дете
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Βουλγαρικά (bg)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]дете (bg) ουδέτερο
- το παιδί
Σερβικά (sr)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]дете (sr)
- → δείτε τη λέξη дете
дете (bg) ουδέτερο
дете (sr)