ad
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ad < advert, περικοπή του advertisement
- ad < περικοπή του advantage
- ad < (άμεσο δάνειο) λατινική ad
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ad (en) (πληθυντικός ads)
Πολυλεκτικοί όροι
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ad (en)
- (τένις) πλεονέκτημα
Πρόθεση
[επεξεργασία]ad (en)
- σε (κυρίως σε στερεότυπες λατινικές φράσεις)
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ (αγγλικά) On Screen Advertising Rates and Policies. Προσπέλαση 2020-05-12.
Αζεριανά (az)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ad (az)
- το όνομα
- το ουσιαστικό
Κλίση
[επεξεργασία]κλίση του ad
ενικός | πληθυντικός | |
---|---|---|
ονομαστική | ad | adlar |
αιτιατική | adı | adları |
δοτική | ada | adlara |
τοπική | adda | adlarda |
αφαιρετική | addan | adlardan |
γενική | adın | adların |
Άλλες γραφές
[επεξεργασία]Συνώνυμα
[επεξεργασία]
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]Σύνδεσμος
[επεξεργασία]ad (la)
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]- ad - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Σερβικά (sr)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ad (sr)
- λατινική γραφή του ад
Σερβοκροατικά (sh)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ad (sh)
- η κόλαση
Τουρκικά (tr)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ad (tr)
- το όνομα
- adın ne? - ποιο είναι το όνομά σου;
- adım ... - το όνομά μου είναι ...
- το ουσιαστικό
Κλίση
[επεξεργασία]κλίση του ad
ενικός | πληθυντικός | |
---|---|---|
ονομαστική | ad | adlar |
αιτιατική | adı | adları |
δοτική | ada | adlara |
τοπική | adda | adlarda |
αφαιρετική | addan | adlardan |
γενική | adın | adların |
κτητικές μορφές του ad
(ονομαστική) | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
... μου | adım | adlarım |
... σου | adın | adların |
... του | adı | adları |
... μας | adımız | adlarımız |
... σας | adınız | adlarınız |
... τους | adları | adları |
(αιτιατική) | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
... μου | adımı | adlarımı |
... σου | adını | adlarını |
... του | adını | adlarını |
... μας | adımızı | adlarımızı |
... σας | adınızı | adlarınızı |
... τους | adlarını | adlarını |
(δοτική) | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
... μου | adıma | adlarıma |
... σου | adına | adlarına |
... του | adına | adlarına |
... μας | adımıza | adlarımıza |
... σας | adınıza | adlarınıza |
... τους | adlarına | adlarına |
(τοπική) | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
... μου | adımda | adlarımda |
... σου | adında | adlarında |
... του | adında | adlarında |
... μας | adımızda | adlarımızda |
... σας | adınızda | adlarınızda |
... τους | adlarında | adlarında |
(αφαιρετική) | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
... μου | adımdan | adlarımdan |
... σου | adından | adlarından |
... του | adından | adlarından |
... μας | adımızdan | adlarımızdan |
... σας | adınızdan | adlarınızdan |
... τους | adlarından | adlarından |
(γενική) | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
... μου | adımın | adlarımın |
... σου | adının | adlarının |
... του | adının | adlarının |
... μας | adımızın | adlarımızın |
... σας | adınızın | adlarınızın |
... τους | adlarının | adlarının |
κλίση του ad (ως κατηγορουμένου)
ενεστώτας | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
είμαι | adım | adlarım* |
είσαι | adsın | adlarsın* |
είναι | ad / addır | adlar* / adlardır* |
είμαστε | adız | adlarız |
είστε | adsınız | adlarsınız |
είναι | adlar | adlardır |
αόριστος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ήμουν | addım | adlardım* |
ήσουν | addın | adlardın* |
ήταν | addı | adlardı* |
ήμασταν | addık | adlardık |
ήσασταν | addınız | adlardınız |
ήταν | addı(lar) | adlardı |
έμμεσος / απρόσωπος αόριστος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ήμουν | admışım | adlarmışım* |
ήσουν | admışsın | adlarmışsın* |
ήταν | admış | adlarmış* |
ήμασταν | admışız | adlarmışız |
ήσασταν | admışsınız | adlarmışsınız |
ήταν | admış(lar) | adlarmış |
*Πρόκειται για σπάνιους, κυρίως λόγιους ή ποιητικούς τύπους.
Σημείωση: οι τύποι του πληθυντικού δεν χρησιμοποιούνται για επίθετα. |
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Περικοπές (αγγλικά)
- Δάνεια από τα λατινικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Λήμματα με παραθέματα (αγγλικά)
- Προθέσεις (αγγλικά)
- Αζεριανή γλώσσα
- Ουσιαστικά (αζεριανά)
- Λατινική γλώσσα
- Σύνδεσμοι (λατινικά)
- Αντίστροφο λεξικό (λατινικά)
- Σερβική γλώσσα - λατινικό αλφάβητο
- Ουσιαστικά (σερβικά-λατινικό αλφάβητο)
- Σερβοκροατική γλώσσα
- Ουσιαστικά (σερβοκροατικά)
- Αντίστροφο λεξικό (σερβοκροατικά)
- Τουρκική γλώσσα
- Ουσιαστικά (τουρκικά)
- Αντίστροφο λεξικό (τουρκικά)