Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς
Ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς (σερβικά: Слободан Милошевић, προφέρεται [sloˈbodan miˈloʃevitɕ], 20 Αυγούστου 1941 – 11 Μαρτίου 2006) ήταν Σέρβος πολιτικός και Πρόεδρος της Σερβίας (αρχικά της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Σερβίας, συστατικής δημοκρατίας εντός της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας) από το 1989 ως το 1997 και Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας από το 1997 ως το 2000. Επίσης ήταν αρχηγός του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Σερβίας από την ίδρυσή του το 1990. Ανέλαβε την εξουσία ως Πρόεδρος της Σερβίας όταν αυτός και οι υποστηρικτές του υποστήριξαν την ανάγκη μεταρρύθμισης του Συντάγματος της Γιουγκοσλαβίας του 1974 λόγω τόσο της περιθωριοποίησης της Σερβίας όσο και της πολιτικής αδυναμίας του να αποτρέψει τις αλβανικές αυτονομιστικές ταραχές στη Σερβική επαρχία του Κοσσυφοπεδίου.
Η προεδρία του Μιλόσεβιτς στη Σερβία και στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας χαρακτηρίστηκε από αρκετές σημαντικές μεταρρυθμίσεις στο σύνταγμα της Σερβίας τις δεκαετίες του 1980 και του 1990, που περιόρισαν τις εξουσίες των αυτόνομων επαρχιών της Σερβίας. Το 1990 η Σερβία πέρασε από ένα τιτοϊκό, μονοκομματικό σύστημα σε ένα πολυκομματικό και επιχείρησε να μεταρρυθμίσει το Σύνταγμα της Γιουγκοσλαβίας του 1974. Οι συστατικές δημοκρατίες της χώρας χωρίστηκαν εν μέσω πολέμων και από τις πρώην δημοκρατίες της Σερβίας και του Μαυροβουνίου της ΣΟΔΓ ιδρύθηκε η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας. Ο Μιλόσεβιτς διαπραγματεύθηκε εκ μέρους των Σέρβων της Βοσνίας τη Συμφωνία του Ντέητον, που τερμάτισε τον Πόλεμο της Βοσνίας το 1995.
Ενώ για πολιτικούς λόγους είχε προηγουμένως χαρακτηριστεί από διπλωμάτες[6] «κύριος παράγοντας σταθερότητας στα Βαλκάνια» και συνυπέγραψε τη Συμφωνία Ειρήνης του Ντέητον το 1995, εν μέσω των Νατοϊκών βομβαρδισμών της Γιουγκοσλαβίας το 1999 ο Μιλόσεβιτς κατηγορήθηκε από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία (ICTY) για εγκλήματα πολέμου σε σχέση με τους πολέμους στη Βοσνία, την Κροατία και το Κοσσυφοπέδιο[7]. Ο Μιλόσεβιτς παραιτήθηκε από τη Γιουγκοσλαβική προεδρία εν μέσω διαδηλώσεων, μετά τις αμφισβητούμενες προεδρικές εκλογές της 24ης Σεπτεμβρίου 2000. Συνελήφθη στις 31 Μαρτίου 2001 από τις ομοσπονδιακές αρχές της Γιουγκοσλαβίας ως ύποπτος διαφθοράς, κατάχρησης εξουσίας και υπεξαίρεσης.[8][9] Η αρχική έρευνα για το Μιλόσεβιτς δεν τελεσφόρησε από έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων, κάνοντας τον πρωθυπουργό της Σερβίας Ζόραν Τζίντζιτς να τον εκδώσει στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία (ICTY) για να δικαστεί, αντί των προηγουμένων, για κατηγορίες για εγκλήματα πολέμου.[10] Στην αρχή της δίκης ο Μιλόσεβιτς κατήγγειλε το Δικαστήριο ως παράνομο διότι δεν είχε συσταθεί με τη συναίνεση της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, επομένως αρνήθηκε να ορίσει δικηγόρο για την υπεράσπισή του.[11] Ο Μιλόσεβιτς υπερασπίστηκε ο ίδιος τον εαυτό του στην πενταετή δίκη, που έληξε χωρίς ετυμηγορία όταν πέθανε στο κελί του της φυλακής στη Χάγη στις 11 Μαρτίου 2006.[12] Ο Μιλόσεβιτς, που υπέφερε από καρδιακές παθήσεις και υπέρταση, πέθανε από καρδιακή προσβολή[13].[12] Το δικαστήριο αρνήθηκε κάθε ευθύνη για το θάνατο του Μιλόσεβιτς και δήλωσε ότι είχε αρνηθεί να πάρει τα συνταγογραφούμενα φάρμακα και αντί αυτών έπαιρνε άλλα μόνος του.[14]
Μετά το θάνατο του Μιλόσεβιτς το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης κατέληξε ότι ιδιαίτερα για την Υπόθεση της Γενοκτονίας της Βοσνίας δεν υπάρχουν στοιχεία που να τον συνδέουν με τη γενοκτονία που διέπραξαν οι Σερβοβοσνιακές δυνάμεις κατά τη διάρκεια του Πολέμου της Βοσνίας. Ωστόσο το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι ο Μιλόσεβιτς και άλλοι στη Σερβία είχαν διαπράξει παραβίαση της Σύμβασης για τη Γενοκτονία, παραλείποντας να αποτρέψουν τη γενοκτονία και μη συνεργαζόμενοι με το ICTY για την τιμωρία των δραστών της, ιδίως του Στρατηγού Ράτκο Μλάντιτς, και παραβίαση της υποχρέωσής του να συμμορφωθεί με τα προσωρινά μέτρα που διέταξε το Δικαστήριο.[15][16] Η κυβέρνηση του Μιλόσεβιτς έχει περιγραφεί από παρατηρητές ως απολυταρχική ή αυταρχική.[17]
Νεανικά χρόνια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι προγονικές ρίζες του Μιλόσεβιτς ήταν από το χωριό Λίγεβα Ριέκα στην Ποντγκόριτσα και ήταν από τη φυλή Βασογέβιτσι από το Μαυροβούνιο. Γεννήθηκε στο Ποζάρεβατς, τέσσερις μήνες μετά την εισβολή του Άξονα στο Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας. Είχε ένα μεγαλύτερο αδελφό, το Μπόρισλαβ, που αργότερα έγινε διπλωμάτης.[18][19] Οι γονείς του χώρισαν μετά τον πόλεμο. Ο πατέρας του, ο Σέρβος Ορθόδοξος θεολόγος[20] Σβέτοζαρ Μιλόσεβιτς, αυτοκτόνησε το 1962.[21] Ο αδελφός του Σβέτοζαρ, Σιμεούν, ήταν αξιωματικός του Στρατού του Μαυροβουνίου. Η μητέρα του Μιλόσεβιτς Στανισλάβα (το γένος Κόλιενσιτς) ήταν δασκάλα και ενεργό μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος και αυτοκτόνησε επίσης το 1972.[22] Ο αδελφός της (θείος του Μιλόσεβιτς), Mίλισαβ Κόλιενσιτς, ήταν υποστράτηγος του Γιουγκοσλαβικού Λαϊκού Στρατού και αυτοκτόνησε επίσης το 1963.
Ο Μιλόσεβιτς σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο του Βελιγραδίου, όπου έγινε επικεφαλής της ιδεολογικής επιτροπής του φοιτητικού τμήματος της Ενωσης Γιουγκοσλάβων Κομμουνιστών (ΕΓΚ). Στο πανεπιστήμιο έγινε φίλος με τον Ιβάν Στάμπολιτς, του οποίου ο θείος Πέταρ Στάμπολιτς ήταν πρόεδρος του Σερβικού Εκτελεστικού Συμβουλίου (Κομμουνιστικό αντίστοιχο του πρωθυπουργού). Αυτό έμελλε να αποδειχθεί μια κρίσιμη σχέση για τις προοπτικές σταδιοδρομίας του Μιλόσεβιτς, καθώς ο Στάμπολιτς υποστήριζε την άνοδό του μέσω της ιεραρχίας της ΕΓΚ.
Μετά την αποφοίτησή του το 1966 ο Μιλόσεβιτς έγινε οικονομικός σύμβουλος του Δήμαρχου του Βελιγραδίου Μπράνκο Πέσιτς. Πέντε χρόνια αργότερα παντρεύτηκε την παιδική του φίλη Μιριάνα Μάρκοβιτς, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά: το Mάρκο και τη Μαρία. Η Μάρκοβιτς είχε κάποια επιρροή στην πολιτική καριέρα του Μιλόσεβιτς τόσο πριν όσο και μετά την άνοδό του στην εξουσία. Ηγήθηκε επίσης του μικρού κυβερνητικού εταίρου του συζύγου της, της Γιουγκοσλαβικής Αριστεράς τη δεκαετία του 1990. Το 1968 ο Μιλόσεβιτς έπιασε δουλειά στην εταιρεία Τέχνογκαζ, όπου εργαζόταν ο Στάμπολιτς, και έγινε πρόεδρός της το 1973. Το 1978 η υποστήριξη του Στάμπολιτς επέτρεψε στο Μιλόσεβιτς να γίνει επικεφαλής της Μπεομπάνκα, μιας από τις μεγαλύτερες τράπεζες της Γιουγκοσλαβίας και τα συχνά ταξίδια του στο Παρίσι και τη Νέα Υόρκη του έδωσαν την ευκαιρία να μάθει αγγλικά. Είχε ύψος 1,86.[23]
Ανοδος στην εξουσία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στις 16 Απριλίου 1984 ο Μιλόσεβιτς εξελέγη πρόεδρος της Δημοτικής Επιτροπής του Βελιγραδίου της Ενωσης Γιουγκοσλάβων Κομμουνιστών.[24]. Στις 21 Φεβρουαρίου 1986 η Σοσιαλιστική Συμμαχία του Εργαζόμενου Λαού τον υποστήριξε ομόφωνα ως υποψήφιο πρόεδρο της Κεντρικής Επιτροπής της Ένωσης Κομμουνιστών της Σερβίας[25]. Ο Μιλόσεβιτς εξελέγη στο 10ο συνέδριο της Ένωσης Κομμουνιστών της Σερβίας στις 28 Μαΐου 1986.[26]
Ο Μιλόσεβιτς ξεχώρισε δυναμικά το 1987 ως δύναμη στη Σερβική πολιτική όταν διακήρυξε την υποστήριξή του στους Σέρβους στη Σερβική αυτόνομη επαρχία του Κοσσυφοπεδίου, που ισχυρίζονταν ότι καταπιέζονταν από την επαρχιακή κυβέρνηση, όπου κυριαρχούσε η πλειοψηφική εθνότητα ομάδα του Κοσσυφοπεδίου, οι Αλβανοί. Ο Μιλόσεβιτς ισχυρίστηκε ότι οι εθνικές Αλβανικές αρχές είχαν καταχραστεί τις εξουσίες τους, ότι η αυτονομία του Κοσσυφοπεδίου επέτρεπε την εδραίωση εκεί του αποσχιστικού κινήματος και ότι τα δικαιώματα των Σέρβων στην επαρχία παραβιάζονταν συστηματικά. Ως λύση ζήτησε πολιτικές αλλαγές για να μειώσει την αυτονομία, να προστατεύσει τα δικαιώματα της Σερβικής μειονότητας και να επιφέρει έντονη καταστολή του αποσχιστικού κινήματος στο Κοσσυφοπέδιο.
Ο Μιλόσεβιτς κατηγορήθηκε από αντιπάλους του ότι αυτός και οι σύμμαχοί του προσπαθούσαν να ενισχύσουν τη θέση των Σέρβων στη Γιουγκοσλαβία εις βάρος των Αλβανών του Κοσσυφοπεδίου και άλλων εθνικοτήτων, μια πολιτική την οποία κατηγόρησαν ότι ήταν εθνικιστική, πράγμα που ήταν ταμπού για το Γιουγκοσλαβικό Κομμουνιστικό σύστημα και ουσιαστικά πολιτικό έγκλημα, καθώς ο εθνικισμός θεωρείτο παραβίαση της δέσμευσης των Γιουγκοσλάβων Κομμουνιστών για Αδελφότητα και Ενότητα. Ο Μιλόσεβιτς απέρριπτε πάντοτε τους ισχυρισμούς ότι ήταν εθνικιστής ή ότι εκμεταλλεύτηκε το Σερβικό εθνικισμό για την άνοδό του στην εξουσία. Σε συνέντευξή του στο TIME το 1995 υπερασπίστηκε τον εαυτό του για τις κατηγορίες αυτές ισχυριζόμενος ότι ενεργούσε για όλες τις εθνότητες της Γιουγκοσλαβίας (αν και δεν έκανε καμία άμεση ή έμμεση αναφορά σε Σλαβομακεδόνες ή Μαυροβούνιους, που συχνά θεωρούντο από τους Σέρβους εθνικιστές ως Σέρβοι, ως προς την εθνική τους κληρονομιά): «Όλες οι ομιλίες μου μέχρι το '89 δημοσιεύτηκαν στο βιβλίο μου: βλέπετε ότι δεν υπήρχε εθνικισμός σε αυτές τις ομιλίες, εξηγούσαμε γιατί πιστεύουμε ότι είναι καλό να διατηρήσουμε τη Γιουγκοσλαβία για όλους τους Σέρβους, όλους τους Κροάτες, όλους τους Μουσουλμάνους και όλους τους Σλοβένους ως κοινή μας χώρα. Τίποτα άλλο.»[27]
Καθώς η εχθρότητα μεταξύ Σέρβων και Αλβανών στο Κοσσυφοπέδιο βάθυνε τη δεκαετία του 1980, ο Μιλόσεβιτς εστάλη για να απευθυνθεί σε ένα πλήθος Σέρβων στην ιστορική πεδιάδα του Κοσσυφοπεδίου στις 24 Απριλίου 1987. Ενώ ο Μιλόσεβιτς μιλούσε στην ηγεσία μέσα στο τοπικό πολιτιστικό κέντρο, διαδηλωτές έξω από αυτό συγκρούονταν με την τοπική αστυνομία των Αλβανών του Κοσσυφοπεδίου. Οι New York Times ανέφεραν ότι «ένα πλήθος 15.000 Σέρβων και Μαυροβουνίων πετούσε πέτρες στην αστυνομία, όταν χρησιμοποίησε κλομπ για να τους απομακρύνουν από την είσοδο του πολιτιστικού κέντρου του Κόσοβο Πόλιε»[28].
Ο Μιλόσεβιτς άκουσε τη φασαρία και βγήκε έξω για να ηρεμήσει την κατάσταση. Μια βιντεοκασέτα της εκδήλωσης δείχνει το Μιλόσεβιτς να απαντά σε καταγγελίες από το πλήθος ότι η αστυνομία τους κτυπούσε λέγοντας «δεν θα σας κτυπήσουν»[29]. Αργότερα εκείνο το βράδυ η Σερβική τηλεόραση πρόβαλε το βίντεο της συνάντησης του Μιλόσεβιτς.
Στο βιογραφικό του Μιλόσεβιτς ο Ανταμ ΛεΜπορ αναφέρει ότι το πλήθος επιτέθηκε στην αστυνομία και η απάντηση του Μιλόσεβιτς ήταν «Κανείς δεν θα τολμήσει να σας ξανακτυπήσει!»[30]
Ωστόσο η Ομοσπονδιακή Γραμματεία του Υπουργείου Εσωτερικών της ΣΟΔΓ καταδίκασε τη χρήση από την αστυνομία κλομπ από καουτσούκ ως παραβίαση των διατάξεων των άρθρων 100 και 101 του εσωτερικού κανονισμού για τη διαδικασία «επιβολής του νόμου», έχοντας διαπιστώσει ότι «η συνολική συμπεριφορά των πολιτών στο μαζικό συλλαλητήριο μπροστά από το πολιτιστικό κέντρο στο Κόσοβο Πόλιε δεν μπορεί να εκτιμηθεί ως αρνητική ή εξτρεμιστική και δεν υπήρξε σημαντική παραβίαση του νόμου και της τάξης».[31]
Αν και ο Μιλόσεβιτς απευθυνόταν μόνο σε μια μικρή ομάδα ανθρώπων γύρω του - όχι στο σύνολο,[32] έχει αποδοθεί μεγάλη σημασία σε αυτή την παρατήρηση. Ο Στάμπολιτς, μετά τη θητεία του του ως Προέδρου, δήλωσε ότι είχε δει εκείνη την ημέρα ως «το τέλος της Γιουγκοσλαβίας».
Ο Ντράγκισα Πάβλοβιτς, σύμμαχος του Στάμπολιτς και διάδοχος του Μιλοσεβιτς, επικεφαλής της κομματικής Επιτροπής του Βελιγραδίου, αποβλήθηκε από το κόμμα κατά την 8η σύνοδο της Ένωσης Κομμουνιστών της Σερβίας, όταν επέκρινε δημοσίως την πολιτική του Κόμματος στο Κοσσυφοπέδιο. Η κεντρική επιτροπή ψήφισε με συντριπτική πλειοψηφία την αποβολή του: 106 μέλη ψήφισαν υπέρ, 8 ψήφισαν κατά και 18 απείχαν[33]. Ο Στάμπολιτς αποβλήθηκε επίαης μετά την επίπληξή του από τους κομμουνιστές αξιωματούχους του Βελιγραδίου ότι καταχράσθηκε του αξιώματός του κατά την υπόθεση Πάβλοβιτς. Ο Στάμπολιτς κατηγορήθηκε ότι απέστειλε μυστική επιστολή στο Προεδρείο του Κόμματος, σε μια προσπάθεια κατάχρησης του βάρους της θέσης του ως Προέδρου της Σερβίας, για να εμποδίσει την ψηφοφορία στην κεντρική επιτροπή για την απομάκρυνση του Παβλόβιτς από το κόμμα.[34][35]
Το 2002 ο Ανταμ ΛεΜπορ και ο Λούι Σελ έγραψαν ότι ο Πάβλοβιτς πραγματικά αποβλήθηκε επειδή αντιτάχθηκε στην πολιτική του Μιλόσεβιτς έναντι των Σέρβων του Κοσσυφοπεδίου. Υποστηρίζουν ότι, αντίθετα με τις συμβουλές του Στάμπολιτς, ο Μιλόσεβιτς είχε καταγγείλει τον Παβλόβιτς ως ήπιο προς τους Αλβανούς ριζοσπάστες. Οι ΛεΜπορ και Λούι Σελ ισχυρίζονται ότι ο Μιλόσεβιτς προετοίμασε το έδαφος για την άνοδό του στην εξουσία με την αθόρυβη αντικατάσταση των υποστηρικτών του Στάμπολιτς με δικούς του ανθρώπους, απομακρύνοντας έτσι από την εξουσία τον Πάβλοβιτς και το Στάμπολιτς.[36][37]
Το Φεβρουάριο του 1988 η παραίτηση του Στάμπολιτς επισημοποιήθηκε, επιτρέποντας στο Μιλόσεβιτς να πάρει τη θέση του ως προέδρου της Σερβίας. Ο Μιλόσεβιτς ξεκίνησε τότε ένα πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων ελεύθερης αγοράς, υποστηριζόμενο από το ΔΝΤ, δημιουργώντας το Μάιο του 1988 την «Επιτροπή Μιλόσεβιτς», που περιλάμβανε τους κορυφαίους νεοφιλελεύθερους οικονομολόγους του Βελιγραδίου[38].
Αντιγραφειοκρατική επανάσταση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Από το 1988 η αντιγραφειοκρατική επανάσταση οδήγησε στην παραίτηση των κυβερνήσεων της Βοϊβοντίνας και του Μαυροβουνίου και στην εκλογή αξιωματούχων συμμάχων του Μιλόσεβιτς. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο του ΣΠΔΓ κατά του Μιλόσεβιτς: «Από τον Ιούλιο του 1988 ως το Μάρτιο του 1989 πραγματοποιήθηκαν στη Βοϊβοντίνα και στο Μαυροβούνιο σειρά διαδηλώσεων και συγκεντρώσεων που υποστήριζαν την πολιτική του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς - την «αντι-γραφειοκρατική επανάσταση». Οι διαμαρτυρίες αυτές κατέληξαν στην απομάκρυνση των αντίστοιχων κυβερνήσεων και οι νέες κυβερνήσεις υποστήριζαν το Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, στον οποίο άλλωστε ήταν και υποχρεωμένες».[39]
Οι υποστηρικτές του Μιλόσεβιτς υποστηρίζουν ότι η αντιγραφειοκρατική επανάσταση ήταν αυθεντικό πολιτικό κίνημα με λαϊκές ρίζες. Αντίθετα ο Μπράνκο Κόστιτς, τότε εκπρόσωπος του Μαυροβουνίου στη Γιουγκοσλαβική κρατική προεδρία, δήλωσε: «Λοιπόν, μου φαίνεται ανόητο. Αν μια κυβέρνηση ή μια ηγεσία υποστήριζε το Μιλόσεβιτς, τότε θα ήταν φυσιολογικό αυτός να αισθάνονται υποχρεωμένος σε αυτούς, όχι το αντίστροφο». Είπε ότι ο Μιλόσεβιτς απολάμβανε γνήσια λαϊκή στήριξη επειδή «το όνομά του εκείνη την εποχή έλαμπε στην πολιτική αρένα ολόκληρης της ομοσπονδιακής Γιουγκοσλαβίας ... και πολλοί άνθρωποι τον είδαν ως τον άνθρωπο που τελικά θα μπορούσε να κάνει τα πράγματα να κινηθούν».[40] Ο Κόστα Μπουλάτοβιτς, οργανωτής των αντιγραφειοκρατικών συγκεντρώσεων, δήλωσε: «Όλα αυτά ήταν αυθόρμητα», το κίνητρο για τη διαμαρτυρία «προερχόταν από του λαό»[41]
Οι επικριτές του Μιλόσεβιτς ισχυρίζονται ότι σχεδίασε και οργάνωσε κυνικά την αντιγραφειοκρατική επανάσταση για να ενισχύσει την πολιτική του δύναμη. Ο Στιέπαν Μέσιτς, που υπηρέτησε ως τελευταίος πρόεδρος της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας (στο πρελούδιο αυτών των γεγονότων), δήλωσε ότι ο Μιλόσεβιτς, «με την πολιτική που διεξήγαγε ανέτρεψε την αυτόνομη κυβέρνηση της Βοϊβοντίνα, που είχε εκλεγεί νόμιμα [και ] στο Μαυροβούνιο εφάρμοσε μια αντιγραφειοκρατική επανάσταση, όπως την ονόμασε, με την οποία κατέστρεψε τη Γιουγκοσλαβία».[42] Σχολιάζοντας το ρόλο του Μιλόσεβιτς ο Σλοβένος πρόεδρος Μίλαν Κούτσαν δήλωσε: «Κανείς από εμάς δεν πίστευε στη Σλοβενία ότι αυτές ήταν αυθόρμητες συγκεντρώσεις και συλλαλητήρια».[43] Κατηγόρησε τη Σερβική κυβέρνηση ότι υπέθαλψε σκόπιμα τα εθνικιστικά πάθη και οι Σλοβενικές εφημερίδες δημοσίευσαν άρθρα που συνέκριναν το Μιλόσεβιτς με τον Ιταλό Φασίστα δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι, άλλοτε μαρξιστή, που στράφηκε προς τον εθνικισμό. Ο Μιλόσεβιτς ισχυρίστηκε ότι αυτή η κριτική ήταν αβάσιμη και αποτελούσε «διάδοση φόβου για τη Σερβία».[44]
Στη Βοϊβοντίνα, όπου το 54% του πληθυσμού ήταν Σέρβοι, περίπου 100.000 διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν έξω από την έδρα του Κομμουνιστικού Κόμματος στο Νόβι Σαντ στις 6 Οκτωβρίου 1988 για να ζητήσουν την παραίτηση της επαρχιακής ηγεσίας. Η πλειοψηφία των διαδηλωτών ήταν εργαζόμενοι από την πόλη Μπάτσκα Παλάνκα, 40 χιλιόμετρα δυτικά του Νόβι Σαντ. Υποστήριξαν το Μιλόσεβιτς και αντιτάχθηκαν στις κινήσεις της επαρχιακής κυβέρνησης να εμποδίσουν τις επικείμενες τροποποιήσεις στο σύνταγμα της Σερβίας.[45][46][47] Οι New York Times ανέφεραν ότι οι διαδηλώσεις έγιναν «με την υποστήριξη του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς» και ότι «Διπλωμάτες και οι Γιουγκοσλάβοι διαφωνούσαν για το αν ο Μιλόσεβιτς, που η επιρροή του στα πλήθη ήταν μεγάλη, έβαλε το χέρι του στην οργάνωση των διαδηλώσεων στο Νόβι Σαντ».[48] Οι διαδηλώσεις ήταν επιτυχείς. Η επαρχιακή ηγεσία παραιτήθηκε και η Ενωση Κομμουνιστών της Βοϊβοντίνας εξέλεξε νέα ηγεσία[49]. Στις εκλογές που ακολούθησαν ο Ντράγκουτιν Ζελένοβιτς, σύμμαχος του Μιλόσεβιτς, εξελέγη μέλος της Προεδρίας της ΣΟΔΓ από τη Βοϊβοντίνα[50].
Στις 10 Ιανουαρίου 1989 η αντιγραφειοκρατική επανάσταση συνεχίστηκε στο Μαυροβούνιο, που είχε το χαμηλότερο μέσο μηνιαίο μισθό στη Γιουγκοσλαβία, ποσοστό ανεργίας σχεδόν 25% και όπου το ένα πέμπτο του πληθυσμού ζούσε κάτω από το όριο της φτώχειας. 50.000 διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν στην πρωτεύουσα του Μαυροβουνίου Τίτογκραντ (σήμερα Ποντγκόριτσα) για να διαμαρτυρηθούν για την οικονομική κατάσταση της δημοκρατίας και να ζητήσουν την παραίτηση της ηγεσίας της[51].
Την επόμενη μέρα η κρατική προεδρία του Μαυροβουνίου υπέβαλε τη συλλογική παραίτησή της μαζί με τους εκπροσώπους του Μαυροβουνίου στο Γιουγκοσλαβικό Πολιτικό Γραφείο. Ο εκπρόσωπος του Μαυροβουνίου στην ομοσπονδιακή προεδρία, Βέσελιν Τζουράνοβιτς, δήλωσε ότι η απόφαση να παραιτηθεί «προήλθε από αίσθημα ευθύνης για την οικονομική κατάσταση».[52][53]
Οι διαδηλωτές κρατούσαν πορτρέτα του Μιλόσεβιτς και φώναζαν το όνομά του, αλλά οι New York Times ανέφεραν ότι «δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι ο Σέρβος ηγέτης διαδραμάτισε οργανωτικό ρόλο» στις διαδηλώσεις.[54]
Μετά την αντιγραφειοκρατική επανάσταση στο Μαυροβούνιο έγιναν πολυκομματικές εκλογές για πρώτη φορά. Ο Νέναντ Μπούτσιν, πολιτικός αντίπαλος του Μιλόσεβιτς, εξελέγη εκπρόσωπος του Μαυροβουνίου στη συλλογική προεδρία της Γιουγκοσλαβίας[55] και ο Μομίρ Μπουλάτοβιτς, σύμμαχος του Μιλόσεβιτς, εξελέγη Πρόεδρος του Μαυροβουνίου.[56][57]
Συνταγματικές τροποποιήσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ξεκινώντας από το 1982 και το 1983, αντιδρώντας στις εξεγέρσεις των Αλβανών εθνικιστών στο Κοσσυφοπέδιο, η Κεντρική Επιτροπή της Ενωσης Κομμουνιστών της ΣΟΔΓ ενέκρινε μια σειρά αποφάσεων με στόχο να συγκεντρώσει τον έλεγχο της Σερβίας στην επιβολή του νόμου και στη δικαστική εξουσία στις επαρχίες της του Κοσσυφοπεδίου και της Βοϊβοντίνας.[58]
Από τις αρχές ως τα μέσα της δεκαετίας του 1980 υπήρχαν αξιώσεις για μαζική έξοδο Σέρβων και Μαυροβουνίων από το Κοσσυφοπέδιο ως αποτέλεσμα των ταραχών των Αλβανών[59]. Οι Σέρβοι εθνικιστές κατήγγειλαν το σύνταγμα της Γιουγκοσλαβίας του 1974 και οι αιτήσεις για αλλαγή ήταν ισχυρές μεταξύ των Σέρβων του Κοσσυφοπεδίου[59]. Το 1986 ο Πρόεδρος της Σερβίας Ιβάν Στάμπολιτς ανταποκρίθηκε αποδεχόμενος αυτή τη θέση και δηλώνοντας ότι το σύνταγμα του 1974 ήταν αντίθετο προς τα συμφέροντα των Σέρβων, αν και προειδοποίησε ότι «ορισμένα άτομα» «φλερτάρουν» με το Σερβικό εθνικισμό[59]. Ο Στάμπολιτς ίδρυσε επιτροπή για την τροποποίηση του Σερβικού Συντάγματος σύμφωνα με τα συμπεράσματα που υιοθέτησε το ομοσπονδιακό Κομμουνιστικό Κόμμα[58].
Η συνταγματική επιτροπή εργάστηκε για τρία χρόνια για να εναρμονίσει τις θέσεις της και το 1989 το τροποποιημένο σύνταγμα της Σερβίας υποβλήθηκε για έγκριση στις κυβερνήσεις του Κοσσυφοπεδίου, της Βοϊβοντίνας και της Σερβίας. Στις 10 Μαρτίου 1989 η Συνέλευση της Βοϊβοντίνας ενέκρινε τις τροπολογίες και ακολούθησαν η Συνέλευση του Κοσσυφοπεδίου στις 23 Μαρτίου και της Σερβίας στις 28 Μαρτίου[60][61][62].
Στη Συνέλευση του Κοσσυφοπεδίου 187 από τα 190 μέλη της συνέλευσης ήταν παρόντα κατά την ψηφοφορία: 10 ψήφισαν κατά των τροπολογιών, 2 απείχαν και τα υπόλοιπα 175 ψήφισαν υπέρ των τροπολογιών.[58][63] Αν και η εθνοτική σύνθεση της Συνέλευσης του Κοσσυφοπεδίου ήταν πάνω από 70% αλβανική.[58] αναγκάστηκαν να ψηφίσουν υπέρ των τροπολογιών υπό το άγρυπνο βλέμμα των νεοαφιχθέντων Σερβικών αστυνομικών δυνάμεων. Μετά την έγκριση των τροπολογιών για την αποκατάσταση του Σερβικού ελέγχου στην αστυνομία, τα δικαστήρια, την εθνική άμυνα και τις εξωτερικές υποθέσεις της επαρχίας. Σύμφωνα με αναφορά του United Press στις ταραχές σκοτώθηκαν 29 άτομα και τραυματίστηκαν 30 αστυνομικοί και 97 πολίτες[64].
Μετά από τις ταραχές που ακολούθησαν τις συνταγματικές τροποποιήσεις του 1989 οι Αλβανοί του Κοσσυφοπεδίου σε μεγάλο βαθμό μποϊκόταραν την επαρχιακή κυβέρνηση και αρνήθηκαν να ψηφίσουν στις εκλογές[65][66]. Ο Αζέμ Βλάσι, ηγέτης της Ένωσης Κομμουνιστών του Κοσσυφοπεδίου, συνελήφθη για την υποκίνηση των διαδηλώσεων εν μέσω της απεργίας των Αλβανών ανθρακωρύχων του Κοσσυφοπεδίου του 1989[67]. Επωφελούμενοι του μποϊκοτάζ των Αλβανών οι υποστηρικτές του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς εκλέχθηκαν από τους υπόλοιπους Σέρβους ψηφοφόρους στο Κοσσυφοπέδιο.
Οι αντιγραφειοκρατικές επαναστάσεις στο Μαυροβούνιο και τη Βοϊβοντίνα σε συνδυασμό με το αλβανικό μποϊκοτάζ στο Κοσσυφοπέδιο σήμαιναν ουσιαστικά ότι ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς και οι υποστηρικτές του κατέλαβαν εξουσία σε τέσσερις από τις οκτώ δημοκρατίες και τις αυτόνομες επαρχίες που συγκροτούσαν τη Γιουγκοσλαβική ομοσπονδία. Το αν αυτό ήταν κυνικά σχεδιασμένο από το Μιλόσεβιτς είναι ένα αντικείμενο διαμάχης μεταξύ των επικριτών και των υποστηρικτών του.
Επειδή οι υποστηρικτές του Μιλόσεβιτς έλεγχαν τις μισές ψήφους στην προεδρία της ΣΟΔΓ, οι επικριτές του τον κατηγορούν ότι υπονόμευσε τη Γιουγκοσλαβική ομοσπονδία. Αυτό, ισχυρίζονται οι επικριτές του, ανέτρεψε την ισορροπία δυνάμεων στη Γιουγκοσλαβία και προκάλεσε αποσχιστικές τάσεις στα άλλα μέρη της ομοσπονδίας. Οι υποστηρικτές του υποστηρίζουν ότι οι εκπρόσωποι της προεδρίας της ΣΟΔΓ εκλέχθηκαν σύμφωνα με το νόμο. Λένε ότι ο Μιλόσεβιτς απολάμβανε γνήσια λαϊκή στήριξη, οπότε ήταν απόλυτα λογικό οι σύμμαχοί του να εκλεγούν στην προεδρία. Οι υποστηρικτές του απέρριψαν τους ισχυρισμούς ότι ανέτρεψε την ισορροπία δυνάμεων στη Γιουγκοσλαβία ως προπαγάνδα που προοριζόταν να δικαιολογήσει τις αποσχιστικές ενέργειες.
Το 1990, όταν οι άλλες δημοκρατίες εγκατέλειψαν την Ενωση Γιουγκοσλάβων Κομμουνιστών και υιοθέτησαν δημοκρατικά πολυκομματικά συστήματα, η κυβέρνηση του Μιλόσεβιτς τις ακολούθησε σύντομα και εγκρίθηκε το Σερβικό Σύνταγμα του 1990. Το Σύνταγμα του 1990 επισήμως μετονόμασε τη Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Σερβίας σε Δημοκρατία της Σερβίας, εγκατέλειψε το μονοκομματικό κομμουνιστικό σύστημα και θέσπισε ένα δημοκρατικό πολυκομματικό σύστημα.
Μετά τη δημιουργία του πολυκομματικού συστήματος στη Σερβία ο Μιλόσεβιτς και οι πολιτικοί σύμμαχοί του στη Σερβία και αλλού στη Γιουγκοσλαβία προώθησαν τη δημιουργία ενός δημοκρατικού πολυκομματικού συστήματος διακυβέρνησης σε ομοσπονδιακό επίπεδο και τα κρατικά μέσα ενημέρωσης της Σερβίας απευθύνονταν στους πολίτες της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης στις αρχές του 1992 με την υπόσχεση ότι η Βοσνία και Ερζεγοβίνη θα μπορούσε να συνυπάρξει ειρηνικά σε μια δημοκρατική Γιουγκοσλαβική ομοσπονδία μαζί με τις δημοκρατίες της Σερβίας και του Μαυροβουνίου[68]. Εκτός από τους Σέρβους ο υπόλοιπος πληθυσμός της Βοσνίας και της Ερζεγοβίνης ψήφισε υπέρ της απόσχισης. Στη συνέχεια η Σερβία και το Μαυροβούνιο συμφώνησαν να δημιουργήσουν τη νέα Γιουγκοσλαβική ομοσπονδία που ονομάστηκε Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας το 1992, που διέλυσε ότι απέμενε από τις κομμουνιστικές δομές και δημιούργησε ένα ομοσπονδιακό δημοκρατικό πολυκομματικό σύστημα διακυβέρνησης.
Οικονομική πολιτική
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Μιλόσεβιτς υποστήριξε μια σύνθεση σοσιαλιστικών και φιλελεύθερων οικονομικών πολιτικών που θα μετέβαλαν σταδιακά τη Σερβία από μια σχεδιασμένη σε μια μικτή οικονομία[69][70]. Κατά τις πρώτες δημοκρατικές εκλογές στη Σερβία ο Μιλόσεβιτς υποσχέθηκε να προστατεύσει τους εργαζόμενους στη βιομηχανία από τις δυσμενείς επιπτώσεις των πολιτικών της ελεύθερης αγοράς διατηρώντας την κοινωνική ιδιοκτησία της οικονομίας και υποστηρίζοντας τους εμπορικούς φραγμούς προκειμένου να προστατεύσει τις τοπικές βιομηχανίες.[71]. Παρ 'όλα αυτά πολλοί κατηγόρησαν το Μιλόσεβιτς ότι δημιούργησε μια κλεπτοκρατία, μεταβιβάζοντας την ιδιοκτησία μεγάλου μέρους του βιομηχανικού και χρηματοπιστωτικού τομέα στους πολιτικούς συμμάχους και χρηματοδότες του.[72] Με βαριές οικονομικές κυρώσεις από τα Ηνωμένα Έθνη λόγω του διαπιστωμένου ρόλου του Μιλόσεβιτς στους Γιουγκοσλαβικούς πολέμους, η οικονομία της Σερβίας ξεκίνησε μια παρατεταμένη περίοδο οικονομικής κατάρρευσης και απομόνωσης. Η χαλαρή, λόγω του πολέμου, νομισματική πολιτική της Εθνικής Τράπεζας της Γιουγκοσλαβίας της Γιουγκοσλαβίας συνετέλεσε σε υπερπληθωρισμό, που έφθασε στο τρομακτικό ποσοστό 313 εκατομμυρίων τοις εκατό τον Ιανουάριο του 1994.[73] Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα η οικονομία της Σερβίας μειώθηκε κατά 27,2 και 30,5% το 1992 και το 1993 αντίστοιχα. Αντιδρώντας στην επιδείνωση της κατάστασης διορίστηκε διοικητής της Εθνικής Τράπεζας της Γιουγκοσλαβίας το Μάρτιο του 1994 ο οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζας Ντράγκοσλαβ Αμπράμοβιτς. Αυτός εφάρμοσε νομισματικές μεταρρυθμίσεις που έθεσαν τέλος στον υπερπληθωρισμό και επανέφεραν τη σερβική οικονομία στην οικονομική ανάπτυξη, δίνοντας στο Γιουγκοσλαβικό Δηνάριο ισοτιμία 1: 1 με το Γερμανικό Μάρκο. Ο ρόλος του Μιλόσεβιτς στην υπογραφή των Συμφωνιών του Ντέιτον επέτρεψε την άρση των περισσότερων οικονομικών κυρώσεων, αλλά η ΟΔ Γιουγκοσλαβίας δεν είχε ακόμη πρόσβαση στην οικονομική και ξένη βοήθεια λόγω της συνεχιζόμενης καταπίεσης των Αλβανών στο Κοσσυφοπέδιο. Η οικονομία της Σερβίας άρχισε να αναπτύσσεται την περίοδο 1994-1998, με ρυθμό ακόμη και 10,1% το 1997. Ωστόσο αυτός ο ρυθμός ανάπτυξης δεν ήταν επαρκής για να επιστρέψει η Σερβία στην οικονομική της κατάσταση πριν από τον πόλεμο. Για να πληρώσει τις συντάξεις και τους μισθούς η σοσιαλιστική κυβέρνηση του Μιλόσεβιτς δεν είχε άλλη επιλογή παρά να ξεκινήσει να πωλεί τις πιο κερδοφόρες τηλεπικοινωνίες της Σερβίας, γεγονός που έδωσε στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση έσοδα ύψους 1,05 δισ. Δολ.[74] Το 1998 ο Μιλόσεβιτς υποσχέθηκε να εισαγάγει ένα νέο οικονομικό πρόγραμμα που θα ξεκινούσε μια διαδικασία μεταρρυθμίσεων της αγοράς, μείωση των εμπορικών φραγμών και ιδιωτικοποίηση περισσότερων κρατικών επιχειρήσεων προκειμένου να επιτύχει ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης 10%[75]. Ωστόσο το σχέδιο αυτό δεν υλοποιήθηκε ποτέ λόγω του Πολέμου του Κοσσυφοπεδίου, των Νατοϊκών βομβαρδισμών της Γιουγκοσλαβίας και της επακόλουθης ανατροπής του τον Οκτώβριο του 2000.
Ατομικά και πολιτικά δικαιώματα υπό το Μιλόσεβιτς
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η κυβερνητική πολιτική του Μιλόσεβιτς για τα αστικά και πολιτικά δικαιώματα όταν υπηρετούσε ως πρόεδρος της Σερβίας και αργότερα της Γιουγκοσλαβίας ήταν αμφιλεγόμενη.
Η κυβέρνηση Μιλόσεβιτς ασκούσε επιρροή και λογοκρισία στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Ένα παράδειγμα ήταν το Μάρτιο του 1991, όταν ο Εισαγγελέας της Σερβίας διέταξε διακοπή 36 ωρών του προγράμματος δύο ανεξάρτητων ραδιοτηλεοπτικών μέσων, του ραδιόφωνου B92 και της τηλεόρασης Studio B, για να εμποδίσουν τη μετάδοση διαδήλωσης εναντίον της Σερβικής κυβέρνησης στο Βελιγράδι[76]. Οι δύο σταθμοί μέσων ενημέρωσης προσέφυγαν στον Εισαγγελέα ενάντια στην απαγόρευση, αλλά ο εισαγγελέας παρέλειψε να απαντήσει.[76]
Με τη δημιουργία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας, η κυβέρνηση του Μιλόσεβιτς προχώρησε σε μεταρρυθμίσεις του Σερβικού Ποινικού Κώδικα σχετικά με τους περιορισμούς στην ελευθερία του λόγου, που δέχθηκαν επικρίσεις ως αυταρχικοί. Ειδικότερα το άρθρο 98 του Σερβικού Ποινικού Κώδικα τη δεκαετίας του 1990 τιμωρούσε με φυλάκιση μέχρι τριών ετών τα εξής:
«... δημόσια γελοιοποίηση της Δημοκρατίας της Σερβίας ή άλλης Δημοκρατίας εντός της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας, της σημαίας, του εθνόσημου ή του ύμνου τους, της προεδρίας, των συνελεύσεων ή των εκτελεστικών συμβουλίων τους, του πρόεδρου του εκτελεστικού συμβουλίου σε σχέση με την εκτέλεση τους ... »[76]
Ο ομοσπονδιακός ποινικός κώδικας της Γιουγκοσλαβίας προστάτευε επίσης τους προέδρους των ομοσπονδιακών θεσμών, το Γιουγκοσλαβικό Στρατό και τα ομοσπονδιακά εμβλήματα[76]. Τόσο η Σερβική όσο και η ομοσπονδιακή Γιουγκοσλαβική νομοθεσία παρείχαν περιορισμένη προστασία στους δημοσιογράφους[76]. Το αποτέλεσμα ήταν πολλαπλές κατηγορίες εναντίον ποικίλων ανθρώπων που ήταν αντίθετοι στις πολιτικές των Σερβικών και Γιουγκοσλαβικών κυβερνήσεων, ακόμη και Σέρβου γελοιογράφου που έκανε πολιτική σάτιρα.
Ο ρόλος του Μιλόσεβιτς στους Γιουγκοσλαβικούς πολέμους
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το κατηγορητήριο της Χάγης ισχυρίζεται ότι, από το 1987, ο Μιλόσεβιτς «ενέκρινε μια σερβική εθνικιστική ατζέντα» και «εκμεταλλεύτηκε ένα αυξανόμενο κύμα Σερβικού εθνικισμού προκειμένου να ενισχύσει τη συγκεντρωτική εξουσία στη ΣΟΔΓ»[39]. Οι εισαγγελείς του ICTY ισχυρίστηκαν ότι «τα κατηγορητήρια [της Κροατίας, της Βοσνίας και του Κοσσυφοπεδίου] ήταν όλα μέρος ενός κοινού σχεδίου, στρατηγικής ή πλάνου του κατηγορούμενου [Μιλόσεβιτς] να δημιουργήσει μια «Μεγάλη Σερβία», ένα συγκεντρωτικό Σερβικό κράτος που θα περιλάμβανε τις κατοικούμενες από Σέρβους περιοχές της Κροατίας και της Βοσνίας και ολόκληρου του Κοσσυφοπεδίου, και ότι αυτό το σχέδιο έπρεπε να επιτευχθεί με τη βίαιη απομάκρυνση των μη Σέρβων από μεγάλες γεωγραφικές περιοχές μέσω της διάπραξης των εγκλημάτων που αναφέρονται στα κατηγορητήρια. Αν και τα γεγονότα στο Κοσσυφοπέδιο απείχαν από εκείνα στην Κροατία και τη Βοσνία περισσότερο από τρία χρόνια, αποτελούσαν μόνο συνέχιση αυτού του σχεδίου και μπορούν να γίνουν κατανοητά εντελώς μόνο σε σχέση με τα γεγονότα που συνέβησαν στην Κροατία και τη Βοσνία ».[77] Οι υπερασπιστές του Μιλόσεβιτς ισχυρίζονται ότι η εισαγγελία δεν μπόρεσε να προσκομίσει ούτε μία διαταγή που να εκδόθηκε από την κυβέρνησή του σε Σέρβους μαχητές στην Κροατία ή τη Βοσνία. Προς το τέλος της αναφοράς της Εισαγγελίας, ένας αναλυτής της παραδέχτηκε στο πλαίσιο της διασταυρούμενης εξέτασης ότι πράγματι αυτό ήταν αλήθεια. Ωστόσο έσπευσε να επισημάνει ότι «το γεγονός ότι δεν έχουμε διαταγές δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν», στο οποίο ο Μιλόσεβιτς απάντησε «Δεν υπάρχει καμία, γι 'αυτό δεν έχετε».[78]
Από τους πολέμους η πολιτική συμπεριφορά του Μιλόσεβιτς έχει αναλυθεί ως φύσει πολιτικά καιροσκοπική.[79] Οι ισχυρισμοί ότι ο Μιλόσεβιτς είχε ως κύριο κίνητρο την επιθυμία για εξουσία υποστηρίχθηκαν από πολλούς ανθρώπους που τον είχαν γνωρίσει ή είχαν εργαστεί γι 'αυτόν[80]. Ορισμένοι πιστεύουν ότι ο αρχικός του στόχος μέχρι την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας ήταν να αναλάβει τον έλεγχό της, με τη φιλοδοξία να γίνει ο επόμενος ηγέτης της, ένας «δεύτερος Τίτο».[79][81] Σύμφωνα με αυτό ο Μιλόσεβιτς εκμεταλλεύτηκε τον εθνικισμό ως εργαλείο για την κατάληψη της εξουσίας στη Σερβία, χωρίς πραγματικά να τον πιστεύει ιδιαίτερα[80]. Κατά τα πρώτα είκοσι πέντε χρόνια της πολιτικής του σταδιοδρομίας στην κομμουνιστική κυβέρνηση της Γιουγκοσλαβίας, ο Μιλόσεβιτς ήταν ένας τυπικός δημόσιος υπάλληλος που δεν φαινόταν να έχει εθνικιστικούς στόχους[80]. Αργότερα προσπάθησε να παρουσιαστεί ως ειρηνοποιός στους Γιουγκοσλαβικούς Πολέμους και εγκατέλειψε την υποστήριξη του εθνικισμού[80]. Επέστρεψε στην υποστήριξη του εθνικισμού κατά τον Πόλεμο του Κοσσυφοπεδίου και έκανε έκκληση στα αντιιμπεριαλιστικά αισθήματα.[80] Η διάδοση του βίαιου εθνικισμού έχει επίσης αποδοθεί στην αδιαφορία του Μιλόσεβιτς.[82]
Οι πηγές της εθνικιστικής ατζέντας του Μιλόσεβιτς πιστεύεται ότι είχε επηρεαστεί από τις πολιτικές του λαοφιλούς εξέχοντος Σερβικού Κομμουνιστή αξιωματούχου και πρώην Γιουγκοσλάβου Παρτιζάνου Αλεκσάνταρ Ράνκοβιτς, που ήταν γνωστός για την προώθηση των εθνικών συμφερόντων της Σερβίας στη Γιουγκοσλαβία και για σκληρές αστυνομικές ενέργειες εναντίον Αλβανών στο Κοσσυφοπέδιο.[83] Υποστήριζε μια συγκεντρωτική Γιουγκοσλαβία και αντέδρασε στις προσπάθειες που προωθούσαν την αποκέντρωση, που θεωρούσε ότι ήταν αντίθετη προς τα συμφέροντα της Σερβικής ενότητας[84]. Ο Ράνκοβιτς επέβαλε σκληρά κατασταλτικά μέτρα στους Αλβανούς του Κοσσυφοπεδίου με βάση κατηγορίες ότι ήταν συμπαθούντες της Σταλινικής κυβέρνησης του Ενβέρ Χότζα στην Αλβανία [85]. Το 1956 διεξήχθη επιδεικτικά μια δίκη στην Πρίστινα, κατά την οποία πολλοί Αλβανοί Κομμουνιστές του Κοσσυφοπεδίου καταδικάστηκαν ως κατάσκοποι από την Αλβανία και τους επιβλήθηκαν μακροχρόνιες ποινές φυλάκισης[85]. Ο Ράνκοβιτς επεδίωξε να εξασφαλίσει τη θέση των Σέρβων στο Κοσσυφοπέδιο και τους έδωσε την κυριαρχία στη νομενκλατούρα του Κοσσυφοπεδίου[81]. Υπό την επιρροή του Ράνκοβιτς τότε το Ισλάμ στο Κοσσυφοπέδιο καταπιεζόταν και τόσο οι Αλβανοί όσο και οι Σλάβοι Μουσουλμάνοι ενθαρρύνονταν να δηλώσουν ότι είναι Τούρκοι και να μεταναστεύσουν στην Τουρκία[85] . Ταυτόχρονα οι Σέρβοι και οι Μαυροβούνιοι κυριάρχησαν στην κυβέρνηση, στις δυνάμεις ασφαλείας και στη βιομηχανική απασχόληση στο Κοσσυφοπέδιο[85]. Η δημοτικότητα των εθνικιστικών πολιτικών του Ράνκοβιτς στη Σερβία έγινε εμφανής κατά τη διάρκεια της κηδείας του το 1983, όπου πολλοί άνθρωποι την παρακολούθησαν, θεωρώντας το Ράνκοβιτς Σέρβο «εθνικό» ηγέτη[83]. Το γεγονός αυτό πιστεύεται ότι επηρέασε ενδεχομένως το Μιλόσεβιτς, που παρακολούθησε την κηδεία του Ράνκοβιτς, να αναγνωρίσει τη δημοτικότητα της ατζέντας του[83]. Αυτή η σύνδεση με την κληρονομιά του Ράνκοβιτς αναγνωρίστηκε από πολλούς Γιουγκοσλάβους, που θεώρησαν την πολιτική του Μιλόσεβιτς κατά την εξουσία του στη Σερβία ως «επαναφορά του Ράνκοβιτς»[86].
Κατά τη διάρκεια της Αντιγραφειοκρατικής Επανάστασης ο Μιλόσεβιτς προέτρεψε τους Σέρβους και τους Μαυροβούνιους να «βγουν στους δρόμους» και χρησιμοποίησαν το σύνθημα «Ισχυρή Σερβία, Ισχυρή Γιουγκοσλαβία» που υποστηριζόταν από Σέρβους και Μαυροβούνιους αλλά αποξένωνε τα άλλα γιουγκοσλαβικά έθνη.[87] Σε αυτά η ατζέντα του Μιλόσεβιτς τους υπενθύμιζε τη Σερβική ηγεμονική πολιτική του Βασιλείου της Γιουγκοσλαβίας και τις πολιτικές του Ράνκοβιτς [87]. Ο Μιλοσεβιτς απευθύνθηκε στο εθνικιστικό και λαϊκιστικό αίσθημα, μιλώντας για τη σημασία της Σερβίας για τον κόσμο και σε ομιλία του στο Βελιγράδι στις 19 Νοεμβρίου 1988, μίλησε για τη Σερβία που αγωνιζόταν εναντίον τόσο εσωτερικών όσο και εξωτερικών εχθρών[87] Στη Βοϊβοντίνα ένας όχλος διαδηλωτών υπέρ το Μιλόσεβιτς, που περιλάμβανε 500 Σέρβους του Κοσσυφοπεδίου και ντόπιους Σέρβους διαδήλωσε στην πρωτεύουσα της επαρχίας, κατηγορώντας την ηγεσία της Βοϊβοντίνας για υποστήριξη της απόσχισης και ότι ήταν «προδότες»[88]. Τον Αύγουστο του 1988 σε πολλές περιοχές της Σερβίας και του Μαυροβουνίου πραγματοποιήθηκαν συναντήσεις από υποστηρικτές της Αντιγραφειοκρατικής Επανάστασης, με ολοένα και πιο βίαιο χαρακτήρα, όπου ακούστηκαν εκκλήσεις όπως «Δώστε μας όπλα!», «Θέλουμε όπλα!», «Ζήτω η Σερβία-θάνατος στους Αλβανούς!», και «το Μαυροβούνιο είναι Σερβία!»[89]. Τον ίδιο μήνα ο Μιλόσεβιτς ξεκίνησε προσπάθειες με σκοπό να αποσταθεροποιήσει τις κυβερνήσεις του Μαυροβουνίου και της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης για να μπορέσει να εγκαταστήσει τους οπαδούς του σε αυτές τις δημοκρατίες[89]. Το 1989 ο Μιλόσεβιτς και οι υποστηρικτές του έλεγχαν την Κυρίως Σερβία μαζί με τις αυτόνομες επαρχίες του Κοσσυφοπεδίου και της Βοϊβοντίνας και την ηγεσία του Μαυροβουνίου, ενώ πράκτορες της Σερβικής υπηρεσίας ασφαλείας κατέβαλλαν προσπάθειες να αποσταθεροποιήσουν την κυβέρνηση στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη. Η νέα κυβέρνηση του Μαυροβουνίου υπό την ηγεσία του Mόμιρ Μπουλάτοβιτς θεωρήθηκε από μερικούς ως δορυφόρος της Σερβίας.[90][91][92] Το 1989 τα σερβικά μέσα ενημέρωσης άρχισαν να μιλούν για «τον υποτιθέμενο κίνδυνο για τους Σέρβους της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης», καθώς οι εντάσεις μεταξύ Σέρβων, Βοσνίων (Μουσουλμάνων) και Κροατών αυξάνονταν μετά την υποστήριξη των Σέρβων προς το Μιλόσεβιτς[93]. Οι προσπάθειες διάδοσης της προσωπολατρείας του Μιλόσεβιτς στη ΣΔ Μακεδονίας ξεκίνησαν το 1989 με την εισαγωγή συνθημάτων, γκράφιτι και τραγούδια που τον υμνούσαν[93]. Επιπλέον ο Μιλόσεβιτς πρότεινε νόμο για την αποκατάσταση των τίτλων ιδιοκτησίας του μεσοπολέμου των Σέρβων, που έδωσε ουσιαστικά τη νομική βάση για μεγάλο αριθμό Σέρβων να μετακομίσουν στο Κοσσυφοπέδιο και τη ΣΔ Μακεδονίας για να ανακτήσουν αυτές τις εκτάσεις[93]. Το 1989 ο Μιλόσεβιτς υποστήριξε τους Σέρβους της Κροατίας, που απαιτούσαν τη δημιουργία μιας αυτόνομης επαρχίας για τους Σέρβους της Κροατίας, την οποία απέρριπταν οι κομμουνιστικές αρχές της Κροατίας[94]. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 ο Μιλόσεβιτς επέτρεψε την κινητοποίηση Σερβικών εθνικιστικών οργανώσεων και τη δράση τους χωρίς αντίδραση της Σερβικής κυβέρνησης, με τους Τσέτνικ να διαδηλώνουν και η Σερβική κυβέρνηση αγκάλιασε τη Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία και αποκατέστησε τη νομιμότητά της στη Σερβία.
Η Κροατία και η Σλοβενία κατήγγειλαν τις ενέργειες του Μιλόσεβιτς και άρχισαν να απαιτούν να γίνει η Γιουγκοσλαβία ένα πλήρως πολυκομματικό συνομοσπονδιακό κράτος[93]. Ο Μιλόσεβιτς ισχυρίστηκε ότι ήταν αντίθετος σε ένα συνομοσπονδιακό σύστημα, αλλά δήλωσε επίσης ότι θα δεχόταν να δημιουργηθεί, αλλά με τα εξωτερικά σύνορα της Σερβίας να αποτελούν «ανοιχτό ζήτημα»[95] . Οι εντάσεις μεταξύ των δημοκρατιών κλιμακώθηκαν σε κρίση που ξεκίνησε το 1988, με τη Σλοβενία να κατηγορεί τη Σερβία για σταλινισμό, ενώ η Σερβία κατηγορούσε τη Σλοβενία για προδοσία [94]. Οι Σέρβοι μποϊκόταραν τα σλοβενικά προϊόντα και οι κάτοικοι του Βελιγραδίου άρχισαν να αποσύρουν τις καταθέσεις τους από τη Σλοβενική Τράπεζα της Λιουμπλιάνα[96]. Η Σλοβενία κατηγόρησε τη Σερβία για το διωγμό των Αλβανών του Κοσσυφοπεδίου και δήλωσε την αλληλεγγύη της προς αυτούς, ενώ ο Μιλοσεβιτς με τη σειρά του κατηγόρησε τη Σλοβενία ότι είναι «λακές» της Δυτικής Ευρώπης[96]. Σε απάντηση στις κλιμακούμενες εντάσεις η Κροατία εξέφρασε τη στήριξή της στη Σλοβενία, η Βοσνία και Ερζεγοβίνη δήλωσε την ουδετερότητά της, ενώ το Μαυροβούνιο υποστήριξε τη Σερβία[97]. Η Σλοβενία το 1989 αναμόρφωσε το σύνταγμά της, που πλέον περιελάμβανε το δικαίωμά της της απόσχισης. Αυτές οι αλλαγές προκάλεσαν κατηγορίες από τα σερβικά μέσα ενημέρωσης ότι ήταν «αποσταθεροποιητικές».[97] Η απάντηση της Σερβίας ήταν ένα σχέδιο για τη διεξαγωγή διαδηλώσεων στη Λιουμπλιάνα 30.000 ως 40.000 Σέρβων, υποτίθεται για να ενημερώσουν τους Σλοβένους σχετικά με την κατάσταση στο Κοσσυφοπέδιο, πράγμα που θεωρήθηκε ότι ήταν μια ενέργεια που αποσκοπούσε στην αποσταθεροποίηση της Σλοβενικής κυβέρνησης.[97] Η Κροατία και η Σλοβενία εμπόδισαν τους Σέρβους διαδηλωτές να διασχίσουν με τρένο τη Σλοβενία.[97] Η Σερβία αντέδρασε διακόπτοντας τις πολιτικές σχέσεις μεταξύ των δύο δημοκρατιών και 329 Σερβικές επιχειρήσεις διέκοψαν τις σχέσεις τους με τη Σλοβενία [97]. Με αυτά τα γεγονότα το 1989 ο εθνικισμός οξύνθηκε με τις ενέργειες μισαλλοδοξίας, διακρίσεων και εθνοτικής βίας να αυξάνονται[97]. Το ίδιο έτος αξιωματούχοι της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης διαπίστωσαν αύξηση των εντάσεων μεταξύ Βοσνίων, Κροατών και Σέρβων, υπήρχαν φήμες σχετικά με επεισόδια μεταξύ Κροατών και Σέρβων, ενώ κλιμακώθηκαν οι αιτιάσεις Κροατών και των Σέρβων ότι οι Βόσνιοι δεν ήταν πραγματικό έθνος.[98]
Με την κατάρρευση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γιουγκοσλαβίας πραγματοποιήθηκαν πολλές εκλογές στη Σερβία το 1990, με ορισμένα εθνικιστικά κόμματα να προβάλλουν την ατζέντα για τη δημιουργία μιας Μεγάλης Σερβίας, καθώς η Γιουγκοσλαβία κατέρρευσε[99]. Από το 1990 και μετά, καθώς οι Σέρβοι της Κροατίας πίεζαν για αυτονομία και άρχισαν να εξοπλίζονται, η Σερβική κρατική εφημερίδα Πολίτικα κατήγγειλε την Κροατική κυβέρνηση του Φράνιο Τούτζμαν για φερόμενη «προσπάθεια αποκατάστασης του καθεστώτος των Ούστασε της εποχής του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου» και για «αντιγραφή του Τίτο» και δεσμεύθηκε ότι το Βελιγράδι θα υποστήριζε τους Σέρβους της Κροατίας[95]. Ο Γιουγκοσλαβικός Λαϊκός Στρατός (JNA) άρχισε να παρέχει όπλα στους Σέρβους της Κροατίας, ενώ η κατάσταση στο Βελιγράδι γινόταν όλο και πιο έντονη καθώς οι Σέρβοι διαδήλωναν έξω από το κοινοβούλιο φωνάζοντας «Θέλουμε όπλα» και «Ας πάμε στην Κροατία!»[94]
Ο Μιλόσεβιτς και άλλα μέλη της Σερβικής ηγεσίας τη δεκαετία του 1980 επιχείρησαν να κερδίσουν την υποστήριξη των Σέρβων εθνικιστών, κάνοντας έκκληση για αναθεώρηση της ιστορίας της Γιουγκοσλαβίας κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Για να γίνει αυτό η παράδοση της εποχής του Τίτο της εστίασης της συνένωσης του πληθυσμού της Γιουγκοσλαβίας με τη μνήμη συνολικά των θυμάτων των Γιουγκοσλάβων στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο από τις δυνάμεις του Άξονα αντικαταστάθηκε από την εστίαση της κυβέρνησης Μιλόσεβιτς στη μνήμη των θυμάτων των Σέρβων του Β' Παγκοσμίου Πολέμου από τους Κροάτες Ούστασε[100]. Αυτή η προσπάθεια να αποκτήσει εθνικιστική υποστήριξη είχε επίσης ως αποτέλεσμα την αύξηση της ριζοσπαστικοποίησης του σερβικού εθνικισμού[100]. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 οι θεωρίες συνωμοσίας που δαιμονοποιούσαν τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία άρχισαν να διαδίδονται ευρέως και να υποστηρίζονται από Σέρβους εκδότες. Αυτό είχε ιδιαίτερη σημασία, καθώς πρόκειτο για επιθέσεις κατά της εθνικής θρησκείας των Κροατών[101]. Το πολιτικό κλίμα στη Σερβία και στα Σερβικά εδάφη προκάλεσε την άνοδο του υπερεθνικισμού και έντονες και κατά καιρούς βίαιες συγκρούσεις μεταξύ των Σέρβων, ιδιαίτερα μεταξύ των εθνικιστών και των μη εθνικιστών. Οι Σέρβοι που αντιτάχθηκαν δημόσια στην εθνικιστική ατζέντα αναφέρθηκε ότι απειλήθηκαν, διώχθηκαν ή και σκοτώθηκαν[102].
Τα σερβικά μέσα ενημέρωσης κατά τη διάρκεια της εποχής του Μιλόσεβιτς ήταν γνωστό ότι υιοθέτησαν το σερβικό εθνικισμό και πατριωτισμό[103], ενώ προωθούσαν την ξενοφοβία προς τις άλλες εθνότητες της Γιουγκοσλαβίας[104]. Οι Αλβανοί χαρακτηρίζονταν συνήθως στα μέσα ενημέρωσης ως αντιγιουγκοσλάβοι αντεπαναστάτες, βιαστές και απειλή για το σερβικό έθνος[105]. Η Σερβική κρατική εφημερίδα Πολίτικα είχε αρκετά ξενοφοβικά πρωτοσέλιδα, όπως το 1991, γράφοντας ότι «οι Σκίπταρ [Αλβανοί] παρακολουθούν και περιμένουν»[106]. Η εφημερίδα επιτέθηκε επίσης εναντίον των Κροατών για την εκλογή του Φράνιο Τούτζμαν ως προέδρου, λέγοντας ότι η «ηγεσία της Κροατίας ντροπιάζει και πάλι τον κροατικό λαό» [107]. Προσπάθησε να ισχυριστεί ότι οι Κροάτες και οι Αλβανοί συνεργάζονταν σε μια εκστρατεία εναντίον της Σερβικής κυβέρνησης κατά τις διαδηλώσεις του 1991 στο Βελιγράδι κατά της κυβέρνησης του Μιλόσεβιτς, αρνούμενη ότι οι Σέρβοι συμμετείχαν στη διαδήλωση και ισχυριζόμενη ότι «ήταν Σκίπταρ και Κροάτες που διαδήλωναν».[107] Όταν ξέσπασε ο πόλεμος στην Κροατία η Πολίτικα προώθησε το σερβικό εθνικισμό, την εχθρότητα προς την Κροατία και τη βία και στις 2 Απριλίου 1991 ο τίτλος της εφημερίδας έγραφε «Η Κράινα αποφασίζει να ενταχθεί στη Σερβία». Ενα από τα θέματα της εφημερίδας ήταν η «Σερβική ενότητα - διάσωση της Κράινα»[108]. Στις 5 Ιουνίου 1991 η Πολίτικα εξπρές είχε ένα άρθρο με τίτλο «Οι Σέρβοι πρέπει να πάρουν τα όπλα». Στις 25 Ιουνίου 1991 και στις 3 Ιουλίου 1991 η Πολίτικα άρχισε να προωθεί ανοικτά το διαμελισμό της Κροατίας, γράφοντας «Δεν μπορούμε να δεχτούμε την Κροατία να διατηρεί αυτά τα σύνορα», «η Κράινα στο ίδιο κράτος με τη Σερβία, το Μαυροβούνιο και τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη» Ο Γιόβαν Μαριάνοβιτς, από το Σερβικό Κίνημα Ανανέωσης, δήλωνε ότι «ο στρατός της Γιουγκοσλαβίας πρέπει να έρθει στην Κροατία και να καταλάβει τη γραμμή Μπένκοβατς-Κάρλοβατς-Παάκρατς-Μπαράνια», ουσιαστικά καταλαμβάνοντας σχεδόν όλη την Κροατία και πάντως όλα τα εδάφη της Κροατίας που ήταν που διεκδικούσαν οι εθνικιστές υποστηρικτές μιας Μεγάλης Σερβίας[109]. Για να προωθήσει το φόβο και την οργή μεταξύ των Σέρβων προς την Κροατία, στις 25 Ιουνίου 1991, η Πολίτικα υπενθύμισε στους Σέρβους τις βιαιοπραγίες της Κροατικής φασιστικής Ούστασε εναντίον των Σέρβων κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, λέγοντας ότι το Γιασένοβατς (στρατόπεδο συγκέντρωσης των Ούστασε κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο) δεν πρέπει να ξεχαστεί.[110] Σύμφωνα με το Μπόρισαβ Γιόβιτς, που ήταν πρώην σύμμαχός του, ο Μιλόσεβιτς ασκούσε λογοκρισία στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και διατηρούσε ισχυρή προσωπική επιρροή στα κρατικά μέσα ενημέρωσης της Σερβίας, έχοντας «προσωπικά διορισμένους συντάκτες εφημερίδων και ειδησεογραφικών προγραμμάτων ...».[111]. Τα σερβικά κρατικά μέσα ενημέρωσης κατά τη διάρκεια των πολέμων παρουσίαζαν αμφιλεγόμενο ρεπορτάζ που δαιμονοποιούσαν τις άλλες εθνοτικές ομάδες. Σε ένα τέτοιο πρόγραμμα μια Σέρβα γυναίκα της Κροατίας καταδίκασε την παλαιά «κομμουνιστική πολιτική» στην Κροατία, υποστηρίζοντας ότι κάτω από αυτήν «η πλειοψηφία των Σέρβων θα αφομοιωνόταν σε δέκα χρόνια» [109], ενώ ένας άλλος σε συνέντευξη δήλωσε: «Οπου χύθηκε σερβικό αίμα από τα μαχαίρια των Ούστασε, εκεί θα είναι τα σύνορά μας.»[112] Διάφορες εκπομπές της κρατικής τηλεόρασης της Σερβίας πρόβαλαν ως προσκεκλημένο το Γιόβαν Ράσκοβιτς, που ισχυριζόταν ότι ο λαός της Κροατίας είχε «γενοκτονική φύση»[112]. Αυτές οι επανειλημμένως αρνητικές απεικονίσεις στα μέσα μαζικής ενημέρωσης των αντιτιθέμενων εθνοτήτων έχουν θεωρηθεί παραδείγματα της προώθησης από το Μιλόσεβιτς, μέσω των κρατικών μέσων ενημέρωσης, του φόβου και της διέγερσης των εθνικιστικών συναισθημάτων για να στρέψει τους Σέρβους στην υποστήριξη των πολέμων. Ο διευθυντής της Ραδιοτηλεόρασης της Σερβίας κατά την εποχή του Μιλόσεβιτς, Ντούσαν Μίτεβιτς, από τότε έχει παραδεχτεί σε ένα αμερικανικό ντοκιμαντέρ «τα πράγματα που συνέβησαν στην κρατική τηλεόραση, μπορούμε να παραδεχτούμε τώρα: ψευδείς πληροφορίες, προκατειλημμένες αναφορές. Αυτά πήγαιναν απ' ευθείας από το Μιλόσεβιτς στην ηγεσία της τηλεόρασης...».[113]
Ο Μιλόσεβιτς δεν ενδιαφερόταν να διατηρήσει τη Σλοβενία μέσα στη Γιουγκοσλαβική ομοσπονδία, καθώς η Σλοβενία είχε πολύ λίγους Σέρβους που ζούσαν μέσα στη χώρα και ο Μιλόσεβιτς πρότεινε μια πολιτική συμφωνία με το Σλοβένο πρόεδρο Κούτσαν η Σερβία να αναγνωρίσει το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης του Σλοβενικού έθνους για ανεξαρτησία, αν η Σλοβενία αναγνώριζε με τη σειρά της το δικαίωμα αυτοδιάθεσης του Σερβικού έθνους να παραμείνει ενωμένο με τη Σερβία[114]. Μια τέτοια συμφωνία θα αποτελούσε πρόκριμα για τους Σέρβους της Βοσνίας και της Κροατίας να παραμείνουν σε ένα κράτος με τη Σερβία [114]. Ο σύμμαχος του Μιλόσεβιτς στη Γιουγκοσλαβική ομοσπονδιακή κυβέρνηση, Μπόρισαβ Γιόβιτς δήλωσε: «Το έθεσα ομαλά, δεν θέλαμε έναν πόλεμο με τη Σλοβενία, η Σερβία δεν είχε εδαφικές διεκδικήσεις εκεί, ήταν μια εθνοτικά καθαρή δημοκρατία, χωρίς Σέρβους. Δε μας ένοιαζε καθόλου αν έφευγαν από τη Γιουγκοσλαβία ... Θα ήμασταν υπερβολικά εκτεταμένοι. Με τη Σλοβενία εκτός μπορέσαμε να υπαγορεύσουμε όρους στους Κροάτες».[115]
Ο Μιλόσεβιτς απέρριψε την ανεξαρτησία της Κροατίας το 1991 και, ακόμη και μετά τη συγκρότηση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας (ΟΔΓ), δεν αναγνώρισε αρχικά την ανεξαρτησία της Κροατίας[116]. Τα σχέδια του Μιλόσεβιτς να αποσπάσει εδάφη από την Κροατία για τους εκεί Σέρβους είχαν αρχίσει τον Ιούνιο του 1990, σύμφωνα με το ημερολόγιο του Μπόρισαβ Γιόβιτς [117]. Η Σερβική κυβέρνηση, μαζί με μια κλίκα μελών του Γιουγκοσλαβικού στρατού και του γενικού του επιτελείου, υποστηρικτών του Μιλοσεβιτς, υιοθέτησαν μυστικά το σχέδιο RAM ή «πλαίσιο» που περιελάμβανε την κατάτμηση της Κροατίας και της Βοσνίας για να δοθούν αρκετά εδάφη στους ντόπιους Σέρβους, που θα παρέμεναν ενωμένα με τη Σερβία, ουσιαστικά μια Μεγάλη Σερβία.[118] Οπλα και στρατιωτικός εξοπλισμός τοποθετήθηκαν σε στρατηγικές θέσεις σε όλη την Κροατία και τη Βοσνία για χρήση από τους Σέρβους και οι ντόπιοι Σέρβοι εκπαιδεύτηκαν ως αστυνομικοί και παραστρατιωτικοί για την προετοιμασία του πολέμου[117]. Ο Μιλόσεβιτς ενδιαφερόταν λιγότερο για την προσάρτηση της Σερβικής αποσχισθείσας Δημοκρατίας της Κράινα[119]. Σύμφωνα με μαρτυρία του πρώην Προέδρου της Κράινα, Μίλαν Μπάμπιτς, ο Μιλόσεβιτς είχε εγκαταλείψει τα σχέδια να έχει «όλους τους Σέρβους σε ένα κράτος» το Μάρτιο του 1991 με τη μυστική συμφωνία του Καρατζόρτζεβο με τον Κροάτη Πρόεδρο Φράνιο Τούτζμαν, όπου συζήτησαν το διαμελισμό της Βοσνίας. Ο Μπάμπιτς παρακολούθησε τη συνάντηση και σημείωσε ότι ο Μιλόσεβιτς δήλωσε ότι «ο Τούτζμαν χρειάζεται το Μπίχατς» - μια πόλη της Βοσνίας, που η Σερβική Κράινα τη χώριζε από την Κροατία. και έπειτα πρόσθεσε «Χρειάζεται επίσης ένα διάδρομο μεταξύ Μπένκοβατς και Ντρνις», που περνά μέσα από την επικράτεια που διεκδικεί η Κράινα[119].
Μετά την απόσχιση της ΣΔ Μακεδονίας το 1991 η κυβέρνηση της ΟΔΓ την κατονόμασε ως «τεχνητό έθνος» και συμμάχησε με την Ελλάδα εναντίον της χώρας, προτείνοντας ακόμη και το διαμελισμό της μεταξύ της ΟΔΓ και της Ελλάδας.[120] Μεταγενέστερες συνεντεύξεις με κυβερνητικούς αξιωματούχους που συμμετείχαν σε αυτά τα γεγονότα αποκάλυψαν ότι ο Μιλόσεβιτς σχεδίαζε να συλλάβει την πολιτική ηγεσία της ΣΔ Μακεδονίας και να την αντικαταστήσει με πολιτικούς πιστούς σ' αυτόν[120]. Ο Μιλόσεβιτς απαίτησε την αυτοδιάθεση των Σέρβων της ΣΔ Μακεδονίας και δεν αναγνώρισε την ανεξαρτησία της μέχρι το 1996.[120] Παρά την πικρία της προς το Σλαβομακεδονικό έθνος, του οποίου οι ντόπιοι απέρριπταν τη Σερβική εθνικότητα, η ΟΔ Γιουγκοσλαβίας αναγνώρισε τη χώρα το 1996. Τέσσερα χρόνια πριν από αυτό όμως τα στρατεύματα του ΓΛΣ και τα απομεινάρια της κεντρικής κυβέρνησης του Βελιγραδίου είχαν ειρηνικά και εθελοντικά φύγει από τη χώρα.[121]
Ο Μιλόσεβιτς κατήγγειλε την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης από τη Γιουγκοσλαβία το 1992 και δήλωσε ότι «η Βοσνία και Ερζεγοβίνη παράνομα ανακηρύχθηκε και αναγνωρίσθηκε ως ανεξάρτητο κράτος. Αυτή η αναγνώριση ήταν όπως όταν ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Καλιγούλας διόρισε το άλογό του Συγκλητικό, αναγνώρισαν ένα κράτος που δεν υπήρχε ποτέ. Οι Σέρβοι είπαν: «Θέλουμε να παραμείνουμε στη Γιουγκοσλαβία, δεν θέλουμε να είμαστε πολίτες δεύτερης κατηγορίας». Και οι συγκρούσεις ξεκίνησαν από τους Μουσουλμάνους, χωρίς αμφιβολία. Και οι Σέρβοι, υπερασπιζόμενοι τον εαυτό τους, ήταν πάντα καλύτεροι αγωνιστές, χωρίς αμφιβολία. Και πέτυχαν αποτελέσματα, χωρίς αμφιβολία. Αλλά παρακαλώ, επιμείναμε στην ειρήνη. Η διεθνής κοινότητα έδωσε πρόωρη αναγνώριση πρώτα της Σλοβενίας και στη συνέχεια της Κροατίας και υποστήριξε την ανεξαρτησία της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης σε απόλυτα λανθασμένη βάση ».[122] Μια τηλεφωνική συνομιλία μεταξύ του Μιλόσεβιτς και του Σερβοβόσνιου ηγέτη Ράντοβαν Κάρατζιτς το Σεπτέμβριο του 1991, που μιλούσαν για τις προοπτικές του πολέμου στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη χρησιμοποιήθηκε από τη Γιουγκοσλαβική μυστική υπηρεσία, που ανέφερε τη συνομιλία στον πρωθυπουργό της Γιουγκοσλαβίας Άντε Μάρκοβιτς, που τη δημοσίευσε για να δυσφημίσει το Μιλόσεβιτς. Η αποκάλυψη εμφάνιζε το Μιλόσεβιτς να διατάσσει τον Κάρατζιτς «Πήγαινε στον Ούζελατς [διοικητή του ΓΛΣ στη Βόρεια Βοσνία], θα στα πει όλα. Εάν έχετε προβλήματα, τηλεφωνήστε μου» και είπε «Εφόσον υπάρχει ο στρατός κανείς δεν μπορεί να μας αγγίξει ... Μην ανησυχείτε για την Ερζεγοβίνη. Ο Μομίρ [Μπουλάτοβιτς, ηγέτης του Μαυροβουνίου] είπε στους άντρες του: «Όποιος δεν είναι έτοιμος να πεθάνει στη Βοσνία, να βγει πέντε βήματα μπροστά». Κανείς δεν το έκανε ».[123] Η συζήτηση αποκάλυψε ότι ο Μιλόσεβιτς έλεγχε τη στρατιωτική στρατηγική για τον πόλεμο στη Βοσνία και ότι το Μαυροβούνιο ήταν υπό τον έλεγχό του[123].
Ο Βόισλαβ Σέσελι, επικεφαλής του Σερβικού Ριζοσπαστικού Κόμματος και Σέρβος παραστρατιωτικός ηγέτης κατά τη διάρκεια των Γιουγκοσλαβικών πολέμων, ισχυρίστηκε ότι ο Μιλόσεβιτς ήταν άμεσα εμπλεκόμενος στη στήριξη των παραστρατιωτικών του και των ελεγχόμενων από αυτόν Σερβικών δυνάμεων κατά τη διάρκεια των πολέμων: «Ο Μιλόσεβιτς οργάνωσε τα πάντα. Εμείς συγκεντρώσαμε τους εθελοντές και μας ιδιαίτερα στρατόπεδο, στο Μπούμπανι Πότοκ, όλες τις στολές μας, τα όπλα, τη στρατιωτική τεχνολογία και τα λεωφορεία μας. Όλες οι μονάδες μας ήταν πάντοτε υπό τη διοίκηση [του Σερβικού στρατού] της Κράινα ή του Στρατού της Σερβικής Δημοκρατίας [της Βοσνίας] ή του ΓΛΣ. Φυσικά δεν πιστεύω ότι υπέγραψε οτιδήποτε, αυτά ήταν προφορικές διαταγές. Καμία από τις συνομιλίες μας δεν μαγνητοφωνήθηκε και ποτέ δεν πήρα χαρτί και μολύβι όταν μιλούσα μαζί του.Οι άνθρωποί του ήταν οι διοικητές. Τίποτα δεν μπορούσε να γίνει από τη Σερβική πλευρά χωρίς τη διαταγή ή τη γνώση του Μιλόσεβιτς».[124]
Ακόμη και μετά τη δημοσίευση των εκθέσεων για τη Σρεμπρένιτσα ο Μιλόσεβιτς αρνήθηκε να δεχθεί ότι ο Μλάντιτς ήταν υπεύθυνος για τα εγκλήματα για τα οποία κατηγορήθηκε. Ο Γουέσλεϊ Κλαρκ, μέλος της αμερικανικής ομάδας που βοήθησε στη διαπραγμάτευση της ειρηνευτικής συμφωνίας του 1995 που τερμάτισε τον Πόλεμο της Βοσνίας, ισχυρίστηκε στη μαρτυρία του κατά τη διάρκεια της δίκης του Μιλόσεβιτς ότι ο Μιλόσεβιτς είχε εκ των προτέρων γνώση της σφαγής της Σρεμπρένιτσα και γνώριζε τα σχέδια του Μλάντιτς.[125] Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων ο Κλαρκ είχε ρωτήσει το Μιλόσεβιτς: «Κύριε Πρόεδρε, λέτε ότι έχετε τόσο μεγάλη επιρροή στους Σέρβους της Βοσνίας, αλλά πώς τότε, αν έχετε τέτοια επιρροή, επιτρέψατε στο Στρατηγό Μλάντιτς να σκοτώσει όλους αυτούς τους ανθρώπους στη Σρεμπρένιτσα;» με το Μιλόσεβιτς να απαντά: «Λοιπόν, Στρατηγέ Κλάρκ ... Προειδοποίησα το Μλάντιτς να μην το κάνει αυτό, αλλά δεν με άκουσε».[125][126]
Οι απόψεις του Μιλόσεβιτς
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μεγάλος αριθμός συνεντεύξεων του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς έχει συγκεντρωθεί ηλεκτρονικά από τους υποστηρικτές του.[127] Ο Μιλόσεβιτς ισχυριζόταν ότι το Γιουγκοσλαβικό Σύνταγμα έδινε αυτοδιάθεση στα συστατικά έθνη, όχι στις δημοκρατίες, και οι Σέρβοι ήταν συστατικό έθνος τόσο στη Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Κροατίας όσο και στη Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης. Σε αυτή τη βάση δήλωνε ότι οι Σέρβοι της Κροατίας και στη συνέχεια οι Σέρβοι της Βοσνίας δεν έπρεπε να έχουν υπόκεινται στις δηλώσεις ανεξαρτησίας των Γιουγκοσλαβικών δημοκρατιών της Κροατίας και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης.
Ο Μιλόσεβιτς αρνήθηκε ότι η Σερβία βρισκόταν σε πόλεμο, παρόλο που η στρατιωτική εμπλοκή της Σερβίας ήταν εμφανής κατά τους πολέμους στη Σλοβενία, την Κροατία και τη Βοσνία ειδικότερα. Ο Μιλόσεβιτς ήταν Πρόεδρος της Σερβίας και όχι Γιουγκοσλαβίας και ισχυρίστηκε ότι η κυβέρνησή του είχε μόνο έμμεσα εμπλακεί μέσω της υποστήριξης των Σέρβων της Κροατίας και της Βοσνίας σε ορισμένα σημεία. Άλλοι, συμπεριλαμβανομένων των πρώην μελών του υπουργικού συμβουλίου, όπως ο Μπόρισαβ Γιόβιτς, παραδέχθηκαν ότι ο Μιλόσεβιτς, αν και δεν ήταν αρχηγός κράτους της Γιουγκοσλαβίας στις αρχές της δεκαετίας του 1990, διαδραμάτισε ουσιαστικό ρόλο στις στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Σλοβενία, την Κροατία και τη Βοσνία. Αυτό περιλάμβανε ένα σχέδιο, που συζητήθηκε και σχεδιάστηκε από το Γιόβιτς και το Μιλόσεβιτς, μεταφοράς όλων των Σερβοβοσνιακών μονάδων του Γιουγκοσλαβικού Στρατού (ΓΛΣ) στο νεοσυσταθέντα Σερβοβοσνιακό Στρατό μετά την απόσχιση της Βοσνίας από τη Γιουγκοσλαβία, πράγμα που σημαίνει ότι η Γιουγκοσλαβία δεν μπορούσε να επικριθεί για κατάληψη τμημάτων της Βοσνίας, καθώς επρόκειτο επισήμως για εμφύλιο πόλεμο, μολονότι ο Γιοβιτς αναγνώρισε ότι ο Σερβοβοσνιακό Στρατός χρηματοδοτείτο πλήρως από το Βελιγράδι, επειδή ο στρατιωτικός προϋπολογισμός των Σερβοβόσνιων ήταν πολύ μικρός για να υποστηρίξει έναν τέτοιο στρατό [128].
Ο Μιλόσεβιτς πέρασε το μεγαλύτερο μέρος του 1988-89 εστιάζοντας την πολιτική του στο «πρόβλημα του Κοσσυφοπεδίου». Στο Κοσσυφοπέδιο, για να μη φανεί ανατρεπτικός, ο Μιλόσεβιτς ισχυρίστηκε ότι υποστήριζε το δικαίωμα των Αλβανών σε «αυτοδιάθεση» αλλά όχι σε ανεξαρτησία, καθώς ισχυριζόταν ότι το Κοσσυφοπέδιο ήταν ένα ουσιαστικό τμήμα της Σερβίας λόγω της ιστορίας του και των πολυάριθμων εκκλησιών του και πολιτιστικών μνημείων. Ισχυριζόταν επίσης ότι ο ΟΥΤΣΕΚΑ ήταν μια νεοναζιστική οργάνωση, που επεδίωκε ένα εθνοτικά καθαρό Κοσσυφοπέδιο, και ότι η ανεξαρτησία θα έδινε το Κοσσυφοπέδιο στα χέρια τους.[129]
Ο Μιλόσεβιτς αρνείται ότι έδωσε διαταγές για σφαγή Αλβανών το 1998. Ισχυρίζεται ότι οι θάνατοι ήταν σποραδικά γεγονότα που περιορίζονταν στις αγροτικές περιοχές του Δυτικού Κοσσυφοπεδίου, που διαπράχθηκαν από παραστρατιωτικούς και από στασιαστές των ενόπλων δυνάμεων. Οσοι από το Σερβικό στρατό ή την αστυνομία είχαν εμπλακεί, υποστηρίζει ότι όλοι, συνελήφθησαν και πολλοί καταδικάστηκαν σε μακροχρόνιες ποινές φυλάκισης[130].
Ο πρώην πρεσβευτής των Ηνωμένων Πολιτειών στη Γιουγκοσλαβία, Γουώρεν Τσίμερμαν, κατά τις συνομιλίες του με το Μιλόσεβιτς ισχυρίστηκε ότι δεν ήταν πραγματικός εθνικιστής, αλλά μάλλον πολιτικός οπορτουνιστής[131] . Ο Τσίμερμαν έχει υποστηρίξει ότι, σε αντίθεση με άλλους πολιτικούς με τους οποίους είχε συζητήσεις κατά την κατάρρευση της Γιουγκοσλαβίας, όπως ο Φράνιο Τούτζμαν και ο Ράντοβαν Κάρατζιτς, ο Μιλόσεβιτς δεν έδινε έμφαση σε κανένα μίσος εναντίον εθνοτικών ομάδων και αντίθετα υπογράμμιζε ότι η Σερβία θα συνέχιζε να είναι μια πολυεθνική δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας. Ο Τσίμερμαν ισχυρίστηκε ότι ο Μιλόσεβιτς χρησιμοποίησε ευκαιριακά τον εθνικισμό για να του επιτρέψει να ανέβει στην εξουσία του κομμουνιστικού καθεστώτος της Σερβίας, καθώς ο κομμουνισμός στην Ανατολική Ευρώπη γινόταν όλο και λιγότερο δημοφιλής, και συνέχισε να υποστηρίζει μια εθνικιστική ατζέντα για να στηρίξει την κυβέρνησή του[131]. Σε άλλη περίπτωση όμως ο Μιλόσεβιτς αποκάλυψε στον Τσίμερμαν την αρνητική στάση του απέναντι στους Αλβανούς, που απαιτούσαν αυτονομία και στη δεκαετία του 1990 την ανεξαρτησία τους από τη Σερβία και τη Γιουγκοσλαβία. Ο Μιλόσεβιτς είπε στον Τσίμερμαν αστειευόμενος ότι οι Αλβανοί του Κοσσυφοπεδίου ήταν η πιο παραχαϊδεμένη μειονότητα στην Ευρώπη.[131] Ο Μιλόσεβιτς ήταν επίσης γνωστό ότι είχε μιλήσει απαξιωτικά για τους Σλοβένους, όταν σε συνέντευξή του για την απόφαση της Σλοβενικής αντιπροσωπείας να αποχωρήσει από την Ενωση Γιουγκοσλάβων Κομμουνιστών, έκανε ένα υποτιμητικό αστείο, ονομάζοντας την αντιπροσωπεία «αυτούς τους τσιγκούνηδες Σλοβένους».[128] Ο Τσίμερμαν ανέφερε αργότερα ότι οι ασυνήθιστες και αντικρουόμενες θέσεις και οι τρόποι του Μιλόσεβιτς είχαν σχεδόν σχιζοφρενική φύση, καθώς ο Μιλόσεβιτς άλλοτε συμπεριφερόταν με αλαζονικό, πεισματάρικο, αυταρχικό και επιθετικό τρόπο απέναντι σε άλλους, που υποστήριζαν σθεναρά το Σερβικό εθνικισμό εναντίον όλων των αντιπάλων του, ενώ άλλοτε ήταν ευγενικός, συμφιλιωτικός και πρόθυμος να βρει μετριοπαθείς και ειρηνικές λύσεις στην κρίση της Γιουγκοσλαβίας[132]. Ο Τσίμερμαν κατέληξε ωστόσο στο συμπέρασμα ότι ο Μιλόσεβιτς αποδείκνυε συνεχώς ότι έβλεπε τη Γιουγκοσλαβία κυρίως ως κράτος για τη διασφάλιση της ενότητας των Σέρβων και δεν ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για τη διατήρηση της ενότητας της Γιουγκοσλαβίας εκτός των περιοχών σερβικών εθνικών συμφερόντων.
Η προσωπικότητα του Μιλόσεβιτς σύμφωνα με άλλους έχει δείξει μια παρόμοια διπρόσωπη φύση, όπως υποστήριξε ο Πρεσβευτής των ΗΠΑ Τσίμερμαν. Σε δημόσιες εμφανίσεις φαινόταν δυνατός, σίγουρη, τολμηρός και σοβαρός, ενώ στην ιδιωτική του ζωή λέγεται ότι ο Μιλόσεβιτς ήταν πολύ χαλαρός και σύμφωνα με τον πρώην διευθυντή της Πολίτικα Χάτζι Ντράγκαν Αντιτς, ενδιαφερόταν συχνά για μη πολιτικά θέματα όπως τα comic strip και τα κινούμενα σχέδια Disney και θαύμαζε τη μουσική του Φρανκ Σινάτρα.[133] Ο Μιλόσεβιτς επέτρεπε μόνο σε ένα στενό εσωτερικό κύκλο προσωπικών φίλων να τον επισκέπτονται, ενώ άλλοι, συμπεριλαμβανομένου του πρώην υπουργού πληροφοριών της Σερβίας κατά την εποχή του Μιλόσεβιτς, Αλεξάνταρ Τίγιανιτς, έχουν δηλώσει ότι στην ιδιωτική του ζωή ο Μιλόσεβιτς έδειχνε στοιχεία παράνοιας σε πολλούς ανθρώπους έξω από τον εσωτερικό του κύκλο, όπως η απαίτηση από τον Τίγιανιτς να αφαιρεί τη μπαταρία από το κινητό του τηλέφωνο κάθε φορά που τον συναντούσε[133]. Ο Μιλόσεβιτς αρνιόταν επίσης να κρατήσει σημειώσεις στις συνομιλίες για σημαντικά θέματα και συναντούσε μόνο με τους πιο έμπιστους συμμάχους του, στους οποίους απλά έδινε κατευθύνσεις και οδηγίες χωρίς να διεξάγει ουσιαστική συζήτηση.[133]
Δολοφονίες πολιτικών αντιπάλων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το καλοκαίρι του 2000 ο πρώην Πρόεδρος της Σερβίας Ιβάν Στάμπολιτς απήχθη. Το σώμα του βρέθηκε το 2003 και ο Μιλόσεβιτς κατηγορήθηκε ότι διέταξε τη δολοφονία του. Το 2005 αρκετά μέλη της Σερβικής μυστικής αστυνομίας και εγκληματικών οργανώσεων καταδικάστηκαν στο Βελιγράδι για αρκετές δολοφονίες, μεταξύ των οποίων και ο Στάμπολιτς. Αυτοί ήταν οι ίδιοι που συνέλαβαν το Μιλόσεβιτς τον Απρίλιο του 2001. Αργότερα ο υπουργός Εσωτερικών Ντούσαν Μιχαήλοβιτς αρνήθηκε ότι ο Μιλόσεβιτς είχε εμπλακεί στον θάνατο του Στάμπολιτς στη Φρούσκα Γκόρα[134]. Τον Ιούνιο του 2006 το Ανώτατο Δικαστήριο της Σερβίας απεφάνθη ότι ο Μιλόσεβιτς είχε διατάξει τη δολοφονία του Στάμπολιτς, αποδεχόμενο την προηγούμενη απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου για το Οργανωμένο Έγκλημα στο Βελιγράδι, που στοχοποιούσε το Μιλόσεβιτς ως τον κύριο ηθικό αυτουργό πολιτικών δολοφονιών με πολιτικά κίνητρα τη δεκαετία του 1990. Οι δικηγόροι του Μιλόσεβιτς ανέφεραν ότι η απόφαση του Δικαστηρίου δεν είχε καμιά αξία, διότι ποτέ δεν κατηγορήθηκε επίσημα ούτε του δόθηκε η ευκαιρία να υπερασπιστεί τον εαυτό του εναντίον των κατηγοριών. Επιπλέον οι περισσότερες από αυτές τις δολοφονίες ήταν κυβερνητικών αξιωματούχων, όπως ο ανώτερος αξιωματικός της αστυνομίας Ράντοβαν Στόιτσιτς, ο Υπουργός Άμυνας Πάβλε Μπουλάτοβιτς και ο διευθυντής της JAT (Αεροπορική Εταιρεία) Ζίκα Πέτροβιτς.
Πτώση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στις 4 Φεβρουαρίου 1997 ο Μιλόσεβιτς αναγνώρισε τις νίκες της αντιπολίτευσης σε ορισμένες τοπικές εκλογές, μετά από μαζικές διαμαρτυρίες διαρκείας 96 ημερών. Περιοριζόμενος συνταγματικά σε δύο μόνο θητείες ως πρόεδρος της Σερβίας, στις 23 Ιουλίου 1997 ο Μιλοσεβιτς ανέλαβε την προεδρία της Ομοσπονδίας, αν και ήταν σαφές ότι ήδη κατείχε την πραγματική εξουσία για κάποιο διάστημα.
Η αντίδραση της αστυνομίας και του στρατού της Σερβίας εναντίον του Αλβανικού αυτονομιστικού Απελευθερωτικού Στρατού του Κοσσυφοπεδίου στην προηγουμένως αυτόνομη επαρχία του Κοσσυφοπεδίου της Σερβίας κατέληξε σε κλιμακούμενη ένοπλη σύγκρουση το 1998 και στις αεροπορικές επιθέσεις του ΝΑΤΟ κατά της Γιουγκοσλαβίας μεταξύ Μαρτίου και Ιουνίου του 1999, με κατάληξη την πλήρη αποχώρηση των Γιουγκοσλαβικών δυνάμεων ασφαλείας από την επαρχία και την ανάπτυξη διεθνούς πολιτικής και στρατιωτικής δύναμης. Ο Μιλόσεβιτς κατηγορήθηκε στις 24 Μαΐου 1999 για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που διαπράχθηκαν στο Κοσσυφοπέδιο και δικάστηκε στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία (ICTY) μέχρι το θάνατό του. Προσπάθησε να ισχυριστεί ότι η δίκη ήταν παράνομη, διεξαγόμενη κατά παράβαση του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών[135].
Κατά τραγική ειρωνεία ο Μιλόσεβιτς απώλεσε τον έλεγχο της εξουσίας χάνοντας στις εκλογές που ο ίδιος διενήργησε πρόωρα (δηλαδή πριν από το τέλος της θητείας του) και που δεν χρειαζόταν καν να κερδίσει για να διατηρήσει την εξουσία, που συγκεντρωνόταν στα κοινοβούλια, που το κόμμα του και οι σύντροφοί του έλεγχαν. Στις προεδρικές εκλογές μεταξύ πέντε υποψηφίων, που έγιναν στις 24 Σεπτεμβρίου 2000, ο Μιλόσεβιτς ηττήθηκε στον πρώτο γύρο από τον ηγέτη της αντιπολίτευσης Βόισλαβ Κοστούνιτσα, που κέρδισε λίγο περισσότερο από το 50% των ψήφων. Ο Μιλόσεβιτς αρχικά αρνήθηκε να δεχθεί το αποτέλεσμα, υποστηρίζοντας ότι κανείς δεν είχε κερδίσει πλειοψηφία. Το γιουγκοσλαβικό σύνταγμα προέβλεπε εκλογές μεταξύ των δύο πρώτων υποψηφίων σε περίπτωση που κανένας υποψήφιος δεν κέρδιζε περισσότερο από το 50% των ψήφων. Τα επίσημα αποτελέσματα έφεραν τον Κοστούνιτσα να προηγείται του Μιλόσεβιτς, αλλά με λιγότερο από το 50%. Το διεθνώς χρηματοδοτούμενο CeSID διαφώνησε, αν και η άποψή του άλλαζε τις δύο εβδομάδες μεταξύ 24 Σεπτεμβρίου και 5 Οκτωβρίου. Αυτό οδήγησε σε μαζικές διαδηλώσεις στο Βελιγράδι στις 5 Οκτωβρίου, γνωστές ως Επανάσταση της Μπουλντόζας. Ο Μιλόσεβιτς αναγκάστηκε να υποχωρήσει, όταν οι ηγέτες των ВЈ που περίμενε να τον υποστηρίξουν έκαναν σαφές ότι στην περίπτωση αυτή δεν επρόκειτο να το κάνουν.. Στις 6 Οκτωβρίου ο Μιλόσεβιτς συναντήθηκε με τον Κοστούνιτσα και παραδέχθηκε δημόσια την ήττα του. Ο Κοστούνιτσα ανέλαβε τελικά το αξίωμα του προέδρου της Γιουγκοσλαβίας στις 7 Οκτωβρίου μετά την ανακοίνωση του Μιλόσεβιτς.
Ο Μιλόσεβιτς συνελήφθη από τις γιουγκοσλαβικές αρχές την 1η Απριλίου 2001, μετά από 36ωρη ένοπλη ανακωχή μεταξύ της αστυνομίας και των σωματοφυλάκων του στη βίλα του στο Βελιγράδι. Παρόλο που δεν απαγγέλθηκαν επίσημες κατηγορίες, ο Μιλόσεβιτς θεωρήθηκε ύποπτος για κατάχρηση εξουσίας και διαφθορά[136].
Μετά τη σύλληψή του οι Ηνωμένες Πολιτείες πίεσαν την κυβέρνηση της Γιουγκοσλαβίας να εκδώσει το Μιλόσεβιτς στο ICTY, αλλιώς θα έχανε την οικονομική βοήθεια από το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα[136]. Ο Πρόεδρος Κοστούνιτσα αντιτάχθηκε στην έκδοση του Μιλόσεβιτς, υποστηρίζοντας ότι έτσι θα παραβίαζε το Σύνταγμα της Γιουγκοσλαβίας. Ο πρωθυπουργός Ζόραν Τζίντζιτς συγκάλεσε έκτακτο υπουργικό συμβούλιο για να εκδώσει διατάγματος για την έκδοση.[137] Οι δικηγόροι του Μιλόσεβιτς άσκησαν ένσταση κατά της διαδικασίας έκδοσης στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Γιουγκοσλαβίας. Το δικαστήριο ζήτησε δύο εβδομάδες για να συζητήσει την έφεση. Αγνοώντας τις αντιρρήσεις του προέδρου και του συνταγματικού δικαστηρίου, ο Τζίντζιτς διέταξε την έκδοση του Μιλόσεβιτς στο ICTY. Στις 28 Ιουνίου ο Μιλόσεβιτς μεταφέρθηκε με ελικόπτερο από το Βελιγράδι στην αεροπορική βάση των ΗΠΑ στην Τούζλα της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης και από εκεί στη Χάγη της Ολλανδίας.[137]
Η έκδοση προκάλεσε πολιτική αναταραχή στη Γιουγκοσλαβία. Ο Πρόεδρος Κοστούνιτσα την κατήγγειλε ως παράνομη και αντισυνταγματική, ενώ ένα μικρό κόμμα στην κυβέρνηση συνασπισμού του Τζίντζιτς αποχώρησε από αυτή σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Ο δικηγόρος του Μιλόσεβιτς, Τόμα Φίλα, δήλωσε ότι η έκδοση παραβίαζε τη σχετική απαγόρευση του Γιουγκοσλαβικού συντάγματος. Ο Τζίντζιτς δήλωσε ότι θα υπήρχαν αρνητικές συνέπειες αν η κυβέρνηση δεν συνεργαζόταν. Επιπλέον η κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι η αποστολή του Μιλόσεβιτς στο ICTY δεν αποτελούσε έκδοση, γιατί αυτό αποτελούσε όργανο του ΟΗΕ και όχι ξένη χώρα[137]. Μετά την έκδοση η Γιουγκοσλαβία έλαβε περίπου 1 δισ. Δολάρια σε οικονομική ενίσχυση.[136]
Σχέσεις με άλλες χώρες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ρωσία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ιστορικά η Ρωσία και η Σερβία είχαν πολύ στενές σχέσεις, μοιραζόμενες μια κοινή Σλαβική καταγωγή και Ορθόδοξη Χριστιανική πίστη. Η Ρωσία ήταν στη μνήμη των περισσότερων Σέρβων για τη βοήθειά της στη Σερβία κατά την εξέγερσή της και τον πόλεμο για ανεξαρτησία από την Οθωμανική Αυτοκρατορία το 19ο αιώνα. Επί της κυριαρχίας του Μιλόσεβιτς η Ρωσία ακολούθησε πολιτική που υποστήριζε γενικά τη δική του. Κατά τη σύγκρουση του Κοσσυφοπεδίου το 1999 ορισμένοι παρατηρητές υποστήριξαν το ενδεχόμενο η Ρωσία να ανέπτυξε στρατεύματα υπέρ της Σερβίας[138]. Η Ρωσία έχει παράσχει πολιτικό άσυλο στη σύζυγο και τα παιδιά του Μιλόσεβιτς.
Κίνα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Μιλόσεβιτς επισκέφθηκε για πρώτη φορά την Κίνα στις αρχές της δεκαετίας του 1980 ενώ ήταν επικεφαλής της Beobank και ξανά το 1997, μετά από πρόσκληση του κινέζου προέδρου Τζιάνγκ Ζεμίν. Ο Μιλόσεβιτς ήταν συχνά γνωστός δημόσια στην Κίνα με το ψευδώνυμο «Λάο Μι» (老米), συντμημένη μορφή του ανεπίσημου κινεζικού ψευδώνυμου «Γέρο Μιλόσεβιτς» (老 米洛舍维奇). Στα κρατικά μέσα μαζικής ενημέρωσης της Κίνας ο Μιλόσεβιτς συχνά αναφερόταν ως «Σύντροφος Μιλόσεβιτς» (米洛舍维奇 同志). Πολλές πηγές υποστηρίζουν ότι η κινεζική κυβέρνηση υποστήριξε έντονα το Μιλόσεβιτς καθ 'όλη τη διάρκεια της προεδρίας του μέχρι την παράδοσή του και ήταν μία από τις λίγες χώρες που υποστήριζαν τον ίδιο και την κυβέρνηση της Γιουγκοσλαβίας[139], τη στιγμή που οι περισσότερες Δυτικές χώρες την επέκριναν έντονα. Οι Νιου Γιορκ Τάιμς ανέφεραν ότι η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας ήταν «ένας από τους πιο σταθερούς υποστηρικτές του κ. Μιλόσεβιτς» κατά τη σύγκρουση του Κοσσυφοπεδίου[140]. Η Κίνα αντιτάχθηκε κατηγορηματικά στην ένοπλη επέμβαση του ΝΑΤΟ στο Κοσσυφοπέδιο καθ 'όλη τη διάρκειά της. Ο Κινέζος κοινοβουλευτικός ηγέτης Λι Πενγκ, τιμήθηκε από το Μιλόσεβιτς με το ανώτερο μετάλλιο της Γιουγκοσλαβίας (το Μεγάλο Αστέρι) στο Βελιγράδι το 2000.[140]
Οι Νιου Γιορκ Τάιμς παρατήρησαν ότι ο Μιλόσεβιτς και ιδιαίτερα η σύζυγός του Μάρκοβιτς είχαν «δει από καιρό το Πεκίνο και το Κομμουνιστικό Κόμμα του» ως συμμάχους και «το είδος των ιδεολογικών συντρόφων» που έλειψαν στην Ανατολική Ευρώπη μετά την κατάρρευση του Κομμουνισμού τη δεκαετία του 1990. Μετά την παραπομπή του Μιλόσεβιτς οι δημόσιες δηλώσεις της Κίνας μετατοπίστηκαν, δίνοντας έμφαση στις γιουγκοσλαβοκινεζικές σχέσεις, αντί να επικεντρώνονται στην υποστήριξή της προς τον Μιλόσεβιτς, ενώ μετά την εκλογή του Βόισλαβ Κοστούνιτσα ως προέδρου της Γιουγκοσλαβίας το Κινεζικό Υπουργείο Εξωτερικών δήλωσε επίσημα ότι «η Κίνα σέβεται την επιλογή του Γιουγκοσλαβικού λαού».[140]
Η δίκη στη Χάγη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Μιλόσεβιτς κατηγορήθηκε το Μάιο του 1999, κατά τη διάρκεια του Πολέμου του Κοσσυφοπεδίου, από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο του ΟΗΕ για την πρώην Γιουγκοσλαβία (ΔΠΔΓ ή ICTY) για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας στο Κοσσυφοπέδιο. Οι κατηγορίες για παραβίαση των νόμων ή του εθιμικού δικαίου του πολέμου, σοβαρές παραβιάσεις των Συμβάσεων της Γενεύης στην Κροατία και τη Βοσνία και η γενοκτονία στη Βοσνία προστέθηκαν ενάμισι χρόνο αργότερα.
Ο καθηγητής Εντουαρντ Σ. Χέρμαν ήταν πολύ επικριτικός όσον αφορά τη χρονική στιγμή και την προφανή πολιτική φύση αυτών των κατηγοριών, υποστηρίζοντας ότι ο ηγέτης ενός κυρίαρχου έθνους κατηγορήθηκε ενώ το έθνος αυτό δεχόταν επίθεση από το ΝΑΤΟ, προκειμένου να δικαιωθούν οι εν λόγω επιθέσεις. Υποστήριξε περαιτέρω ότι η αδύναμη φύση των κατηγοριών ενισχύθηκε με την προσθήκη κατηγοριών από τους πολέμους της Βοσνίας και της Κροατίας, που είχαν λήξει πριν από χρόνια και ο Μιλόσεβιτς είχε συμβάλει σε αυτό.[141]
Οι κατηγορίες για τις οποίες παραπέμφθηκε ο Μιλόσεβιτς ήταν: γενοκτονία. συνενοχή σε γενοκτονία, εκτοπίσεις, δολοφονίες, διώξεις για πολιτικούς, φυλετικούς ή θρησκευτικούς λόγους, απάνθρωπες πράξεις / βίαιη μεταφορά, εξόντωση, φυλάκιση, βασανιστήρια, σκόπιμες δολοφονίες, παράνομο περιορισμό, εσκεμμένη πρόκληση μεγάλης ταλαιπωρίας, παράνομη απέλαση ή μεταφορά, εκτεταμένες καταστροφές και σφετερισμό περιουσιών, μη δικαιολογούμενες από στρατιωτική αναγκαιότητα και εκτελεσθείσες παράνομα και κακόβουλα, απάνθρωπη μεταχείριση, λεηλασία δημόσιας ή ιδιωτικής ιδιοκτησίας, επιθέσεις εναντίον πολιτών, καταστροφή ή σκόπιμη βλάβη προκληθείσα σε ιστορικά μνημεία και ιδρύματα εκπαιδευτικά ή θρησκευτικά, παράνομες επιθέσεις με πολιτικά κίνητρα...[142][143] Το κατηγορητήριο του ΔΠΔΓ αναφέρει ότι ο Μιλόσεβιτς ήταν υπεύθυνος για τη βίαιη εκτόπιση 800.000 Αλβανών από το Κοσσυφοπέδιο και τη δολοφονία εκατοντάδων Αλβανών του Κοσσυφοπεδίου και εκατοντάδων μη Σέρβων στην Κροατία και τη Βοσνία[144].
Μετά τη μεταφορά του Μιλόσεβιτς οι αρχικές κατηγορίες για εγκλήματα πολέμου στο Κοσσυφοπέδιο αναβαθμίστηκαν προσθέτοντας κατηγορίες για γενοκτονία στη Βοσνία και εγκλήματα πολέμου στην Κροατία. Στις 30 Ιανουαρίου 2002 ο Μιλόσεβιτς κατηγόρησε το δικαστήριο των εγκλημάτων πολέμου για «κακόβουλη και εχθρική επίθεση» εναντίον του. Η δίκη ξεκίνησε στη Χάγη στις 12 Φεβρουαρίου 2002 με το Μιλόσεβιτς να υπερασπίζεται ο ίδιος τον εαυτό του.
Οι εισαγγελείς χρειάστηκαν δύο χρόνια για να παρουσιάσουν το πόρισμά τους για το πρώτο μέρος της δίκης, που αναφερόταν στους πολέμους στην Κροατία, τη Βοσνία και το Κοσσυφοπέδιο. Κατά τη διάρκεια της διετούς περιόδου η δίκη παρακολουθείτο στενά από το κοινό των εμπλεκόμενων πρώην Γιουγκοσλαβικών δημοκρατιών, καθώς αφορούσε διάφορα σημαντικά γεγονότα από τον πόλεμο και περιλάμβανε αρκετούς υψηλά ιστάμενους μάρτυρες.
Ο Μιλόσεβιτς πέθανε πριν ολοκληρωθεί η δίκη, επομένως δεν κρίθηκε ποτέ ένοχος για τις κατηγορίες που του αποδόθηκαν.
Το ΔΠΔΓ στην απόφασή του για τις κατηγορίες εναντίον του Ράντοβαν Κάρατζιτς ανέφερε ότι «δεν υπήρχαν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία στην προκειμένη περίπτωση για να διαπιστωθεί ότι ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς συμφώνησε με το κοινό σχέδιο [για τη δημιουργία εδαφών εθνοτικά καθαρμένων από μη Σέρβους]».[145] Στην Παρ. 3460, σελ. 1303 αναφέρει: «Όσον αφορά τα αποδεικτικά στοιχεία που παρουσιάστηκαν σε αυτή την υπόθεση σε σχέση με το Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι αυτός συμμεριζόταν και ενέκρινε τον πολιτικό στόχο του Κατηγορούμενου και της Σερβοβοσνιακής ηγεσίας της διαφύλαξης της Γιουγκοσλαβίας καθώς και της αποτροπής της απόσχισης ή της ανεξαρτησίας της ΒκΕ και συνεργάστηκε στενά με τον Κατηγορούμενο εκείνη την περίοδο. Το Δικαστήριο υπενθυμίζει επίσης ότι ο Μιλόσεβιτς παρείχε βοήθεια στους Σερβοβόσνιους κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης με τη μορφή προσωπικού, εφοδίων και όπλων. Βασιζόμενο στα προηγούμενα στοιχεία το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπ' όψη τα αποκλίνοντα συμφέροντα που προέκυψαν μεταξύ της Σερβοβοσνιακής και της Σερβικής ηγεσίας κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης και ειδικότερα τις επανειλημμένες επικρίσεις και την αποδοκιμασία του Μιλόσεβιτς για τις πολιτικές και τις αποφάσεις του Κατηγορούμενου και της Σερβοβοσνιακής ηγεσίας, το Δικαστήριο δεν είναι πεπεισμένο ότι στην προκειμένη περίπτωση υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για να διαπιστώσει ότι ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς συμφωνούσε με το κοινό σχέδιο ».[146]
Σύμφωνα με την έκθεση της Ολλανδικής Κυβέρνησης για τη Σφαγή της Σρεμπρένιτσα ο Μιλόσεβιτς συγκρατούσε το Ράτκο Μλάντιτς επί χρόνια να μην καταλάβει τη Σρεμπρένιτσα, ανησυχώντας ότι «θα υπάρξει σφαγή», εξαιτίας της οργής των Σέρβων για τις σφαγές των Βόσνιων Μοσουλμάνων εναντίον Σερβικών χωριών της περιοχής από τη βάση της Σρεμπρένιτσα.[147]
Θάνατος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στις 11 Μαρτίου 2006 ο Μιλόσεβιτς βρέθηκε νεκρός στο κελί της φυλακής του στο κέντρο κράτησης του δικαστηρίου του ΟΗΕ για εγκλήματα πολέμου, που βρίσκεται στη συνοικία Σεβενίνγκεν της Χάγης στην Ολλανδία [148][149]. Η νεκροψία έδειξε ότι ο Μιλόσεβιτς είχε πεθάνει από καρδιακή προσβολή. Επασχε από καρδιακά προβλήματα και υπέρταση. Διατυπώθηκαν πολλές υποψίες ότι η καρδιακή προσβολή είχε προκληθεί ή κατέστη εφικτή σκόπιμα - από το ICTY,[150] σύμφωνα με τους υποστηρικτές του, ή από τον ίδιο, σύμφωνα με τους επικριτές του[151].
Ο θάνατος του Μιλόσεβιτς συνέβη λίγο μετά την άρνηση του Δικαστηρίου να δεχθεί το αίτημά του να αναζητήσει εξειδικευμένη ιατρική περίθαλψη σε καρδιολογική κλινική στη Ρωσία.[152][153] Οι αντιδράσεις στο θάνατο του Μιλόσεβιτς ήταν ανάμεικτες: οι υποστηρικτές του ICTY δυσαρεστήθηκαν βλέποντας ότι ο Μιλόσεβιτς είχε παραμείνει ατιμώρητος, ενώ οι αντίπαλοί του κατηγόρησαν το Δικαστήριο για ότι είχε συμβεί.
Καθώς του αρνήθηκαν κρατική κηδεία, κηδεύτηκε ιδιωτικά από τους φίλους και την οικογένειά του στην πατρίδα του Ποζάρεβατς, μετά αποχαιρετιστήρια τελετή στο Βελιγράδι, που παρακολούθησαν δεκάδες χιλιάδες υποστηρικτές του. Η επιστροφή της σορού του Μιλόσεβιτς και της χήρας του στη Σερβία ήταν πολύ αμφιλεγόμενες. Μεταξύ των συμμετεχόντων στην κηδεία ΄ήταν οι Ράμσεϊ Κλαρκ και Πέτερ Χάντκε.[154]
Κληρονομιά
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η τελευταία δημοσκόπηση που διεξήχθη στη Σερβία πριν από το θάνατο του Μιλόσεβιτς τον κατέταξε ως τον τρίτο δημοφιλέστερο πολιτικό στη Σερβία μετά τον τότε Πρόεδρο του Σερβικού Ριζοσπαστικού Κόμματος Τόμισλαβ Νίκολιτς και τον τότε Πρόεδρο της Σερβίας Μπόρις Τάντιτς.[155] Το Φεβρουάριο του 2007 το Διεθνές Δικαστήριο απάλλαξε τη Σερβία υπό τη διακυβέρνηση του Μιλόσεβιτς από την άμεση ευθύνη για τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια του Πολέμου της Βοσνίας. Ωστόσο ο πρόεδρος του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης δήλωσε ότι «τελικά αποδείχτηκε »ότι η ηγεσία της Σερβίας, και ιδιαίτερα ο Μιλόσεβιτς,«γνώριζαν πλήρως ... ότι οι σφαγές ήταν πιθανό να συμβούν».[156] Το 2010 ο δικτυακός τόπος του Life περιέλαβε το Μιλόσεβιτς στον κατάλογο των «Χειρότερων Δικτατόρων του Κόσμου».[157] Παραμένει αμφιλεγόμενη μορφή στη Σερβία και τα Βαλκάνια λόγω των Γιουγκοσλαβικών Πολέμων και της κατάχρησης εξουσίας, ιδίως κατά τις εκλογές του 1997 και του 2000. Η δημόσια εικόνα του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς στη Σερβία κυμάνθηκε από έναν απρόσωπο γραφειοκράτη σε υπερασπιστή των Σέρβων[158], ενώ η στάση των Δυτικών εκτιμήσεων για το πρόσωπό του από τη δαιμαινοποίησή του ως «Χασάπη των Βαλκανίων» στο χαρακτηρισμό του ως «εγγυητή της ειρήνης στα Βαλκάνια».[159][160]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 9 Απριλίου 2014.
- ↑ 2,0 2,1 2,2 2,3 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 12170840h. Ανακτήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2015.
- ↑ 3,0 3,1 (Αγγλικά) SNAC. w6xn4tzr. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ «Milosevic found dead in his cell». 11 Μαρτίου 2006.
- ↑ CONOR.SI. 88642659.
- ↑ "Milosevic [...] all those diplomats who openly congratulate him, express their admiration and call him the inevitable and main factor of stability in the Βalkans (sic) [...]". "Taming the Bosnian Beast" Αρχειοθετήθηκε 2006-09-22 στο Wayback Machine., 30-10-1995, Νο. 213. Εκδόθηκε από την Vreme News Digest Agency. Ανακτήθηκε στις 22-8-2006.
- ↑ "Milosevic charged with Bosnia genocide". BBC. 23 November 2001. Retrieved 20 June 2011.
- ↑ "Slobodan Milosevic to Stand Trial in Serbia" (transcript). CNN. 31 March 2001. Retrieved 21 January 2012.
- ↑ "Milosevic arrested". BBC. 1 April 2001. Retrieved 23 May 2010.
- ↑ Gall, Carlotta (1 July 2001). "Serbian Tells of Spiriting Milošević Away". The New York Times. Retrieved 24 July 2008.
- ↑ "BBC News - EUROPE - Milosevic hearing transcript". bbc.co.uk.
- ↑ 12,0 12,1 "Icty – Tpiy". United Nations. 5 March 2007. Retrieved 21 January 2012.
- ↑ "Icty – Tpiy" (PDF). United Nations. 5 March 2007. Retrieved 21 January 2012.
- ↑ Report to the President: Death of Slobodan Milošević. United Nations, May 2006. 40 points 3 and 7;
- ↑ Paul Mitchell (16 March 2007). "The significance of the World Court ruling on genocide in Bosnia". World Socialist Web. Retrieved 9 February 2013.
- ↑ Court Declares Bosnia Killings Were Genocide The New York Times, 26 February 2007. A copy of the ICJ judgement can be found here "Archived copy". Archived from the original on 28 February 2007. Retrieved 3 August 2007.
- ↑ "Milosevic: Serbia's fallen strongmany". BBC. 30 March 2001. Retrieved 12 December 2018.
- ↑ "Borislav Milosevic: Diplomat who defended his brother Slobodan". The Independent. 2013-02-01. Retrieved 2013-02-02.
- ↑ "Borislav Milošević laid to rest in Montenegro". B92 News. 1 February 2013. Archived from the original on 13 April 2014. Retrieved 2 February 2013.
- ↑ "Find-a-Grave website". Findagrave. 14 March 2006. Retrieved 30 May 2011.
- ↑ Slobodan Milosevic and the Destruction of Yugoslavia – Louis Sell. Google Books. 22 February 2002. ISBN 9780822332237. Retrieved 21 January 2012.
- ↑ Slobodan Milosevic. Google Books. 2002-02-22. ISBN 9780822332237. Retrieved 30 May 2011.
- ↑ "Slobodan Milosevic". IMDb.
- ↑ BBC Summary of World Broadcasts; 18 April 1984, Wednesday; Belgrade LC City Committee officials elected; Source: Yugoslav News Agency 1229 gmt 16 April 1984
- ↑ BBC Summary of World Broadcasts; 27 February 1986, Thursday; Presidential candidate for Serbian LC named; Source: Belgrade home service 1800 gmt 21 February 1986
- ↑ BBC Summary of World Broadcasts; 30 May 1986, Friday; Serbian LC Congress ends
- ↑ «Milosevic: I Am Just An Ordinary Man». TIME. 17 July 1995. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-11-07. https://web.archive.org/web/20121107031405/http://www.time.com/time/magazine/article/0,9171,983190-2,00.html. Ανακτήθηκε στις 21 January 2012.
- ↑ The New York Times; Protest Staged by Serbs In an Albanian Region; 26 April 1987, Sunday, Late City Final Edition
- ↑ ICTY (2005). «trial transcript, p. 35947». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Ιουνίου 2006.
- ↑ LeBor 2004, σελίδες 79–84.
- ↑ ICTY (2005). «trial transcript, p. 35686-87». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Ιουνίου 2006.
- ↑ ICTY (2005). «trial transcript, p. 35654». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Ιουνίου 2006.
- ↑ Xinhua; 25 SEPTEMBER 1987, FRIDAY; Senior Yugoslav Party Official Sacked Over Kosovo Issue; Belgrade, 25 September; ITEM NO: 0925148
- ↑ BBC Summary of World Broadcasts; BELGRADE COMMUNISTS GIVE VIEWS ON STAMBOLIC'S RELATIONS WITH DRAGISA PAVLOVIC; 27 November 1987; SOURCE: Belgrade home service 2100 gmt 24 November 1987
- ↑ Xinhua; 14 December 1987; Leader of Yugoslavia's Serbia Republic Sacked; ITEM NO: 1214003
- ↑ Sell 2002, σελίδες 47–49.
- ↑ LeBor 2004, σελίδες 92–94.
- ↑ Karadjis, Mike (2000). Bosnia, Kosova & the West. Australia: Resistance Books. σελίδες 39–40.
- ↑ 39,0 39,1 «Icty – Tpiy». United Nations. 5 Μαρτίου 2007. Ανακτήθηκε στις 21 Ιανουαρίου 2012.
- ↑ «Icty – Tpiy». United Nations. 5 Μαρτίου 2007. Ανακτήθηκε στις 21 Ιανουαρίου 2012.
- ↑ «Icty – Tpiy». United Nations. 5 Μαρτίου 2007. Ανακτήθηκε στις 21 Ιανουαρίου 2012.
- ↑ «Icty – Tpiy». United Nations. 5 Μαρτίου 2007. Ανακτήθηκε στις 21 Ιανουαρίου 2012.
- ↑ «Icty – Tpiy». United Nations. 5 Μαρτίου 2007. Ανακτήθηκε στις 21 Ιανουαρίου 2012.
- ↑ Communism O Nationalism! Αρχειοθετήθηκε 2013-08-25 στο Wayback Machine., TIME Magazine, 24 October 1988
- ↑ Xinhua; 6 October 1988; Yugoslav Protesters Demand Provincial Leaders' Resignation; ITEM NO: 1006181
- ↑ The Times (London); 7 October 1988, Friday; Angry Serbs topple the leadership of Vojvodina province; Demonstrations against the Communist Party; Yugoslavia
- ↑ The Globe and Mail (Canada); 6 October 1988 Thursday; Yugoslavs demand new leader
- ↑ Kamm, Henry (7 October 1988). «Growing Yugoslav Ethnic Protests Lead Province Officials to Resign». The New York Times. https://query.nytimes.com/gst/fullpage.html?res=940DEFD8133DF934A35753C1A96E948260&scp=71&sq=Vojvodina&st=nyt. Ανακτήθηκε στις 23 May 2010.
- ↑ BBC Summary of World Broadcasts; 25 January 1989; SECOND DAY OF VOJVODINA LC CONFERENCE NEW LEADERSHIP ELECTED
- ↑ BBC Summary of World Broadcasts; 9 May 1989, Tuesday; Election of SFRY Presidency member from Vojvodina confirmed; SOURCE: Yugoslav News Agency in Serbo-Croat 1534 gmt 4 May 1989
- ↑ The Guardian (London); 11 January 1989; 50,000 in Titograd protest
- ↑ The Guardian (London); 12 January 1989; Montenegro leaders quit en masse
- ↑ The Associated Press; 13 January 1989, Friday, AM cycle; Government Leadership Resigns En Masse
- ↑ The New York Times; 22 January 1989, Late City Final Edition; The Yugoslav Republic That Roared; By HENRY KAMM
- ↑ The Associated Press; 10 April 1989, Monday, AM cycle; Reformer Elected in Montenegro Presidential Election
- ↑ Xinhua General News Service; 24 December 1990; Bulatovic Elected Montenegro President
- ↑ BBC Summary of World Broadcasts; 28 December 1990; Momcir(sic) Bulatovic elected President of Montenegro
- ↑ 58,0 58,1 58,2 58,3 «Icty – Tpiy». United Nations. 5 Μαρτίου 2007. Ανακτήθηκε στις 21 Ιανουαρίου 2012.
- ↑ 59,0 59,1 59,2 Ramet 2006, σελ. 343.
- ↑ BBC Summary of World Broadcasts; 16 March 1989, Thursday; PARTY AND GOVERNMENT Vojvodina agrees to Serbian constitutional changes; SOURCE: Excerpts Yugoslav News Agency in English 1815 gmt 10 March 1989
- ↑ BBC Summary of World Broadcasts; 24 March 1989, Friday; Kosovo Assembly adopts changes to Serbian Constitution
- ↑ The Washington Post; 29 March 1989, Final Edition; 21 Dead in Two Days Of Yugoslav Rioting; Federal Assembly Ratifies Changes at Issue
- ↑ Xinhua; 23 MARCH 1989; Kosovo adopts constitutional changes
- ↑ United Press International; 29 March 1989, BC cycle; Tense calm maintained in restive province
- ↑ United Press International; 14 December 1990; Ethnic Albanians reject Serbia's first multi-party polls
- ↑ BBC Summary of World Broadcasts; 23 December 1993, Thursday; ATA: a million Kosovo Albanians boycott Serbian elections; SOURCE: Albanian Telegraph Agency news agency, Tirana, in English 0911 gmt 21 December 1993
- ↑ The Associated Press; 24 November 1989; Prosecutors Try 15 Ethnic Albanians; Former Vice President Charged
- ↑ Burg & Shoup 1999, σελ. 102.
- ↑ Siniša Malešević. Ideology, legitimacy and the new state: Yugoslavia, Serbia and Croatia. London, England, UK; Portland, Oregon, USA: Frank Cass Publishers, 2002, p. 184-185.
- ↑ Siniša Malešević. Ideology, legitimacy and the new state: Yugoslavia, Serbia and Croatia. London, England, UK; Portland, Oregon, USA: Frank Cass Publishers, 2002, p. 184.
- ↑ «Ruling Party Wins Serbian Elections». New York Times. 11 Δεκεμβρίου 1990. Ανακτήθηκε στις 21 Νοεμβρίου 2018.
- ↑ «Global Corruption Report 2004» (PDF). Transparency International. 2004. Ανακτήθηκε στις 13 Ιανουαρίου 2018.
- ↑ «The World's Greatest Unreported Hyperinflation». CATO Institute. 11 Μαΐου 2007. Ανακτήθηκε στις 21 Νοεμβρίου 2018.
- ↑ «The Milosevic Factor». International Crisis Group. 24 Φεβρουαρίου 1998. Ανακτήθηκε στις 21 Νοεμβρίου 2018.
- ↑ «Milosevic Fiddles While Serbian Economy Burns». 29 Ιανουαρίου 1998. Ανακτήθηκε στις 21 Νοεμβρίου 2018.
- ↑ 76,0 76,1 76,2 76,3 76,4 Thompson 1994, σελ. 59.
- ↑ Decision of the ICTY Appeals Chamber; 18 April 2002; Reasons for the Decision on Prosecution Interlocutory Appeal from Refusal to Order Joinder; Paragraph 8
- ↑ «Icty – Tpiy». United Nations. 5 Μαρτίου 2007. Ανακτήθηκε στις 21 Ιανουαρίου 2012.
- ↑ 79,0 79,1 Henriksen 2007, σελ. 181.
- ↑ 80,0 80,1 80,2 80,3 80,4 Sell 2002, σελ. 170.
- ↑ 81,0 81,1 Hagan 2003, σελ. 11.
- ↑ Post & George 2004, σελ. 184.
- ↑ 83,0 83,1 83,2 Cohen 2001, σελ. 98.
- ↑ Bokovoy 1997, σελ. 295.
- ↑ 85,0 85,1 85,2 85,3 Independent International Commission on Kosovo. The Kosovo report: conflict, international response, lessons learned. New York, New York, USA: Oxford University Press, 2000. p. 35.
- ↑ Jović 2009, σελ. 299.
- ↑ 87,0 87,1 87,2 Ramet 2006, σελ. 119.
- ↑ Ramet 2006, σελ. 350.
- ↑ 89,0 89,1 Ramet 2006, σελ. 351.
- ↑ Sabrina P. Ramet. Serbia Since 1989: Politics and Society Under Milos̆ević and After. University of Washington Press, 2005. p. 64.
- ↑ Adam LeBor. Milosevic: A Biography. Bloomsbury. Yale University Press, 2002. p. 195.
- ↑ Janine Di Giovanni. Madness Visible: A Memoir Of War. First Vintage Books Edition. Vintage Books, 2005. p. 95.
- ↑ 93,0 93,1 93,2 93,3 Ramet 2006, σελ. 355.
- ↑ 94,0 94,1 Ramet 2006, σελ. 361.
- ↑ 95,0 95,1 Ramet 2006, σελ. 359.
- ↑ 96,0 96,1 Ramet 2006, σελ. 364.
- ↑ 97,0 97,1 97,2 97,3 97,4 97,5 Ramet 2006, σελ. 366.
- ↑ Ramet 2006, σελ. 367.
- ↑ Ramet 2006, σελίδες 358–359.
- ↑ 100,0 100,1 Wydra 2007, σελ. 232.
- ↑ Ramet 2006, σελ. 349.
- ↑ Gagnon 2004, σελ. 5.
- ↑ Gordy 1999, σελ. 61–101.
- ↑ Gordy 1999, σελ. 72–75.
- ↑ Thompson 1994, σελ. 55.
- ↑ Thompson 1994, σελ. 74.
- ↑ 107,0 107,1 Thompson 1994, σελ. 72.
- ↑ Thompson 1994, σελ. 76.
- ↑ Thompson 1994, σελ. 79.
- ↑ Thompson 1994, σελ. 78.
- ↑ «Slobodan Milošević Trial Public Archive» (PDF). Human Rights Project.
- ↑ 112,0 112,1 «Slobodan Milošević Trial Public Archive» (PDF). Human Rights Project.
- ↑ rafael mejias says: (12 Σεπτεμβρίου 2002). «Media by Milosevic». PBS. Ανακτήθηκε στις 21 Ιανουαρίου 2012.
- ↑ 114,0 114,1 LeBor 2004, σελίδες 135–137.
- ↑ LeBor 2004, σελ. 138.
- ↑ Sriram, Martin-Ortega & Herman 2010, σελ. 70.
- ↑ 117,0 117,1 LeBor 2004, σελ. 140.
- ↑ LeBor 2004, σελίδες 140–143.
- ↑ 119,0 119,1 Armatta 2010, σελίδες 161–162.
- ↑ 120,0 120,1 120,2 Ackermann 2000, σελ. 72.
- ↑ «Archived copy» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 2 Απριλίου 2013.
- ↑ «on 28 May 2011». Time. 17 July 1995. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-11-07. https://web.archive.org/web/20121107031405/http://www.time.com/time/magazine/article/0,9171,983190-2,00.html. Ανακτήθηκε στις 21 January 2012.
- ↑ 123,0 123,1 LeBor 2004, σελ. 175.
- ↑ LeBor 2004, σελ. 191.
- ↑ 125,0 125,1 «BBC: Milosevic 'knew Srebrenica plan'». BBC News. 18 December 2003. http://news.bbc.co.uk/2/hi/europe/3331047.stm. Ανακτήθηκε στις 9 October 2011.
- ↑ Sullivan, Stacy. «Milosevic "Knew of Srebrenica Plans"». IWPR. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Νοεμβρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2011.
- ↑ «MILOSEVIC: Speeches & Interviews». Slobodan-milosevic.org. Ανακτήθηκε στις 30 Μαΐου 2011.
- ↑ 128,0 128,1 Death of Yugoslavia. British Broadcasting Corporation (BBC). 1995.
- ↑ «Washington Post Interview». Slobodan-milosevic.org. 16 Δεκεμβρίου 1998. Ανακτήθηκε στις 30 Μαΐου 2011.
- ↑ «UPI 1999 Interview». Slobodan-milosevic.org. 30 Απριλίου 1999. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Μαΐου 2019. Ανακτήθηκε στις 30 Μαΐου 2011.
- ↑ 131,0 131,1 131,2 Zimmermann 1996, σελ. 25.
- ↑ Zimmermann 1996, σελ. 26.
- ↑ 133,0 133,1 133,2 rafael mejias says: (12 Σεπτεμβρίου 2002). «Media by Milosevic ~ Video: Full Episode, Wide Angle». PBS. Ανακτήθηκε στις 30 Μαΐου 2011.
- ↑ «Analysis: Stambolic Murder Trial». BBC News. 23 February 2004. http://news.bbc.co.uk/go/pr/fr/-/2/hi/europe/3511823.stm. Ανακτήθηκε στις 4 December 2007.
- ↑ «Tuesday, 3 July 2001». International Criminal Tribunal for the former Yugoslavia. 3 Ιουλίου 2001. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Ιουνίου 2009. Ανακτήθηκε στις 13 Ιουλίου 2012.
- ↑ 136,0 136,1 136,2 «Milosevic arrested». BBC News. 1 April 2001. http://news.bbc.co.uk/2/hi/europe/1254263.stm. Ανακτήθηκε στις 3 March 2014.
- ↑ 137,0 137,1 137,2 «Milosevic extradited». BBC News. 28 June 2001. http://news.bbc.co.uk/2/hi/europe/1412828.stm. Ανακτήθηκε στις 3 March 2014.
- ↑ «Antiwar.com». Antiwar.com. 17 Ιουνίου 2005. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Σεπτεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2011.
- ↑ Milošević's China dream flops, Chinatown-Belgrade booms Αρχειοθετήθηκε 5 March 2008 στο Wayback Machine. Boris Babic 9 September 2006
- ↑ 140,0 140,1 140,2 Eckholm, 8 October 2000
- ↑ «Human Rights Watch in Service to the War Party». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Οκτωβρίου 2019. Ανακτήθηκε στις 4 Απριλίου 2019.
- ↑ http://www.icty.org/x/cases/slobodan_milosevic/cis/en/cis_milosevic_slobodan_en.pdf
- ↑ «TPIY : The Cases». ICTY. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2011.
- ↑ Marija Ristic. «Dacic Denies His Party's Role in Balkan Conflicts». Balkan Insight. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Δεκεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2013.
- ↑ «Milosevic 'Exonerated'? War-Crime Deniers Feed Receptive Audience». RadioFreeEurope/RadioLiberty.
- ↑ «Prosecutor v. Radovan Karadžić» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Μαρτίου 2019. Ανακτήθηκε στις 4 Απριλίου 2019.
- ↑ «Srebrenica: A "safe" area».
- ↑ «Europe | Milosevic found dead in his cell». BBC News. 11 March 2006. http://news.bbc.co.uk/2/hi/europe/4796470.stm. Ανακτήθηκε στις 21 January 2012.
- ↑ Simons, Marlise; Smale, Alison (12 March 2006). «Slobodan Milosevic, 64, Former Yugoslav Leader Accused of War Crimes, Dies». The New York Times. https://www.nytimes.com/2006/03/12/world/europe/slobodan-milosevic-64-former-yugoslav-leader-accused-of-war.html.
- ↑ «Милошевић је убијен у Хагу, али не ринфапицином већ - дроперидолом». Факти. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Απριλίου 2019. Ανακτήθηκε στις 4 Απριλίου 2019.
- ↑ Marlise Simons (13 March 2006). «Milosevic Died of Heart Attack, Autopsy Shows». The New York Times. https://www.nytimes.com/2006/03/13/international/europe/13milosevic.html?pagewanted=all&_r=0. Ανακτήθηκε στις 6 April 2013.
- ↑ "Report to the President Death of Slobodan Milosevic". un.org, May 2006. Pg. 4 para. 3
- ↑ Decision on Assigned Counsel Request for Provisional Release. un.org, 23 February 2006.
- ↑ Jo Eggen (2014-11-10). «Til Arne Ruste». Klassekampen, σελ. 20. «Han deltar i dennes begravels, men det gjør også Ramsay Clark, tidligere amerikansk justisminister og arkitekt bak avskaffelsen av det politiske raseskillet i USA, begge anså behandlinga av den krigsforbrytertiltalte ekspresidenten som urettferdig.»
- ↑ «Opinion Poll Shows Milosevic More Popular In Serbia Than Premier». Slobodan-milosevic.org. 22 Απριλίου 2005. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Σεπτεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2013.
- ↑ «UN clears Serbia of genocide». The Age (Melbourne, Australia). 27 February 2007. http://www.theage.com.au/news/world/un-clears-serbia-of-genocide/2007/02/27/1172338582657.html?page=fullpage.
- ↑ «Power Through Hatred: Slobodan Milosevic». LIFE. June 2009. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 June 2009. https://web.archive.org/web/20090627022625/http://www.life.com/image/1611663/in-gallery/22899/the-worlds-worst-dictators. Ανακτήθηκε στις 27 June 2009.
- ↑ (Petersen 2011, σελ. 115) Slobodan Milosevic rode to power on a wave of discontent, using the Kosovo issue. Previously a faceless bureaucrat, Milosevic firmly established his public image as the defender of the Serbian people at a mass rally in Kosovo one night in ...
- ↑ Bataković, Dušan T. (2007). Kosovo and Metohija: living in the enclave. Serbian Academy of Sciences and Arts, Institute for Balkan Studies. σελ. 75.
... of the signatories of the hard-won peace, went from being the demonized "butcher of the Balkans" to being the guarantor of ...
- ↑ Pavlowitch, Stevan K. (Ιανουαρίου 2002). Serbia: The History Behind the Name. C. Hurst & Co. Publishers. σελ. ix. ISBN 978-1-85065-477-3.
Even in the 1990s there were oscillations in Western attitudes, from integration at all costs to absolute disintegration, and to re-integration; from Milosevic 'butcher of the Balkans' to Milosevic 'guarantor of the peace in the Balkans';