Ο Τζουζέπε Φορτουνίνο Φραντσέσκο Βέρντι (ιταλικά: Giuseppe Fortunino Francesco Verdi, 10 Οκτωβρίου 1813 – 27 Ιανουαρίου 1901) ήταν Ιταλός μουσικοσυνθέτης, από τους διασημότερους στο είδος της όπερας. Ανάμεσα στα δημοφιλέστερα έργα του ανήκουν οι όπερες Ριγκολέττο, Ναμπούκο, Τραβιάτα και Αΐντα, μέρη των οποίων ("La donna è mobile", "Va, pensiero", "Libiamo" και θριαμβικό εμβατήριο αντίστοιχα) είναι πασίγνωστα.

Τζουζέπε Βέρντι
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Giuseppe Verdi (Ιταλικά)
Γέννηση10  Οκτωβρίου 1813[1][2][3]
Λε Ρονκόλ[4]
Θάνατος27  Ιανουαρίου 1901[1][5][2]
Μιλάνο[6][7][4]
Αιτία θανάτουεγκεφαλικό επεισόδιο
Συνθήκες θανάτουφυσικά αίτια
Τόπος ταφήςCasa di Riposo per Musicisti
Χώρα πολιτογράφησηςΒασίλειο της Ιταλίας (1861–1901)
Θρησκείαρωμαιοκαθολικός
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΙταλικά[5][8][9]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητασυνθέτης[10]
διευθυντής ορχήστρας
συγγραφέας
πολιτικός[10]
Αξιοσημείωτο έργοΤραβιάτα
Ριγκολέττο
Αΐντα
Ναμπούκο
Τροβατόρε
Requiem
Φάλσταφ
Quattro Pezzi Sacri
Περίοδος ακμής1830
Πολιτική τοποθέτηση
Πολιτικό κόμμα/ΚίνημαΙστορική Δεξιά
Οικογένεια
ΣύζυγοςΜαργαρίτα (1836–1840)
Τζιουζεπίνα Στρεπόνι (1859–1897)
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαμέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων του Βασιλείου της Ιταλίας (1861–1865)
γερουσιαστής του Βασιλείου της Ιταλίας (1874–1876)
ΒραβεύσειςΤάγμα της Αξίας για τις Τέχνες και Επιστήμες
Μεγαλόσταυρος Ιππότης του Τάγματος των Αγίων Μαυρικίου και Λαζάρου
Τάγμα του Αγίου Στανίσλαου
Ιππότης της Λεγεώνας της Τιμής (1847)[11]
Μεγαλόσταυρος της Λεγεώνας της Τιμής
Civil Order of Savoy
Τάγμα του Μετζιντιγέ
Μεγαλόσταυρους ιππότης του Τάγματος του Στέμματος της Ιταλίας
Commander's Cross of the Order of Franz Joseph
Pour le Mérite[12]
Τάγμα του Αγίου Στανισλάου (Οίκος των Ρομανώφ)[13]
Ιστότοπος
www.verdi.san.beniculturali.it
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Τα πρώτα χρόνια, η γρήγορη ανέλιξη και η οικογενειακή τραγωδία

Επεξεργασία

Γεννήθηκε στη Ρονκόλα της τότε Γαλλικής Αυτοκρατορίας, ένα χωριό κοντά στο Μπουσσέτο της Ιταλίας, και πέθανε στο Μιλάνο. Γονείς του ήταν ο πανδοχέας Κάρλο Τζουζέπε Βέρντι και η κλώστρια Λουίτζια Ουττίνι (Luigia Uttini). Ενώ ακόμα ήταν παιδί, η οικογένεια μετακόμισε στο Μπουσσέτο, όπου η μόρφωση του μελλοντικού συνθέτη διευκολύνθηκε πολύ από τις επισκέψεις του στη μεγάλη βιβλιοθήκη της τοπικής σχολής των Ιησουιτών. Στο Μπουσσέτο ο Βέρντι πήρε τα πρώτα του μαθήματα στη μουσική σύνθεση. Πολύ νωρίς έδειξε καταπληκτική κλίση στη μουσική. Σε ηλικία 20 ετών πήγε στο Μιλάνο για να συνεχίσει τις σπουδές του και στα 23 του χρόνια πήρε τη θέση του διευθυντή της φιλαρμονικής του Μπουσσέτο. Το 1839 παρουσιάστηκε η πρώτη του όπερα, ο Ομπέρτο, στη Σκάλα του Μιλάνου, με πολύ καλές κριτικές. Τον ίδιο χρόνο ο θάνατος της γυναίκας του και των δύο παιδιών του τον έφεραν σε απελπισία σε σημείο να μη θέλει πλέον άλλο ν' ασχοληθεί με τη μουσική.

Η επιστροφή

Επεξεργασία
 
Η όπερα Ναμπούκο στο Μουσείο Διεθνούς Μουσικής και Βιβλιοθήκη της Μπολόνιας.

Παρά ταύτα το 1840 παρουσιάστηκε η κωμική όπερα Μια μέρα βασιλείας, η οποία όμως σημείωσε αποτυχία. Στενοχωρημένος ο Βέρντι αποσύρθηκε στο σπίτι του στο Μιλάνο. Έτσι δύο χρόνια μετά, με τον θρίαμβο της τέχνης πάνω στον πόνο του, το 1842, αποδέχθηκε την πρόταση να ξαναρχίσει να γράφει όπερες για τη Σκάλα του Μιλάνου και η όπερά του Ναμπούκο (= Ναβουχοδονόσωρ) απέσπασε πολύ καλές κριτικές και γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Από τότε ο Βέρντι αφοσιώθηκε στη σύνθεση όπερας. Ήταν η αρχή μιας θριαμβευτικής σταδιοδρομίας που συνδέθηκε πολύ στενά με τις προσπάθειες για την πολιτική ένωση (Risorgimento) της Ιταλίας. Μια τάση που ο ίδιος ο Βέρντι ενεθάρρυνε με τη θεματολογία των έργων του, τα οποία, εμπνευσμένα από το ιστορικό παρελθόν και επενδυμένα με εντυπωσιακά χορωδιακά, δημιουργούσαν εύκολα στο κοινό συνειρμούς με την τρέχουσα πολιτική πραγματικότητα. Χαρακτηριστικό της ταύτισης του ονόματος του Βέρντι με το Risorgimento ήταν το σύνθημα που ακουγόταν τότε Viva VERDI (Viva Vittorio Emanuele Re D'Italia - Ζήτω ο Βίκτωρ Εμμανουήλ βασιλιάς της Ιταλίας).

Η αναγνώριση εκτός Ιταλίας

Επεξεργασία

Με τους Λομβαρδούς (1843), τον Ερνάνη (1844), τον Αττίλα (1846), τη Λουίζα Μίλλερ (1847) και τον Μάκβεθ (1849) ο Βέρντι πέτυχε την αναγνώρισή του ως συνθέτη και εκτός Ιταλίας. Στις αρχές τις δεκαετίας του 1850 τρεις όπερές του, ο Ριγκολέττο (1851), ο Τροβατόρε (1853) και η Τραβιάτα (1853), είχαν τεράστια επιτυχία, όπως και Οι Σικελικοί Εσπερινοί (1855) και ο Χορός Μεταμφιεσμένων (1859). Η διεθνής του καταξίωση φαίνεται και από το γεγονός ότι οι επόμενες όπερές του πρωτοανέβηκαν σε λυρικά θέατρα εκτός Ιταλίας. Το 1862 Η δύναμη του πεπρωμένου παρουσιάστηκε στην Αγία Πετρούπολη, ο Δον Κάρλος το 1867 στο Παρίσι και η Αΐντα το 1871 στο Κάιρο, για τα εγκαίνια της διώρυγας του Σουέζ.

Τα τελευταία έργα και το τέλος

Επεξεργασία

Μετά από ένα μεγάλο διάστημα σιωπής, η γνωριμία του με τον κατά πολύ νεότερό του ποιητή και συνθέτη Αρρίγκο Μπόιτο ανανέωσε το ενδιαφέρον του Βέρντι για την όπερα. Το 1887 παρουσιάστηκε ο Οθέλλος και τέλος το 1893 ο Φάλσταφ και τα δύο σε λιμπρέτα του Μπόιτο βασισμένα σε έργα του Σαίξπηρ. Ο Βέρντι πέθανε στις 27 Ιανουαρίου του 1901 ύστερα από βαρύ εγκεφαλικό επεισόδιο. Στην κηδεία του προσήλθαν 200.000 άνθρωποι, τιμή που άρμοζε στον μεγάλο Ιταλό που τόσο αγαπήθηκε. Σε ηλικία 74 χρόνων συνέθεσε την τελευταία του όπερα, τον Φάλσταφ, που είναι βασισμένη σε ένα θέμα παρμένο από τον Σαίξπηρ. Η όπερα αυτή είναι η μόνη κωμική όπερα που έγραψε και θεωρείται ως ένα από τα πιο ώριμα έργα του. Στην όπερα Φάλσταφ η ορχήστρα χρησιμοποιείται με έναν ασυνήθιστο τρόπο, ο οποίος είναι πολύ απλός και θυμίζει μουσική δωματίου.

Εκτός από τις 26 όπερες ο Βέρντι έγραψε και εκκλησιαστική μουσική. Κορυφαίο έργο του σε αυτό τον τομέα είναι το Ρέκβιεμ[14] (1874), ενώ ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα Τέσσερα ιερά κομμάτια (1898). Επίσης έγραψε αρκετές ρομάνς και ένα κουαρτέτο για έγχορδα σε μι ελάσσονα (1873).

Εκτός μουσικής σκηνής διακρίθηκε για τον καλό χαρακτήρα του και τις αγαθοεργίες του. Μεταξύ άλλων χρηματοδότησε την ανέγερση και τη λειτουργία ενός νοσοκομείου και δημιούργησε έναν Οίκο Ανάπαυσης για τους αναξιοπαθούντες μουσικούς, σε μια κρύπτη του οποίου τάφηκε και ο ίδιος.

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 9  Απριλίου 2014.
  2. 2,0 2,1 2,2 (Αγγλικά) SNAC. w6959fkr. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. 3,0 3,1 (Αγγλικά) Internet Broadway Database. 11207. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. 4,0 4,1 Ιστορικό Αρχείο Ρικόρντι. 1. Ανακτήθηκε στις 3  Δεκεμβρίου 2020.
  5. 5,0 5,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 139008052. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  6. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. 118626523. Ανακτήθηκε στις 14  Αυγούστου 2015.
  7. «Большая советская энциклопедия» (Ρωσικά) Η Μεγάλη Ρωσική Εγκυκλοπαίδεια. Μόσχα. 1969. Ανακτήθηκε στις 28  Σεπτεμβρίου 2015.
  8. Τσεχική Εθνική Βάση Δεδομένων Καθιερωμένων Όρων. jn19990008764. Ανακτήθηκε στις 1  Μαρτίου 2022.
  9. CONOR.SI. 8317539.
  10. 10,0 10,1 BeWeB. 1625. Ανακτήθηκε στις 13  Φεβρουαρίου 2021.
  11. «Giuseppe Verdi». Ανακτήθηκε στις 13  Μαρτίου 2024.
  12. Ανακτήθηκε στις 21  Σεπτεμβρίου 2021.
  13. Ανακτήθηκε στις 9  Δεκεμβρίου 2021.
  14. http://el.wikisource.org/wiki/Ρέκβιεμ_(απόδοση_στα_ελληνικά)

Υπάρχουν πληροφορίες ότι είχε συγγενείς στην Θήβα και συγκεκριμένα στα χωριά Καλλιθέα και Ασωπια