καμάκι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | καμάκι | τα | καμάκια |
γενική | του | καμακιού | των | καμακιών |
αιτιατική | το | καμάκι | τα | καμάκια |
κλητική | καμάκι | καμάκια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- καμάκι < αρχαία ελληνική κάμαξ
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]καμάκι ουδέτερο
- εργαλείο για ψάρεμα, παρόμοιο με ακόντιο που έχει επιπρόσθετα τουλάχιστον μια πλάγια προεξοχή ώστε να αγκιστρώνεται στο ψάρι
- πολλοί πιστεύουν ότι βρέθηκε το πλοίο και τα καμάκια που χρησιμοποιούσε ο Αχαάβ στο κυνήγι του Μόμπι Ντικ
- η τρίαινα είναι είδος καμακιού
- (μεταφορικά) η επίμονη προσπάθεια για σύναψη ερωτικής σχέσης
- (μεταφορικά, συνεκδοχικά) αυτός που προσπαθεί επίμονα να έχει ερωτικές σχέσεις
- ※ Υπό ποίες συνθήκες δύναται να χαρακτηριστεί πέφτουλας. … Σε πόσες την πέφτεις. Ένα παλιό καμάκι είχε την εξής τακτική. Την έπεφτε σε 10 κάθε βράδυ και στατιστικά και μόνο κάποια του καθόταν.
- Σπύρος Τσιώτσης, «5 λόγοι που σε θεωρούν [[πέφτουλα]» , Simply Man.gr· πρόσβαση: 2022-07-30.
- ※ […] ο Κώστας ήταν πιο «μπασμένος» στα ερωτικά, είχε και ένα λέγειν, ήταν γενικά «πέφτουλας», που λένε σήμερα τα παιδιά, καμάκι το λέγαμε εμείς τότε.
- Γιάννης Παππάς, «Δροσερά καλοκαίρια, μιας δροσερής εποχής», avgi.gr (28 Αυγούστου 2017)· πρόσβαση: 2022-07-30.
- ≈ συνώνυμα: πέφτουλας
- ※ Υπό ποίες συνθήκες δύναται να χαρακτηριστεί πέφτουλας. … Σε πόσες την πέφτεις. Ένα παλιό καμάκι είχε την εξής τακτική. Την έπεφτε σε 10 κάθε βράδυ και στατιστικά και μόνο κάποια του καθόταν.
Συγγενικά
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'τραγούδι' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Εργαλεία (νέα ελληνικά)
- Μεταφορικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα τύπου (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)