Σύμφωνο
Το σύμφωνο είναι φθόγγος χαμηλής τονικότητας κατ' αντιδιαστολή προς τα φωνήεντα, που παράγεται όταν, κατά την ομιλία, ο εκπνεόμενος αέρας προσκρούει σε και κατόπιν διέρχεται από τέλειο φραγμό (οπότε παράγονται τα κλειστά σύμφωνα) ή διαφορετικού πλάτους στενότητες. Σε αντίθεση με τα φωνήεντα και τα ημίφωνα σε φωνολογικό επίπεδο είναι [-συλλαβικά], δεν δύνανται δηλαδή να αποτελέσουν πυρήνα συλλαβής· πράγματι, υφίστανται ορισμένα συμφωνικά αλλόφωνα σε γλώσσες του κόσμου που μπορούν να λάβουν την θέση του πυρήνα.[1]
Κατά συνέπεια, σύμφωνο ονομάζεται και το γράμμα ή γράφημα που αναπαριστά ή αντιπροσωπεύει έναν συμφωνικό ήχο.
Κατηγορίες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Συνήθως τα σύμφωνα διαχωρίζονται βάσει τριών κατηγοριών:
- Της ηχηρότητας (της λειτουργίας ή όχι των φωνητικών χορδών κατά τη διάρκειας της προφοράς) διαιρούνται σε άηχα και ηχηρά.
- Του τόπου άρθρωσης (παθητικοί αρθρωτές) διαιρούνται σε διχειλικά, χειλοδοντικά, οδοντικά, φατνιακά, προουρανικά/μεταφατνιακά, ουρανικά, υπερωικά, μεταϋπερωικά, φαρυγγικά και επιγλωττιδικά (λαρυγγικά).[2] Στους ενεργούς αρθρωτές που συμμετέχουν στην προφορά των συμφώνων σημαντικό ρόλο παίζει η άκρη και η ράχη της γλώσσας.[3]
- Του τρόπου άρθρωσης διαιρούνται σε κλειστά (γνωστά και ως έκκροτα ή στιγμιαία), τριβόμενα, προστριβόμενα, προσεγγιστικά, υγρά και έρρινα.[2]
Ωστόσο υφίστανται κι άλλες κατηγορίες όπως:
- Ο χρόνος έναρξης της φώνησης (ΧΕΦ) που διαχωρίζει τα δασέα από τα μη δασεά.
- Η φύση της κίνησης του αέρα, που διαχωρίζει τα πνευμονικά από τα μη πνευμονικά.
- Η διάρκεια, που διαχωρίζει τα διπλά από τα μονά σε γλώσσες όπως τα ιταλικά και τα ιαπωνικά.
Γραφήματα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τα γραφήματα του ελληνικού αλφαβήτου που εκφράζουν συμφωνικούς φθόγγους είναι εικοσιοκτώ: <Β, Γ, Δ, Ζ, Θ, Κ, Λ, Μ, Ν, Ξ, Π, Ρ, Σ, Τ, Φ, Χ, Ψ, ΝΤ, ΜΠ, ΓΚ, ΓΓ, ΤΖ, ΤΣ>. Μόνο δύο αντιστοιχούν σε έναν προς έναν φθόγγο (<θ>και <δ>), με τα υπόλοιπα να εμφανίζονται είτε σε διπλά γράμματα (θάλα<σσ>α) είτε να μην αντιπροσωπεύουν αποκλειστικά έναν φθόγγο ([f]: <φ> και <υ>). Πολλά από αυτά αντιστοιχούν σε παραπάνω από έναν ήχους (π.χ. άγχος, γάμμα, άγιος), άλλα συμβολίζουν δύο ήχους (<Ξ>: [ks], <Ψ>: [ps]) ενώ έτερα παρότι είναι δίγραφα αντιπροσωπεύουν έναν ήχο (π.χ. <ΝΤ>: [d]).[4]
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Ladefoged και Maddieson (1996): The sounds of the world's languages. Οξφόρδη: Blackwell.
- ↑ 2,0 2,1 Μποτίνης, Α. (2011): Φωνητική της ελληνικής. ISEL. σελ. 34.
- ↑ Ladefoged και Maddieson (1996): The sounds of the world's languages. Οξφόρδη: Blackwell. σελ. 12-14.
- ↑ Μποτίνης, Α. (2011): Φωνητική της ελληνικής. ISEL. σελ. 124.
Αυτό το λήμμα σχετικά με τη γλωσσολογία χρειάζεται επέκταση. Μπορείτε να βοηθήσετε την Βικιπαίδεια επεκτείνοντάς το. |