Εβρίδες
Συντεταγμένες: 57°00′N 7°00′W / 57.000°N 7.000°W
Οι Εβρίδες (Αγγλικά Hebrides, Σκωτική Γαελική Innse Gall) είναι ένα νησιωτικό σύμπλεγμα κοντά στις δυτικές ακτές της Σκωτίας, το οποίο αποτελεί ένα εκτεταμένο και ποικιλόμορφο αρχιπέλαγος. Από τα περίπου 500 νησιά των Εβρίδων κατοικούνται μόνο τα 51 (2011). Η συνολική τους έκταση είναι περίπου 7.200 τ.χλμ. και ο πληθυσμός τους ανέρχεται στους 46.632 κατοίκους.[1] Το αρχιπέλαγος διαιρείται σε δύο ομάδες: τις Εσωτερικές και τις Εξωτερικές Εβρίδες. Οι Εβρίδες ανήκουν πολιτικά στο Ηνωμένο Βασίλειο και διοικητικά, οι Εσωτερικές Εβρίδες στις περιφέρειες Άργκαϊλ και Μπιουτ (Argyll and Bute) και Χάιλαντ (Highland), ενώ οι Εξωτερικές Εβρίδες αποτελούν την ομώνυμη περιφέρεια (Σκωτικά Γαελικά: Na h-Eileanan Siar). Τα νησιά κατοικήθηκαν από τη Μεσολιθική περίοδο και η πολιτιστική παράδοση των κατοίκων έχει επηρεαστεί από τις διαδοχικές εποικήσεις λαών οι οποίοι μιλούσαν Κελτικές γλώσσες, την Αρχαία Νορβηγική και την Αγγλική γλώσσα, γεγονός το οποίο αντικατοπτρίζεται στα ονόματα των νησιών.[2]
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Προϊστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι Εβρίδες κατοικήθηκαν για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της Μεσολιθικής περιόδου γύρω στο 6.500 π.Χ., όταν πλέον οι κλιματικές συνθήκες βελτιώθηκαν τόσο ώστε να είναι κατάλληλες για να υποστηρίξουν ανθρώπινο εποικισμό. Έχουν διασωθεί πολλές ανθρώπινες κατασκευές από τη Νεολιθική περίοδο, η καλύτερα διατηρημένη από τις οποίες είναι το μεγαλιθικό μνημείο στο Κάλανις (Callanish) στη νήσο Λιούις, το οποίο χρονολογείται στην 3η χιλιετία π.Χ.[3] Ο οικισμός της Εποχής του Ορείχαλκου Κλαντ Χάλαν (Cladh Hallan) στη νήσο Νότιο Γιούιστ (South Uist), είναι ο μοναδικός στο Ηνωμένο Βασίλειο όπου έχουν βρεθεί προϊστορικές μούμιες, οι οποίες χρονολογούνται ως οι αρχαιότερες στην Ευρώπη.[4][5]
Κελτική περίοδος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 55 π.Χ. ο Έλληνας ιστορικός Διόδωρος Σικελιώτης γράφει ότι υπήρχε ένα νησί με το όνομα Υπερβόρεια, όπου υπήρχε ένας κυκλικός ναός από τον οποίο η σελήνη κάθε 19 έτη φαινόταν να απέχει πολύ λίγο από τη γη. Αυτό ίσως αποτελεί αναφορά στο μεγαλιθικό μνημείο του Κάλανις.[6]
Η πρώτη γραπτή αναφορά στις Εξωτερικές Εβρίδες έγινε από τον Πομπόνιο Μέλα (Pomponius Mela) ένα Ισπανορωμαίο γεωγράφο του 1ου αιώνα μ.Χ. (γύρω στο 43 μ.Χ.), ο οποίος αναφέρεται σε μια ομάδα επτά νησιών στην οποία έδωσε το όνομα Haemodae. Ο Ρωμαίος Πλίνιος ο Πρεσβύτερος στη Φυσική Ιστορία (γύρω στο 77 μ.Χ.) τα αναφέρει με το όνομα Hebudes,[7] ενώ άλλοι συγγραφείς όπως ο Ρωμαίος Σολίνος (Gaius Julius Solinus) τα αναφέρουν ως Hebudes ή Hæbudes.[8] Ο ταξιδευτής Δημήτριος της Ταρσού (σύμφωνα με τον Πλούταρχο) ταξιδεύοντας στα νησιά σε μια εξερευνητική αποστολή στη δυτική ακτή της Σκωτίας γύρω στο 83 μ.Χ., παρατηρεί ότι ήταν ένα θλιβερό ταξίδι ανάμεσα σε ακατοίκητα νησιά, αναφέροντας όμως ότι επισκέφθηκε ένα το οποίο αποτελούσε ησυχαστήριο αγίων ανθρώπων, χωρίς να αναφέρεται ούτε σε δρυΐδες ούτε στο όνομα του νησιού.[9] Ο Έλληνας αστρονόμος Πτολεμαίος (2ος αιώνας μ.Χ.) αναφέρεται στις Εβρίδες με το όνομα Αἱβοῦδαι, επιβεβαιώντας την επαφή των κατοίκων τους με τον ρωμαϊκό κόσμο.
Λίγα είναι γνωστά για την ιστορία των κατοίκων των Εβρίδων πριν από τον 6ο αιώνα. Οι πρώτες λεπτομερείς καταγραφές σχετικά με τα νησιά ανάγονται στην εποχή της άφιξης του αγίου Κολούμπα ενός Ιρλανδοσκώτου ο οποίος ήταν ο πρώτος που έφερε τον χριστιανισμό στα νησιά, ιδρύοντας ένα μοναστήρι στη νήσο Άιονα των Εσωτερικών Εβρίδων το 563 και αρκετές εκκλησίες.
Νορβηγικός έλεγχος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το αρχαίο νορβηγικό όνομα, κατά τη διάρκεια της κατοχής των νησιών από τους Βίκινγκ ήταν Suðreyjar,[10] το οποίο σημαίνει Νότια νησιά σε αντίθεση με το όνομα Norðreyjar (Βόρεια νησιά) με το οποίο εννοούνταν τα νησιά Ορκάδες και Σέτλαντ.
Ο νορβηγικός έλεγχος και αποικισμός των Εβρίδων ξεκίνησε ήδη πριν από τον 9ο αιώνα, αλλά επισημοποιήθηκε το 1098 όταν ο Έντγκαρ της Σκωτίας αναγνώρισε τις διεκδικήσεις του Μάγκνους Γ' της Νορβηγίας. Η αποδοχή του Μάγκνους ως βασιλιά εκ μέρους των Σκώτων ήρθε μετά την κατάκτηση από τον Νορβηγό βασιλιά των Ορκάδων νήσων, των Εβρίδων και της νήσου του Μαν με μια αστραπιαία εκστρατεία η οποία είχε λάβει χώρα νωρίτερα το ίδιο έτος, εναντίον των τοπικών Νορβηγών αρχηγών των διάφορων νησιών. Με την κατάληψη των νησιών ο Μάγκνους επέβαλε αμεσότερο βασιλικό έλεγχο στις χώρες οι οποίες είχαν κατακτηθεί από τους προκατόχους του τους προηγούμενους αιώνες.
Ο νορβηγικός έλεγχος χαρακτηρίστηκε από συνεχείς εσωτερικές πολεμικές συρράξεις ώσπου οι Εβρίδες διχοτομήθηκαν το 1156. Οι Εξωτερικές παρέμειναν υπό τον έλεγχο του Βασιλείου της νήσου του Μαν και των νησιών, ενώ οι Εσωτερικές υπήχθησαν υπό τον Σόμερλεντ τον Κελτονορβηγό απόγονο του Λούλαχ βασιλιά των Σκώτων και του βασιλικού οίκου των Μανξ. Μετά τη νίκη του το 1156, ο Σόμερλεντ δυο χρόνια αργότερα κατέκτησε και τη νήσο του Μαν και έγινε έτσι ο τελευταίος βασιλιάς του Βασιλείου της νήσου του Μαν και των νησιών, ο οποίος κυβέρνησε όλα τα νησιά τα οποία περιλάμβανε αυτό στην αρχική του έκταση. Μετά τον θάνατό του το 1164, το βασίλειο διαιρέθηκε στο Βασίλειο των Εβρίδων και στο Βασίλειο του Μαν.
Σκωτικός έλεγχος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 1262 οι Σκώτοι πραγματοποίησαν επιδρομή στη νήσο Σκάι, γεγονός το οποίο ανάγκασε τον βασιλιά Χάακον Δ' της Νορβηγίας να καταπλεύσει στη Σκωτία το 1263 για να διευθετήσει το ζήτημα. Η νορβηγική δύναμη αποτελούνταν από 200 πλοία και 15.000 άνδρες. Οι καταιγίδες στην περιοχή των ακτών της Σκωτίας προκάλεσαν βαριές απώλειες στον νορβηγικό στόλο, που αναγκάστηκε να διεκπεραιώσει δια ξηράς 40 πλοία στη λίμνη Λοχ Λόμοντ (Loch Lomond). Τελικά κατά τη μάχη η οποία έλαβε χώρα στο Λαργκς οι Νορβηγοί και οι σύμμαχοί τους Μανξ υπό τον Μάγκνους Γ' της νήσου του Μαν απέτυχαν να καταφέρουν οτιδήποτε ουσιαστικό πέρα από μια μικρής έκτασης τακτική νίκη εναντίον των Σκώτων υπό τον βασιλιά Αλέξανδρο Β' της Σκωτίας. Μετά τη μάχη, οι άσχημες καιρικές συνθήκες ανάγκασαν τον συνασπισμένο στόλο των Νορβηγών και των Μανξ να καταπλεύσει στις Ορκάδες. Αφού έφτασε στο Κέρκγουολ (Kirkwall), ο Χάακον αποφάσισε να περάσει τον χειμώνα στο Παλάτι του Επισκόπου πριν επαναλάβει την εκστρατεία του το επόμενο καλοκαίρι, γεγονός το οποίο δεν συνέβη ποτέ καθώς προσβλήθηκε από ασθένεια και πέθανε στο παλάτι, τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους. Ο θάνατός του έφερε στον θρόνο τον γιο του Μάγκνους Στ' της Νορβηγίας, ο οποίος θεώρησε ότι η σύναψη ειρήνης με τους Σκώτους ήταν σημαντικότερη από τη διατήρηση των νορβηγικών κτήσεων της Δυτικής Σκωτίας και της Ιρλανδικής Θάλασσας. Η συνθήκη του Περθ του 1266 κατακύρωσε τις Εβρίδες και τη νήσο του Μαν στη Σκωτία για το ποσό των 4.000 μάρκων και ένα ετήσιο φόρο 100 μάρκων. Η συνθήκη επικύρωσε επίσης τη νορβηγική κυριαρχία στις Ορκάδες και στα Σέτλαντ. Ο σκωτικός έλεγχος στη νήσο του Μαν τελικά επιβεβαιώθηκε μόνον μετά την ολοκληρωτική ήττα των Μανξ και του τελευταίου Νορβηγού βασιλιά τους Γκόντρεντ Στ' (Μάγκνουσον) της νήσου του Μαν από τους Σκώτους στη μάχη του Ρονάλντσεϊ το 1275.
Γεωγραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τα νησιά διαιρούνται γεωγραφικά σε δύο κύριες διακριτές ομάδες:
- Εσωτερικές Εβρίδες, οι οποίες περιλαμβάνουν τα μικρότερα νησιωτικά συμπλέγματα Άιλα, Μαλ, Σκάι, Νήσοι Σμολ (Small Isles), Νήσοι Σλέιτ (Slate Islands) και Τρέσνις (Treshnish Isles) και βρίσκονται πολύ κοντά στην ηπειρωτική Σκωτία αποτελώντας ουσιαστικά προέκτασή της. Κυριότερα νησιά είναι το Σκάι, το Μαλ, το Άιλα, η Τζούρα, το Ραμ, το Ταϊρί, το Κολλ, το Ράσεϊ, το Κόλονσεϊ, το Εγκ, το Σκάλπεϊ, το Λίσμορ και το Ούλβα.
- Εξωτερικές Εβρίδες, οι οποίες περιλαμβάνουν τα μικρότερα νησιωτικά συμπλέγματα Γιούιστ και Μπάρα, Λιούις και Χάρις και Σεντ Κίλντα και βρίσκονται μακρύτερα από την ηπειρωτική Σκωτία. Κυριότερα νησιά είναι το Λιούις και Χάρις, το Νότιο Γιούιστ, το Βόρειο Γιούιστ, η Μπενμπέκουλα, το Μπάρα και το Γκρέιτ Μπέρνερα.
Τα νησιά συχνά ονομάζονται Δυτικά νησιά (Western Isles), όρος ο οποίος χρησιμοποιείται καταχρηστικά, καθώς κανονικά αναφέρεται μόνο στις Εξωτερικές Εβρίδες.
Οι δύο αυτές νησιωτικές ομάδες χωρίζονται από ένα βαθύ τεκτονικό κοίλωμα, το οποίο ενώ αρχικά τις ένωνε, καλύφθηκε αργότερα από τη θάλασσα, σχηματίζοντας τη Θάλασσα των Εβρίδων, και τις θαλάσσιες διόδους Μιντς (ή Βόρειο Μιντς) και Μικρό Μιντς.
Γεωλογία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο γεωλογικός σχηματισμός των Εβρίδων ανάγεται σε διάφορες εποχές, από την Προκάμβρια μέχρι την Τριασική περίοδο. Μερικά από τα πετρώματα τα οποία βρίσκονται στα νησιά κατατάσσονται μεταξύ των αρχαιοτέρων τα οποία έχουν βρεθεί στην Ευρώπη.[11]
Τα νησιά είναι βραχώδη και είναι χαρακτηριστική η σχεδόν ολική απουσία δέντρων. Η μορφή την οποία παρουσιάζουν είναι γενικά τραχιά και απόκρημνη, εξαιτίας της εντατικής διάβρωσης που οφείλεται κυρίως σε εσωγενείς παράγοντες. Οι υγροί δυτικοί άνεμοι του Ατλαντικού δημιουργούν άφθονες βροχοπτώσεις οι οποίες πλήττουν τα νησιά με σφοδρότητα, με αποτέλεσμα το κλίμα να είναι υγρό και ψυχρό.
Γεωλογικά οι Εβρίδες αποτελούνται κυρίως από γνεύσιους (ιδιαίτερα οι Εξωτερικές), σχιστόλιθους (Τζούρα και Άιλα) και βασάλτες (Μαλ, Σκάι και Στάφα). Τα βασαλτικά πετρώματα σχηματίζουν συχνά θεαματικές και παράξενες γεωολογικές μορφές, όπως βασαλτικούς κίονες, στύλους και σπήλαια.
Γλώσσα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι κάτοικοι των νησιών χρησιμοποιούν τη Σκωτική Γαελική γλώσσα περισσότερο από ότι στην υπόλοιπη Σκωτία. Αυτό ισχύει κυρίως στις Εξωτερικές Εβρίδες, όπου η πλειοψηφία των κατοίκων (έως 84% κατά τόπους) μιλά τη γλώσσα.[12] Κατά ειρωνικό τρόπο το κελτικό όνομα των νησιών Innse Gall σημαίνει Νησιά των ξένων και έχει την προέλευσή του στην εποχή κατά την οποία αυτά ήταν υπό Νορβηγική κατοχή και αποικισμό.
Το Σκωτικό Κελτικό κολλέγιο (Sabhal Mòr Ostaig) έχει την έδρα του στα νησιά Σκάι και Άιλα.
Οικονομία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι κάτοικοι ασχολούνται με την κτηνοτροφία, εκτρέφοντας πρόβατα και βοοειδή. Η γεωργία περιορίζεται στην καλλιέργεια κηπευτικών (πατάτες και γογγύλια) και σε περιορισμένο βαθμό δημητριακών, λόγω της μόνιμης υγρασίας και του βραχώδους εδάφους, το οποίο χρησιμοποιείται κυρίως ως βοσκότοπος. Η αλιεία αποτελεί σημαντική απασχόληση, ενώ η βιομηχανία περιλαμβάνει μονάδες επεξεργασίας αλιευμάτων, αποστακτήρια ουίσκι και υφαντουργίες (ύφασμα τουίντ).[13] Το σημαντικότερο αστικό κέντρο είναι η πόλη Στόρνογουεϊ (Stornoway) (8.055 κάτοικοι) στο νησί Λιούις των Εξωτερικών Εβρίδων, αλιευτικό λιμάνι με μεγάλη κίνηση.
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Ross, David (2005) Scotland - History of a Nation
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Σύμφωνα με την απογραφή πληθυσμού της Σκωτίας του 2011 στο General Register Office for Scotland Απογραφή Σκωτίας 2011.
- ↑ Hamish Haswell-Smith, The Scottish islands: a comprehensive guide to every Scottish Island, (Canongate, αναθ. έκδ. 2004). ISBN 1-84195-454-3
- ↑ Martin Li, Adventure Guide to Scotland, (Hunter Publishing, 2005), 509 [1] (ανάκτηση 7 Νοεμβρίου 2009).
- ↑ "Mummification in Bronze Age Britain" BBC History. (ανάκτηση 7 Νοεμβρίου 2009).
- ↑ Robin McKie, British dig uncovers mummies, (Observer, 16 Μαρτίου 2003) [2] (ανάκτηση 7 Νοεμβρίου 2009).
- ↑ Δες για παράδειγμα David Boyd Haycock, "Much Greater, Than Commonly Imagined." Αρχειοθετήθηκε 2009-02-26 στο Wayback Machine. The Newton Project (ανάκτηση 8 Νοεμβρίου 2009).
- ↑ [3] Αρχειοθετήθηκε 2009-02-12 στο Wayback Machine. Scottish Gazetteer from the University of Edinburgh's Department of Geography (ανάκτηση 8 Νοεμβρίου 2009).
- ↑ Louis Deroy και Marianne Mulon, Dictionnaire de noms de lieux, (Le Robert, 1992), λήμμα "Hébrides"
- ↑ Alistair Moffat, Before Scotland: The Story of Scotland Before History, (Thames & Hudson, 2005), 239-40.
- ↑ Joseph Anderson (εκδ.), Orkneyinga Saga, μετάφρ. Jón A. Hjaltalin και Gilbert Goudie, (James Thin and Mercat Press, 1990 - ανατ. της έκδ. του 1883). ISBN 0-901824-25-9
- ↑ Con Gillen, Geology and landscapes of Scotland, (Terra Publishing, 2003), 44 και Alan McKirdy, John Gordon και Roger Crofts, Land of Mountain and Flood: The Geology and Landforms of Scotland, (Birlinn, 2007), 93.
- ↑ Iain Mac an Tàilleir (2004) 1901-2001 Gaelic in the Census Αρχειοθετήθηκε 2010-12-07 στο Wayback Machine. (παρουσίαση σε PowerPoint) Linguae Celticae (ανάκτηση 6 Νοεμβρίου 2009).
- ↑ [4][νεκρός σύνδεσμος] How Staff Works (ανάκτηση 8 Νοεμβρίου 2009).