ομαδόν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ομαδόν < → λείπει η ετυμολογία
Επίρρημα
[επεξεργασία]ομαδόν
- ομαδικά
- πυρ ομαδόν (διαταγή για να πυροβολήσουν όλοι μαζί)
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ομαδόν
|