σταρχιδισμός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]σταρχιδισμός ουδέτερο
- (νεολογισμός) (χυδαίο) ο ζεμανφουτισμός, ακηδία
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]- αγγλικά : δεν είναι όμως χυδαίο: insouciance (en)