώ και Aρ Ντεκό και το Μουσείο Μπέργκρουεν, το οποίο στεγάζει τη σύγχρονη τέχνη, ιδιαίτερα έργα των Πικάσο και Kλέε.[9] Στα αριστερά είναι η συλλογή Σαρφ-Γκέρστενμπεργκ. Η συλλογή αυτή από πίνακες, σχέδια και γλυπτά, εκτείνεται από την περίοδο από τον γαλλικό ρομαντισμό έως τον σουρεαλισμό.

Βιβλιογραφικές αναφορές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. 461. Ανακτήθηκε στις 31  Ιουλίου 2018.
  2. 2,0 2,1 2,2 Corpus of Baroque Ceiling Painting in Germany.
  3. (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. Ανακτήθηκε στις 30  Ιουλίου 2018.
  4. aus: Wilhelm Gundlach (Hrsg.): Geschichte der Stadt Charlottenburg, Berlin 1905, I. Band, Seite 174
  5. 5,0 5,1 5,2 5,3 5,4 5,5 5,6 5,7 5,8 Hertzsch 1998
  6. Tania Solweig Shamy, Frederick the Great‟s Porcelain Diversion: The Chinese Tea House at Sanssouci, Department of Art History and Communication Studies, McGill University, Montreal, October 2009, p. 161
  7. Roberts, Andrew (2014). Napoleon: A Life. Penguin. σελ. 508. 
  8. «Charlottenburg Palace». A View on Cities. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Μαΐου 2019. Ανακτήθηκε στις 16 Ιουλίου 2008. 
  9. 9,0 9,1 9,2 Rimmer, Dave, επιμ. (2006). Time Out: Berlin. London: Ebury Publishing. σελίδες 109–112. ISBN 978-1-904978-56-5. 
  10. «KPM – Königliche Porzellan-Manufaktur Berlin I Manufacture | Philosophy | Belvedere Palace». En.kpm-berlin.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Μαΐου 2012. Ανακτήθηκε στις 15 Αυγούστου 2012. 
  • Hertzsch, Raimund (1998). Charlottenburg Palace. Peter B. Best (translator). Berlin: Kai Homilius Verlag. ISBN 3-89706-992-X. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]