consultation

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

consultation (en)

  1. η διαβούλευση
  2. η προσφυγή


      ενικός         πληθυντικός  
consultation consultations

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

consultation (fr) θηλυκό

  1. η γνωμάτευση