son-

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
son- < γαλλική son, αγγλική sound...

son- (eo)

  • ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: ήχος

Παράγωγα

[επεξεργασία]