Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ψυχή

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η μεταμόρφωση της πεταλούδας έχει εμπνεύσει πολλούς να τη χρησιμοποιήσουν ως σύμβολο για την έξοδο της ψυχής από το σώμα. Μία από τις σημασίες της αρχαιοελληνικής λέξης ψυχή ήταν η «πεταλούδα».

Η λέξη «ψυχή»[1] (από το ρήμα «ψύχω», δηλ. «φυσώ», «πνέω») κυριολεκτικά σημαίνει την «ψυχρή πνοή», δηλαδή την (ύστατη) ένδειξη της ζωής στο σώμα που γίνεται αισθητή από την αναπνοή.[2] Σε πολλές θρησκευτικές, φιλοσοφικές και μυθολογικές παραδόσεις, η ψυχή είναι η άυλη ουσία ενός ζωντανού όντος.[3]

Ανάλογα με το φιλοσοφικό σύστημα, μια ψυχή μπορεί είτε να είναι θνητή είτε αθάνατη.[4] Στον Ιουδαϊσμό και τον Χριστιανισμό, μόνο τα ανθρώπινα όντα έχουν αθάνατη ψυχή. Για παράδειγμα, ο Καθολικός θεολόγος Θωμάς Ακινάτης απέδωσε την «ψυχή» (anima) σε όλους τους οργανισμούς, αλλά υποστήριξε ότι μόνο οι ανθρώπινες ψυχές είναι αθάνατες.[5] Άλλες θρησκείες (κυρίως ο Ινδουισμός και ο Τζαϊνισμός) υποστηρίζουν ότι όλοι οι βιολογικοί οργανισμοί έχουν ψυχή, όπως και ο Αριστοτέλης, ενώ κάποιοι διδάσκουν ότι ακόμη και μη βιολογικές οντότητες (όπως ποτάμια και βουνά) έχουν ψυχή. Η τελευταία πεποίθηση ονομάζεται ανιμισμός.[6]

Οι Έλληνες φιλόσοφοι, όπως ο Σωκράτης, ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης, διατύπωσαν ότι η ψυχή πρέπει να έχει μια λογική ικανότητα, η άσκηση της οποίας ήταν η πιο θεϊκή των ανθρώπινων πράξεων.[εκκρεμεί παραπομπή] Στη δίκη του, ο Σωκράτης συνόψισε τη διδασκαλία του ως τίποτε άλλο από μια προτροπή για τους συναδέλφους του Αθηναίους να υπερέχουν σε θέματα ψυχής, αφού όλα τα σωματικά αγαθά εξαρτώνται από την αριστεία αυτή (Απολογία 30α-β). Παρ’ όλα αυτά, οι απόψεις που εκτίθενται στα πλατωνικά έργα αποτελούν μια απόπειρα συστηματοποίησης και ανάπτυξης προϋπαρχουσών θεωριών, δεδομένου ότι τα ερωτήματα για τη φύση του ανθρώπου και τον θάνατο είναι πολύ παλαιότερα του Πλάτωνα και έχουν απασχολήσει ίσως όλους τους πολιτισμούς.

Το Anima mundi είναι η έννοια της "ψυχής του κόσμου" που συνδέει όλους τους ζωντανούς οργανισμούς στον πλανήτη Γη.

Φιλοσοφικές απόψεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ελληνική λέξη «ψυχή» ακολούθησε δύο βασικές πορείες.[7] Η πρώτη σχετίζεται με τη χρήση της στον καθημερινό λόγο, όπου δηλώνει την «πνοή», τη «φυσική ζωή», το «θάρρος» ή το «ήθος», και η δεύτερη αφορά τις ειδικές χρήσεις της στις θρησκευτικές δοξασίες και τις διάφορες φιλοσοφικές σχολές ως μια αόρατη—και για μερικούς άυλη ή και αθάνατη—ουσία που δίνει ζωή στο σώμα, το ελέγχει και για πολλούς επιζεί μετά τον θάνατο του σώματος, μεταβαίνοντας σε έναν τόπο δυστυχίας ή μακαριότητας ή, για άλλους, σε κάποιο διαφορετικό σώμα. Μολονότι πρέπει να διαχωριστούν αυτές οι δύο πορείες, καθώς και οι ειδικές σημασίες της λέξης όταν χρησιμοποιείται ως τεχνικός όρος από τους εκάστοτε φιλοσόφους, η κατωτέρω συνοπτική αναδρομή παρουσιάζει ορισμένα στοιχεία της αλληλεπίδρασης αυτών των δύο πορειών, που συνέβαλαν στην εξέλιξη του σημασιολογικού περιεχομένου της.

Η ομηρική άποψη για τη μετά θάνατον ζωή κυριαρχούσε στη λαϊκή θρησκεία των Ελλήνων επί αιώνες

Στην ελληνική γραμματεία η λέξη «ψυχή» πρωτοαπαντάται στον Όμηρο και μάλιστα σε συγκεκριμένες περιπτώσεις. Αυτές σχετίζονται πάντα με τον άνθρωπο, όπου η «ψυχή» παρουσιάζεται είτε ως κάτι το οποίο κινδυνεύει να χάσει ο πολεμιστής στη μάχη είτε ως κάτι που μετά τον θάνατο του σώματος μεταβαίνει στον Άδη, δηλαδή τον κάτω κόσμο. Εκεί ονομάζεται επίσης «εἴδωλον» επειδή διατηρεί τη μορφή και την προσωπικότητα του εκλιπόντος, αλλά βρίσκεται σε μια εξαιρετικά υποβιβασμένη κατάσταση. Μερικές ψυχές, ωστόσο, έχουν την τύχη να πάνε στα Ηλύσια Πεδία, απολαμβάνοντας αθανασία με τους θεούς.[8] Η ομηρική άποψη για τη μετά θάνατον ζωή φαίνεται να προέρχεται από τους μύθους της Μεσοποταμίας[9][10] και διατηρείται στη λαϊκή θρησκεία των Ελλήνων επί πολλούς αιώνες,[11] ακόμη και στη μετά Χριστόν εποχή,[12] αν και φυσικά από τόπο σε τόπο και από εποχή σε εποχή εμφανίζονται διαφορές στις αντιλήψεις. Παράλληλα, όμως, αρχίζουν να αναπτύσσονται και να γίνονται δημοφιλείς και άλλες θεωρίες περί της ψυχής και της μετά θάνατον ζωής.

Στα γραπτά της προσωκρατικής εποχής (7ος-5ο αι. π.Χ.) παρατηρείται η γενίκευση στη χρήση του όρου «ψυχή», η οποία από τότε χρησιμοποιείται ως συνώνυμη της «ζωής» ή, ακόμη γενικότερα, ως η κινητήρια δύναμη της φύσης. Ως εκ τούτου, έμψυχο χαρακτηρίζεται οτιδήποτε κινείται, και ο Θαλής ο Μιλήσιος θεωρεί τον μαγνήτη έμψυχο λόγω των ελκτικών του ιδιοτήτων. Σε παρόμοιο πλαίσιο, οι Ίωνες φιλόσοφοι γενικά βλέπουν τον κόσμο ως «ἔμψυχον καὶ δαιμόνων πλήρη».[13]—Βλ. στην Καθολική Εγκυκλοπαίδεια το λήμμα Υλοζωϊσμός.

Τον 5ο αι. στον καθημερινό λόγο η ψυχή επιπλέον σημαίνει την έδρα των σωματικών επιθυμιών, των συναισθημάτων και της νόησης. Παράλληλα αρκετοί, μεταξύ των οποίων ο Θουκυδίδης και ο Ιπποκράτης, χρησιμοποιούν τον εν λόγω όρο ή παράγωγά του για να δηλώσουν το θάρρος ή, γενικότερα, το ήθος του ανθρώπου.[14] Ειδικά η τελευταία σημασιολογική προέκταση της «ψυχής» στον καθημερινό λόγο, που περιλαμβάνει και το έλλογο μέρος του ανθρώπου, εικάζεται ότι οφείλεται στην ορολογία των Πυθαγορείων.

Οι Ορφικοί και οι Πυθαγόρειοι, πιθανώς επηρεασμένοι από ανατολικές θρησκευτικές δοξασίες,[15] πιστεύουν ότι η ψυχή είναι θεϊκή στη φύση της, ότι έχει φυλακιστεί στο σώμα και ότι μετενσαρκώνεται.[16] Οι Ορφικοί υποστηρίζουν ότι η οριστική απελευθέρωση της ψυχής από τους κύκλους των μετενσαρκώσεων και η μόνιμη διαμονή της στα Ηλύσια Πεδία επιτυγχάνεται με τρεις ενάρετες ζωές.[17] Αντιθέτως, οι ψυχές των αδίκων υφίστανται τιμωρίες και επιπλέον ενσαρκώσεις. Οι Πυθαγόρειοι διδάσκουν ότι η ηθική ζωή οδηγεί σε ανώτερες μετενσαρκώσεις, μέχρι να επιτευχθεί η ένωση με το θείον.[18] Η αποχή των Ορφικών και των Πυθαγορείων από κρέας έχει ερμηνευτεί ως εκδήλωση σεβασμού προς τις μετενσαρκωμένες ψυχές.[17]

Ο Παρμενίδης, που θεωρείται μαθητής των Πυθαγορείων Αμινίου και Διοχαίτου [19] και ιδρυτής της Ελεατικής Σχολής,[20] θεωρούσε ότι οι ψυχές προέρχονται από τον ουρανό.[21]

Ο Ηράκλειτος τόνιζε ότι η ψυχή επηρεάζεται δυσμενώς από το ποτό, συσχετίζοντάς την έτσι στενά με το σώμα και γενικά με την ύλη, όπως και οι περισσότεροι σύγχρονοί του, αλλά τη θεωρεί λεπτή και αιθέρια.[22]

Ο Εμπεδοκλής, επηρεασμένος από τους Ορφικούς και τους Πυθαγορείους,[23] δίδασκε ότι οι αμαρτωλοί πρέπει να περιπλανηθούν επί 30.000 έτη στη «σπηλιά» της γης, περνώντας με αλλεπάλληλες μετενσαρκώσεις και από τα τέσσερα βασικά στοιχεία της φύσης (τη φωτιά, τον αέρα, το νερό και τη γη) με σκοπό να επιτευχθεί ο εξαγνισμός. Ο ίδιος πίστευε ότι σε προηγούμενες ζωές η ψυχή του βρέθηκε σε θάμνο, σε πουλί και σε ψάρι.[24]

Σωκράτης και Πλάτωνας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Οι απόψεις του Πλάτωνα περί άυλης και αθάνατης ψυχής υπήρξαν καθοριστικές για τους μετέπειτα στοχαστές

Στον Φαίδωνα του Πλάτωνα[25] ο Σωκράτης, ως γνήσιος φιλόσοφος, παρουσιάζεται να επιθυμεί να πεθάνει το σώμα του, ώστε να απελευθερωθεί η ψυχή του από τα απατηλά ερεθίσματα των υλικών αισθητηρίων και, έτσι, να κατακτήσει την πραγματική γνώση και σοφία. Εντούτοις, αντιμετωπίζει τη δυσπιστία καθώς πολλοί αρνούνται τη μετά θάνατον επιβίωση της ψυχής.[26] Για να υποστηρίξει ο Σωκράτης την αθανασία της ψυχής και τον έλλογο χαρακτήρα της, ότι δηλαδή αυτή είναι το «εγώ», η πραγματική έδρα της προσωπικότητας και της υπόστασης του ανθρώπου, εκθέτει τέσσερα επιχειρήματα. Το πρώτο βασίζεται στην ήδη υπάρχουσα δοξασία της μετενσάρκωσης: αν η ψυχή έφθινε και πέθαινε ύστερα από έναν αριθμό μετενσαρκώσεων, τότε η ζωή θα έπρεπε να έχει εκλείψει από τον κόσμο. Αντιθέτως, η ζωή εξακολουθεί να υπάρχει και να κάνει τους κύκλους της μέσα στη φύση, και επομένως οι ψυχές είναι αθάνατες. Το δεύτερο επιχείρημα αντλείται από την ικανότητα που έχει ο άνθρωπος να αντιλαμβάνεται ιδέες και νοήματα χωρίς να εξαρτάται από τις αισθήσεις του: για παράδειγμα, κάποιος μπορεί να φανταστεί έναν τέλειο κύκλο χωρίς να έχει δει ποτέ του κάτι τέτοιο στον υλικό κόσμο. Τούτη η ικανότητα δείχνει ότι η ψυχή κατέχει γνώση από τον κόσμο των Ιδεών[27] και, επομένως, προέρχεται από εκεί. Η συσχέτιση της ψυχής με τον κόσμο των Ιδεών είναι σημαντική και αυτό το δηλώνει ιδιαίτερα το τρίτο επιχείρημα: εφόσον η ψυχή είναι αόρατη, προφανώς συγγενεύει με τον κόσμο των Ιδεών: είναι απλή και ασύνθετη, αδιάλυτη και αιώνια, όπως είναι και οι Ιδέες. Τέλος, σύμφωνα με το τέταρτο επιχείρημα, εφόσον η ψυχή είναι αυτή που δίνει ζωή στο σώμα και ο χωρισμός ψυχής και σώματος σημαίνει θάνατος για το σώμα, άρα η ίδια διαθέτει αυτονομία ζωής.[28]

Στο Συμπόσιο μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η άποψη πως, όταν η ψυχή πρόκειται να ενσαρκωθεί, χωρίζεται σε δύο τμήματα που εισέρχονται σε δύο διαφορετικά σώματα. Εντούτοις, τα δύο μέρη της ψυχής έλκονται μεταξύ τους, και έτσι εξηγείται το φαινόμενο του έρωτα. Στον Φαίδρο παρουσιάζεται η θεωρία ότι ο άνθρωπος έχει τρεις ψυχές: μία στο κεφάλι (έδρα της νόησης), μία στο στήθος (έδρα των συναισθημάτων) και μία στην κοιλιά (έδρα των σωματικών επιθυμιών). Στην Πολιτεία, όμως, η προσέγγιση αλλάζει με σκοπό να ξεπεραστούν τα κενά των προηγούμενων θεωριών. Εκεί λοιπόν αναφέρεται ότι ο άνθρωπος έχει μία μόνο ψυχή αλλά τριμερή: τον νουν (νόηση), τον θυμόν (συναίσθημα) και το επιθυμητικόν (επιθυμία).[29] Στον Τίμαιο, επιπρόσθετα, παρουσιάζεται η θεωρία της τριμερούς ψυχής εφαρμόζεται και στην ψυχή του κόσμου, και αυτή η τριάδα των ιδιοτήτων είναι που εξασφαλίζει την κίνηση στα ουράνια σώματα.[30]

Η ψυχή για τον Αριστοτέλη[31], είναι η πρώτη εντελέχεια ενός φυσικού, οργανικού σώματος, που έχει τη δυνατότητα της ζωής, και, επίσης, έχει μέσα του την αρχή της κίνησης και της στάσης. Εντελέχεια είναι η μορφή του όντος που υπάρχει σε κατάσταση δυνατότητας. Η ψυχή, δηλαδή, είναι μια υπόσταση με την έννοια της μορφής. Η χαρακτηριστική αριστοτελική διατύπωση, είναι πως η ψυχή είναι αυτό που ένα συγκεκριμένο σώμα ήταν να είναι. Είναι αιτία και αρχή του ζωντανού σώματος, η πηγή και ο σκοπός της κίνησής του. Είναι αιτία ως η μορφή του έμψυχου σώματος. Στα ζωντανά όντα, ό,τι συνιστά την ύπαρξή τους είναι η ζωή, και, για τη ζωή τους, αιτία και αρχή είναι η ψυχή, η οποία, τελικά, ταυτίζεται με την ίδια τη φυσική, οργανική ζωή· μια ζωή που συλλαμβάνεται ως ένα σύνολο ικανοτήτων ή λειτουργιών, που εκτελούνται διαμέσου σωματικών οργάνων. Τις ικανότητες της ψυχής, άλλα όντα τις έχουν όλες, άλλα κάποιες από αυτές, ενώ μερικά, όπως τα φυτά, μία και μόνη. Για τον άνθρωπο η ψυχή του έχει πέντε «δυνάμεις», ή αλλιώς δυνατότητες: (1) το «θρεπτικόν», που σχετίζεται με τη θρέψη του σώματος· (2) το «ορεκτικόν», δηλαδή την τάση για καθετί καλό· (3) το «αισθητικόν», την ικανότητα της πρόσληψης των πληροφοριών μέσω των αισθήσεων· (4) το «κινητικόν», που εξασφαλίζει τις κινήσεις του σώματος και (5) το «διανοητικόν».

Οι Στωικοί πίστευαν ότι ολόκληρο το σύμπαν έχει ως κινητήρια δύναμη το «Πνεύμα» και ότι η ψυχή αντιστοιχεί στο «πνεύμα» που διαπνέει το σώμα (είτε των ζώων είτε των ανθρώπων, όχι των φυτών) και το κάνει να λειτουργεί και να ζει. Στην περίπτωση των ανθρώπων, όμως, η ψυχή έχει περισσότερες λειτουργίες. Συγκεκριμένα, αποτελείται από οχτώ μέρη, το «ηγεμονικόν», δηλαδή τον λόγο, τις πέντε αισθήσεις και τις αναπαραγωγικές δυνάμεις. Οι Στωικοί απέκλειαν την ιδέα της απόλυτης αθανασίας της ψυχής, εφόσον πίστευαν ότι κάποια στιγμή τα πάντα θα κατακαούν. Μερικοί Στωικοί δεν το δέχονταν ούτε και αυτό, όπως ο Κλεάνθης και ο Χρύσιππος ο Σολεύς, υποστηρίζοντας ότι η ψυχή πεθαίνει μαζί με το σώμα.[32]

Οι Επικούρειοι δίδασκαν ότι η ψυχή αποτελείται από τα πιο λεπτά και πιο κινητικά άτομα του σύμπαντος, λεπτότερα ακόμη και από αυτά του αέρα και της φωτιάς, και σε αυτό απέδιδαν τις λειτουργίες της σε σχέση με τη σκέψη και τις αισθήσεις. Κατ’ αυτούς, όταν τραυματίζεται το σώμα, μερικά άτομα της ψυχής διαρρέουν. Αν το ποσοστό τους είναι μεγάλο, τότε επέρχεται θάνατος του σώματος και όλα τα άτομα της ψυχής σκορπίζονται.

Ο Πλωτίνος, αναπλάθοντας την πλατωνική διδασκαλία και προσδίδοντάς της έντονη θρησκευτική χροιά, επανέλαβε τις απόψεις περί άυλης ψυχής, συγγενούς με τον κόσμο των Ιδεών, η οποία έχει φυλακιστεί στο σώμα και υφίσταται μετενσαρκώσεις, το επίπεδο των οποίων μπορεί να αναβαθμιστεί ή να υποβαθμιστεί ανάλογα με το πώς διάγει κανείς τη ζωή του. Ύστατος σκοπός η επανένωση της ατομικής ψυχής με την ψυχή του κόσμου, οπότε και η πρώτη χάνει την ατομικότητά της. Και πριν όμως από αυτό, ήδη κατά τη διάρκεια του ένσαρκου βίου, η ψυχή μπορεί να αποζητήσει τον πνευματικό κόσμο μέσω του ασκητισμού και του στοχασμού, και τότε ίσως καταστεί δυνατόν να δει το θείο φως. Ως αρετή ορίζεται η προσέγγιση της ψυχής προς τον Θεό και ως κάλλος η επικράτησή της επί του σώματος και των επιθυμιών του.[33] Οι απόψεις του Πλωτίνου περί της ψυχής είναι επηρεασμένες και από τον νεοπυθαγορισμό, δεδομένου ότι προτάσσει πως όσοι αγαπούν τη μουσική, αυτοί στην επόμενη ζωή θα γίνουν ωδικά πτηνά, ενώ οι στοχαστικοί φιλόσοφοι θα μεταμορφωθούν σε αετούς.

Στις συζητήσεις για την ορθολογική ψυχολογία, ο Ιμμάνουελ Καντ (1724-1804) προσδιόρισε την ψυχή ως το «εγώ» με την αυστηρότερη έννοια και υποστήριξε ότι η ύπαρξη εσωτερικής εμπειρίας δεν μπορεί ούτε να αποδειχθεί ούτε να διαψευσθεί. «Δεν μπορούμε να αποδείξουμε εκ των προτέρων την άυλη φύση της ψυχής, αλλά μάλλον τόσο πολύ: ότι όλες οι ιδιότητες και οι ενέργειες της ψυχής δεν μπορούν να αναγνωριστούν από την υλικότητα». Είναι από το «εγώ» ή την ψυχή ότι ο Καντ προτείνει υπερβατικό ορθολογισμό, αλλά προειδοποιεί ότι ένας τέτοιος εξορθολογισμός μπορεί να καθορίσει μόνο τα όρια της γνώσης, αν πρόκειται να παραμείνει πρακτικός.[34]

Το επιχείρημα φάντασμα μέσα σε μια μηχανή του Γκίλμπερτ Ράιλ (Gilbert Ryle), το οποίο είναι μια απόρριψη του δυϊσμού νου-σώματος του Ντεκάρτ, μπορεί να δώσει μια σύγχρονη αντίληψη της ψυχής/νου και το πρόβλημα της σύνδεσής του με τον εγκέφαλο/σώμα.[35]

Προϊστορικά χρόνια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ιδέα ότι υπάρχει ένα τμήμα που ζει μετά τον θάνατο του σώματος συμπεριλαμβάνεται στις αρχαιότερες εκδηλώσεις της θρησκευτικότητας του ανθρώπου.[36] Μάλιστα, ο ανθρωπολόγος Έντουαρντ Μπάρνετ Τέιλορ (1832-1917) υποστήριξε με τη θεωρία του ανιμισμού[37] ότι οι προϊστορικές αντιλήψεις περί επιβίωσης ενός αόρατου μέρους του ανθρώπου κατά τον θάνατο υπήρξε η γενεσιουργός αιτία της ίδιας της θρησκείας.[38] Για παράδειγμα, η τοποθέτηση στους τάφους προσωπικών αντικειμένων ήδη από την παλαιολιθική εποχή έχει ερμηνευτεί από τους επιστήμονες ως εξοπλισμός για το ταξίδι στον κόσμο των νεκρών.[39]

Συγκεκριμένες αναφορές στη μετά θάνατον ζωή του ανθρώπου βρίσκουμε στην αρχαία Μεσοποταμία.[40] Μαντικά κείμενα εκείνης της περιόδου αποκαλύπτουν τη δοξασία ότι οι νεκροί θα μπορούσαν να εκδικηθούν τους ζωντανούς, προκαλώντας τους συμφορές. Ένας σοβαρός λόγος για κάτι τέτοιο θα ήταν να σκοτωθεί κάποιος προτού προλάβει να ολοκληρώσει τη ζωή του, όπως με το να παντρευτεί. Οι αχρησιμοποίητες δυνάμεις του επρόκειτο τώρα να στραφούν κατά των ζωντανών.[41] Επίσης, εθεωρείτο ότι για τη μετάβαση των νεκρών στον κάτω κόσμο έπρεπε να γίνουν οι κατάλληλες τελετές ταφής. Σε αντίθετη περίπτωση, η ψυχή τους έμενε στον κόσμο των ζωντανών. Επίσης υπήρχε η πεποίθηση ότι στον κόσμο των νεκρών κυριαρχούν θεότητες και δαίμονες που επιφέρουν φρικτά βασανιστήρια σε όσους πηγαίνουν εκεί. Η επίτευξη της σωματικής αθανασίας, όπως περιγράφεται στο Έπος του Γκιλγκαμές, αποτελεί τρόπο διαφυγής από τον ζοφερό κάτω κόσμο.

Η αθανασία της ψυχής έπαιζε σημαίνοντα ρόλο στην αιγυπτιακή θρησκεία

Στην αρχαία Αίγυπτο, ήδη από τα προϊστορικά χρόνια συνηθιζόταν να εναποτίθενται στους τάφους εργαλεία, όπλα, κοσμήματα, οικιακά σκεύη και τρόφιμα, σαν να επρόκειτο η ζωή του νεκρού να συνεχίσει κατά τον ίδιο τρόπο όπως και πριν.[42] Στην πραγματικότητα, ο κόσμος των νεκρών εθεωρείτο πανομοιότυπος με τον κόσμο των ζωντανών, έχοντας μάλιστα ζώα και ποτάμια. Ως εκ τούτου, η αιγυπτιακή θεώρηση της μετά θάνατον ζωής ήταν σαφώς πιο αισιόδοξη από τη βαβυλωνιακή. Επιπρόσθετα, η αρχαιολογική σκαπάνη δείχνει πως από την εποχή της Πρώτης Δυναστείας οι τάφοι είχαν έναν χώρο για προσφορά σπονδών και τροφής στον νεκρό καθώς και για επικοινωνία μαζί του. Εκεί βρισκόταν η κα, η ψυχή του νεκρού, που λάμβανε τις προσφορές. Η Βίβλος των νεκρών, της Πέμπτης Δυναστείας, αναφέρει για πρώτη φορά ότι ο βασιλιάς, εκτός από την κα, έχει και μια άλλη ψυχή, την μπα, η οποία πετάει σαν το γεράκι, πηγαίνει στον ουρανό και γίνεται αστέρι. Εκεί ο βασιλιάς ζει με τους θεούς απολαμβάνοντας ευδαιμονία και δέχεται τη λατρεία των ανθρώπων στους ναούς. Αυτή η θεώρηση φαίνεται να είναι βαθιά επηρεασμένη από τη σημιτική ιστορία του θεού Ταμμούζ, η οποία εμφανίζεται από τα πρώτα στάδια της αιγυπτιακής θρησκείας. Πολλούς αιώνες αργότερα παρόμοιες πεποιθήσεις με την εξυψωμένη μπα θα αρχίσουν να λέγονται και για τους κοινούς ανθρώπους.

Όπως και σε άλλα μέρη, έτσι και στην Κίνα οι απόψεις περί ψυχής ποικίλουν.[43] Ένα κείμενο του 535 π.Χ. αναφέρει την ύπαρξη δύο ψυχών στον άνθρωπο, δοξασία που είναι επηρεασμένη από τη θεωρία των αντίθετων αλλά και συμπληρωματικών δυνάμεων Γιν και Γιανγκ. Η κατώτερη ψυχή ονομάζεται πο, έρχεται σε ύπαρξη όταν αρχίζει η ζωή του ανθρώπου και σχετίζεται με τις σωματικές λειτουργίες και επιθυμίες. Η ανώτερη ψυχή ονομάζεται χουν, εμφανίζεται μετά την πο και είναι η έδρα της συνειδητότητας και της νόησης. Με τον θάνατο του σώματος, η κατώτερη επιστρέφει στη γη και η ανώτερη στον ουρανό. Εντούτοις, ένας βίαιος θάνατος θα μπορούσε να κάνει την πο και τη χουν να μείνουν στον κόσμο των ζωντανών για να πάρουν εκδίκηση. Οι λαϊκές κινεζικές αντιλήψεις ήθελαν τις ψυχές να έχουν αξία ανάλογα με την κοινωνική θέση. Ενώ η ψυχή του βασιλιά μπορούσε να επικοινωνήσει με τον Ουρανό, οι ψυχές των απλών ανθρώπων μπορούσαν να έρθουν σε επαφή μόνο με τους προγόνους τους. Στην έννοια της αθανασίας αναφέρεται ο Κομφούκιος, ο οποίος δίδαξε ότι αυτή μπορεί να κατακτηθεί μέσω της ηθικής υπεροχής, μέσω των σπουδαίων πολιτικών πράξεων ή μέσω της συγγραφής βιβλίων με αιώνια αξία. Από την άλλη μεριά, οι Ταοϊστές είχαν την πεποίθηση πως η αθανασία κατακτάται μέσω της εσωτερικής πνευματικής μεταμόρφωσης. Οι Κινέζοι πίστευαν επίσης στο κι, δηλαδή την ψυχή του κόσμου, από την οποία απορρέουν οι δυνάμεις Γιν και Γιανγκ. Το κι διαπνέει τα πάντα στο σύμπαν, και έτσι θα μπορούσαν να θεωρηθούν έμψυχα, εκτός από τον άνθρωπο, τα ζώα και τα φυτά, ακόμη και οι πέτρες. Για τους Κινέζους όλη η φύση είναι έμψυχη.

Όταν οι Εβδομήκοντα μετέφρασαν τις Εβραϊκές Γραφές, χρησιμοποίησαν συστηματικά τον όρο «ψυχή» για να αποδώσουν τη λέξη «νέφες» (נפש). «Νέφες» στην κυριολεξία σημαίνει το «ον που αναπνέει», και γι’ αυτό συνήθως δηλώνει είτε ένα ζώο είτε τον ίδιο τον άνθρωπο.[44] Αρκετές φορές αυτός ο όρος σημαίνει επίσης τη ζωή που απολαμβάνει το ον που αναπνέει.[45] Με αυτά και με άλλα στοιχεία, οι λόγιοι σήμερα ομοφωνούν ότι, σε αντίθεση με πολλούς άλλους πολιτισμούς, αρχικά οι Εβραίοι έβλεπαν τον άνθρωπο ως ολότητα και μάλιστα υλικής υπόστασης.[46] Κατά την ελληνιστική περίοδο, ωστόσο, εμφανίζεται η διχοτόμηση του ανθρώπου σε άυλη ψυχή και υλικό σώμα, γεγονός που οφείλεται στην επίδραση του ελληνισμού, και ιδιαίτερα του πλατωνισμού.[47]

Συνδυάζοντας τον πλατωνισμό με τις Εβραϊκές Γραφές, ο Φίλων ο Αλεξανδρεύς διδάσκει την προΰπαρξη της τριμερούς ψυχής και τη φυλάκισή της στο υλικό σώμα λόγω της αμαρτίας. Σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη, οι Φαρισαίοι πίστευαν στην ανάσταση των νεκρών,[48] αλλά ο Ιώσηπος μας πληροφορεί επιπρόσθετα ότι πίστευαν στην αθανασία της ψυχής και τη μετενσάρκωση.[49] Στον αντίποδα, η ιερατική τάξη των Σαδδουκαίων, πιθανώς επηρεασμένη από τους Στωικούς, θεωρούσε τον θάνατο ως το οριστικό και αμετάκλητο τέλος του ανθρώπου.[50] Οι Σαδδουκαίοι έφυγαν από το προσκήνιο εξαιτίας της καταστροφής του Ναού της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ., και έτσι στον Ιουδαϊσμό οι απόψεις των Φαρισαίων αποδείχθηκαν καταλυτικές.[51]

Η ανάσταση του Λαζάρου—Τόσο στην Παλαιά όσο και στην Καινή Διαθήκη, αυτό που τονίζεται ως ελπίδα των νεκρών είναι η ανάσταση.

Ως αποτέλεσμα, στο Ταλμούδ, που αποτελεί την καρδιά της διδασκαλίας του ραβινικού Ιουδαϊσμού, υφίσταται το δόγμα της προΰπαρξης της τριμερούς ψυχής· το σώμα ωστόσο δεν θεωρείται φυλακή της. Η αναβίωση του Αριστοτελισμού κατά τον Μεσαίωνα επηρέασε τον τότε Ιουδαϊσμό, με τον Μαϊμονίδη να εκφράζει απόψεις που θεωρήθηκαν ως άρνηση της αθανασίας της ψυχής, αλλά αυτή η τάση αποδείχτηκε πρόσκαιρη.[52] Παράλληλα, ο μυστικιστικός Ιουδαϊσμός της Καμπάλα, που αποτελεί εξέλιξη των νεοπλατωνικών θεωριών, επανέλαβε την τριχοτόμηση της ψυχής σε «νέφες», «ρούαχ» και «νεσαμάχ». Η «νέφες» σχετίζεται με τις βιολογικές λειτουργίες, η «ρούαχ» («πνεύμα») με την ηθική καλλιέργεια και η «νεσαμάχ» («πνοή») με τη νόηση. Επίσης, η Καμπάλα διδάσκει την ύπαρξη αρσενικών και θηλυκών ψυχών που, πριν εισέλθουν στα σώματα, υπάρχουν σε ζευγάρια. Οι διδασκαλίες της Καμπάλα διοχετεύθηκαν στον Χασιδισμό και εξακολουθούν μέχρι σήμερα να είναι αποδεκτές από πολλούς Εβραίους.[53]

Στην Καινή Διαθήκη ο όρος «ψυχή» χρησιμοποιείται σχεδόν πάντα με το παλαιοδιαθηκικό σημασιολογικό περιεχόμενο της λέξης «νέφες» και η ανθρώπινη υπόσταση αντιμετωπίζεται γενικά με τον κλασικό εβραϊκό τρόπο.[54] Οι περισσότεροι θεολόγοι ωστόσο υποστηρίζουν ότι υπάρχουν και ψήγματα της θεώρησης του ανθρώπου και ως ψυχοσωματικής ένωσης.[55] Παράλληλα, εξέχουσα θέση μέσα στην Καινή Διαθήκη έχει η ανάσταση των νεκρών, δικαίων και αδίκων,[56] η οποία περιγράφεται με πολύ περισσότερες λεπτομέρειες από ό,τι στην Παλαιά Διαθήκη, καθώς και η προοπτική της χορήγησης αθανασίας και αφθαρσίας σε μια ουράνια ζωή ως βραβείο για τους δίκαιους που μετέχουν στη Νέα Διαθήκη του Χριστού.[57]

Οι Αποστολικοί Πατέρες δεν κάνουν αναλύσεις για την ψυχή, αλλά ωστόσο αναφέρονται με πεποίθηση στη μέλλουσα ανάσταση. Στους Απολογητές, αν και υπάρχουν σαφείς εξωτερικές επιδράσεις στην ορολογία, εν τούτοις δεν συναντούμε τον κλασικό ελληνικό δυισμό ψυχής και σώματος.[58] Επίσης, στην περίπτωση ακόμη του Αθηναγόρα που συναντάμε «ουσιώδη αθανασία της ψυχής...το σώμα...δεν είναι φυλακή της ψυχής όπως είναι στον Πλάτωνα...αλλά...δημιούργημα του Θεού, αγαθό».[59] Έτσι οι Απολογητές εναντιώθηκαν «κατά της θεολογικής δυαρχίας του Γνωστικισμού»[60] Όπως αναφέρει ο Γεώργιος Φλωρόφσκυ, η γενική τάση μέχρι τα τέλη του 2ου αι. βρίσκεται σε αρμονία με την καινοδιαθηκική επίκτητη ή κατά χάριν αθανασία της ψυχής, η οποία χορηγείται με βάση τη θυσία και την ανάσταση του Χριστού.[61]

Χριστιανικές έννοιες μιας διχοτόμησης ψυχής-σώματος, αρχαίας ελληνικής προέλευσης, εισήχθησαν νωρίς στη χριστιανική θεολογία από τον Γρηγόριο Νύσσης και τον Αυγουστίνο[62] με ένα εντελώς διαφορετικό όμως περιεχόμενο, ο οποίος «ακολουθών την τριμερή διαίρεσιν της ψυχής, κατά τον Πλάτωνα...ισχυρίσθη ότι ο Λόγος προσέλαβε σώμα χωρίς λογικήν ψυχήν».[63]

Στην περίπτωση του Ωριγένη υπήρξε σε πολλές περιπτώσεις σαφής η επιρροή της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας και έτσι υποστήριξε την προΰπαρξη της ψυχής, τον ξεπεσμό της στον υλικό κόσμο και ένα είδος μετενσάρκωσης κατά τη Δευτέρα Παρουσία.[64] Οι θεωρίες του Ωριγένη καταδικάστηκαν οριστικά μεν στην Πέμπτη Οικουμενική Σύνοδο το 553 μ.Χ., αλλά η απόρριψή τους, όπως και του συνόλου της φιλοσοφικής θεολογίας, είχε εκφραστεί πολύ νωρίτερα. Όπως με τον Γρηγόριο τον Θεολόγο που «αποφαίνεται με τόσο σκληρό τρόπο για το περιεχόμενο της ελληνικής φιλοσοφίας».[65]

Οι περισσότερες πάντως χριστιανικές ομάδες, περιλαμβανομένων των Ορθοδόξων, των Ρωμαιοκαθολικών[66] και των Προτεσταντών,[67] θεωρούν ότι η ψυχή δημιουργείται από τον Θεό κατά τη σύλληψη, επιζεί μετά θάνατον και, όταν γίνει η ανάσταση, θα επανενωθεί με το σώμα σε ένα αναδημιουργημένο σύμπαν.—Βλ. Εσχατολογία.

Σε επίπεδο θρησκευτικών ομάδων, εξαίρεση αποτελούν σήμερα οι Αντβεντιστές της Έβδομης Ημέρας[68] και οι Μάρτυρες του Ιεχωβά,[69] οι οποίοι εκλαμβάνουν τον θάνατο ως την παύση της ενσυνείδητης υπόστασης του ανθρώπου και την ανάσταση ως την αποκατάστασή της.

Επιπλέον, η πλειονότητα των ειδικών στις βιβλικές σπουδές, από τις αρχές του εικοστού αιώνα και μετά, υποστηρίζει ότι η Βίβλος παρουσιάζει μια ανθρωπολογία που δεν διχοτομεί τον άνθρωπο σε ψυχή και σώμα αλλά τον αντιμετωπίζει ενιαία, δηλαδή ολιστικά και μονιστικά. Ως εκ τούτου, αυτή η πλειονότητα θεωρεί ότι ο παραδοσιακός δυισμός έχει παρερμηνεύσει την ανθρώπινη φύση ως αποτέλεσμα εισόδου ελληνιστικών δοξασιών που άλλαξαν την ερμηνεία των βιβλικών χωρίων.[70] Ο δογματολόγος Ν. Ματσούκας θεωρεί ότι «κατά την πατερική θεολογία, που ακολουθεί κατά πόδας τη βιβλική, σώμα και ψυχή αποτελούν μία λειτουργική ενότητα».[71] Σε αυτή τη συμφωνία όμως υπάρχει μία ριζική διαφοροποίηση. Η βιβλική γλώσσα είναι εικονική, ενώ η πατερική φιλοσοφική, και μάλιστα με κυρίαρχη την πλατωνική δυαρχία σώματος και ψυχής. Η βάση μάλιστα μίας διάκρισης μεταξύ ψυχής και σώματος και η περαιτέρω ανάπτυξή της εκκινεί από τον Απόστολο Παύλο.[72] Γι' αυτό και η πατερική θεολογία μιλά για ολική σωτηρία, δίχως να μπορεί να εννοηθεί αυτή, χωρίς την ψυχή.[73] Έτσι για όσους θεωρούν το περιεχόμενο της πατερικής ανθρωπολογικής θεολογίας ως διαρχικό ή διυστικό, πάντοτε θα τίθεται το αμείλικτο ερώτημα ποιος πλατωνικός ή νεοπλατωνικός θα ισχυριζόταν α) ότι αγιάζεται το σώμα β) ότι υπάρχει μόνο ο όλος άνθρωπος γ) ότι η σωτηρία είναι ολική.

Τα ευρήματα της επιστήμης μπορεί να έχουν σημασία για την κατανόηση της ψυχής, ανάλογα με τις πεποιθήσεις του ατόμου όσον αφορά τη σχέση μεταξύ της ψυχής και του νου. Ένα άλλο μπορεί να είναι η πεποίθηση κάποιου σχετικά με τη σχέση ανάμεσα στην ψυχή και το σώμα.[74] Η επιστήμη δεν έχει αποδείξει ποτέ την ύπαρξη ψυχής.

Νευροεπιστήμη και ψυχή

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η νευροεπιστήμη, ως διεπιστημονικό πεδίο, και ο κλάδος της γνωστικής νευροεπιστήμης ιδιαίτερα, λειτουργεί υπό την οντολογική υπόθεση του φυσικαλισμού. Με άλλα λόγια, προϋποθέτει –για να εκτελέσει την επιστήμη του– ότι μόνο τα θεμελιώδη φαινόμενα που μελετώνται από τη φυσική υπάρχουν. Έτσι, η νευροεπιστήμη επιδιώκει να κατανοήσει τα ψυχικά φαινόμενα μέσα στο πλαίσιο σύμφωνα με το οποίο η ανθρώπινη σκέψη και συμπεριφορά προκαλούνται αποκλειστικά από φυσικές διεργασίες που λαμβάνουν χώρα μέσα στον εγκέφαλο και λειτουργεί με τον τρόπο της μείωσης αναζητώντας μια εξήγηση για το μυαλό από την άποψη της εγκεφαλικής δραστηριότητας.[75][76]

Για να μελετήσουμε το μυαλό από την άποψη του εγκεφάλου, χρησιμοποιούνται διάφορες μέθοδοι λειτουργικής νευροαπεικόνισης για τη μελέτη των νευροανατομικών συσχετισμών διαφόρων γνωστικών διεργασιών που συνθέτουν τον νου. Τα στοιχεία από την απεικόνιση του εγκεφάλου δείχνουν ότι όλες οι διεργασίες του νου έχουν φυσικές συσχετίσεις στη λειτουργία του εγκεφάλου.[77] Ωστόσο, τέτοιες συσχετιστικές μελέτες δεν μπορούν να προσδιορίσουν εάν η νευρική δραστηριότητα παίζει έναν αιτιώδη ρόλο στην εμφάνιση αυτών των γνωσιακών διεργασιών (ο συσχετισμός δεν συνεπάγεται αιτιώδη συνάφεια) και δεν μπορούν να προσδιορίσουν εάν η νευρική δραστηριότητα είναι είτε απαραίτητη είτε επαρκής για να εμφανιστούν τέτοιες διεργασίες. Η αναγνώριση της αιτιώδους συνάφειας και των αναγκαίων και επαρκών συνθηκών απαιτεί ρητό πειραματικό χειρισμό αυτής της δραστηριότητας. Εάν ο χειρισμός της εγκεφαλικής δραστηριότητας μεταβάλλει τη συνείδηση, τότε μπορεί να συναχθεί ένας αιτιώδης ρόλος για τη δραστηριότητα του εγκεφάλου.[78][79] Δύο από τους πιο συνηθισμένους τύπους πειραμάτων χειρισμού είναι τα πειράματα απώλειας λειτουργίας και απόκτησης λειτουργικότητας. Σε ένα πείραμα απώλειας λειτουργίας (που ονομάζεται επίσης «αναγκαιότητα»), ένα μέρος του νευρικού συστήματος μειώνεται ή αφαιρείται σε μια προσπάθεια να προσδιοριστεί εάν είναι απαραίτητο για μια συγκεκριμένη διεργασία να συμβεί και σε ένα πείραμα απόκτησης λειτουργικότητας (που ονομάζεται επίσης «επάρκεια»), μια πτυχή του νευρικού συστήματος αυξάνεται σε σχέση με το κανονικό.[80] Οι χειρισμοί της εγκεφαλικής δραστηριότητας μπορούν να πραγματοποιηθούν με άμεση ηλεκτρική διέγερση εγκεφάλου, μαγνητική εγκεφαλική διέγερση χρησιμοποιώντας διακρανιακή μαγνητική διέγερση, ψυχοφαρμακολογικό χειρισμό, οπτογενετικό χειρισμό και μελετώντας τα συμπτώματα εγκεφαλικής βλάβης (περιπτωσιολογικές μελέτες). Επιπλέον, οι νευροεπιστήμονες διερευνούν πώς αναπτύσσεται ο νους με την ανάπτυξη του εγκεφάλου.[81]

Ο φυσικός Σον Μ. Κάρολ (Sean M. Carroll) έχει γράψει ότι η ιδέα της ψυχής είναι σε αντίθεση με τη κβαντική θεωρία πεδίου (QFT). Γράφει ότι για να υπάρξει μια ψυχή: «Όχι μόνο απαιτείται νέα φυσική, αλλά δραματικά νέα φυσική. Μέσα στο QFT δεν μπορεί να υπάρξει μια νέα συλλογή “σωματιδίων πνεύματος” και “πνευματικών δυνάμεων” που αλληλεπιδρούν με τα κανονικά μας άτομα, γιατί θα τα εντοπίζαμε στα υπάρχοντα πειράματα».[82]

Αντίθετα, ο Χανς Χάλβορσον (Hans Halvorson), καθηγητής του Πανεπιστημίου του Πρίνστον, έχει επισημάνει μια εννοιολογική δυσκολία στη λογική συνέπεια της κβαντικής μηχανικής. Η συζήτηση του 2016 με τον Σον Κάρολ στο Κάλτεκ (Caltech) για το θέμα αυτό είναι διαθέσιμη από διάφορες πηγές στο διαδίκτυο. Ο Χάλβορσον επισημαίνει ότι ορισμένες ερμηνείες του προβλήματος της μέτρησης στην κβαντική μηχανική φαίνεται να απαιτούν μια παρατήρηση από ένα μυαλό ή συνειδητό παράγοντα (βλέπε κβαντικό μυαλό) για να καταρρεύσει η κυματοσυνάρτηση ώστε να ληφθεί ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Δεδομένου ότι η κβαντική μηχανική θέτει μια υπέρθεση ως κανονική κατάσταση της ύλης, ένας υλικός εγκέφαλος θα πρέπει επίσης να είναι σε απροσδιόριστη κατάσταση παρόμοια με τη Γάτα του Σρέντινγκερ. Πώς μπορεί τότε να παράγει ένα καθορισμένο αποτέλεσμα; Ο Χάλβορσον υποστηρίζει ότι αυτό απαιτεί λογικά κάτι πολύ κοντά σε μια άυλη ψυχή που μπορεί να κάνει την παρατήρηση και την κατάρρευση της κυματοσυνάρτησης. Αυτό το γενικό πρόβλημα επισημάνθηκε πρώτα από τον φυσικό Γιουτζίν Γουίγκνερ, ο οποίος σκέφτηκε ότι η κατάρρευση της κυματοσυνάρτησης συνέβη λόγω των δραστηριοτήτων του νου.[83] Ο θεωρητικός φυσικός Ρότζερ Πένροουζ και άλλοι έχουν αναπτύξει παρόμοιες προοπτικές.

Η κβαντική απροσδιοριστία έχει χρησιμοποιηθεί από ορισμένους θεωρητικούς ως λύση στο πρόβλημα του πώς μια ψυχή μπορεί να αλληλεπιδρά με τον εγκέφαλο, αλλά ο νευροεπιστήμονας Πίτερ Κλαρκ (Peter Clarke) εντόπισε σφάλματα σε αυτήν την άποψη, σημειώνοντας ότι δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι οι διαδικασίες αυτές διαδραματίζουν ρόλο στην εγκεφαλική λειτουργία, και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μια καρτεσιανή ψυχή δεν έχει καμία βάση από την κβαντική φυσική.[84] Η κβαντική απροσδιοριστία δεν είναι προσωποκρατική, δηλαδή δεν προέρχεται από τα πρόσωπα αλλά αποτελεί πιθανοτική ιδιότητα του σύμπαντος. Δεν νοείται ελεύθερη θέληση όταν εδράζεται σε μη έλεγχο από το υποκείμενο κατά τη γένεσή της.

Ο βιολόγος Σιρύλ Μπαρέτ (Cyrille Barrette) έχει γράψει ότι «η ψυχή είναι μια λέξη που υποδηλώνει μια ιδέα που εφευρέθηκε για να αντιπροσωπεύει την αίσθηση ότι κατοικούμαστε από μια ύπαρξη, από μία συνείδηση».[85] Ο Μπαρέτ εξηγεί, χρησιμοποιώντας απλά παραδείγματα σε ένα σύντομο αυτό-δημοσιευμένο άρθρο, ότι η ψυχή είναι μια ιδιότητα που αναδύεται από την πολύπλοκη οργάνωση της ύλης στον εγκέφαλο.[86]

Μερικοί παραψυχολόγοι προσπάθησαν να διαπιστώσουν με επιστημονικό πείραμα εάν υπάρχει ψυχή ξεχωριστή από τον εγκέφαλο, όπως συνήθως ορίζεται στη θρησκεία και όχι ως συνώνυμο της ψυχής ή του νου. Οι Μίλμπορν Κρίστοφερ (Milbourne Christopher, 1979) και Μαίρη Ρόουτς (Mary Roach, 2010) υποστηρίζουν ότι καμία από τις προσπάθειες παραψυχολόγων δεν το έχει κατορθώσει ακόμη.[87][88]

Το 1901 ο Ντάνκαν ΜακΝτούγκαλ (Duncan MacDougall) έκανε μετρήσεις βάρους των ασθενών καθώς πέθαναν. Ισχυρίστηκε ότι υπήρξε απώλεια βάρους διαφόρων ποσοτήτων κατά τη στιγμή του θανάτου, συμπέρανε ότι η ψυχή ζυγίζει 21 γραμμάρια.[89][90] Ο φυσικός Ρόμπερτ Λ. Παρκ (Robert L. Park) έχει γράψει ότι τα πειράματα του ΜακΝτούγκαλ «δεν θεωρούνται σήμερα ως επιστημονικώς αποδεκτά» και ο ψυχολόγος Μπρους Χουντ (Bruce Hood) έγραψε ότι «επειδή η απώλεια βάρους δεν ήταν αξιόπιστη ή αναπαραγόμενη, τα ευρήματά της ήταν μη επιστημονικά».[91][92]

  1. σανσκρ. atma· λατ. anima· αγγλ. soul.
  2. Βλ. Greek-English Lexicon by Liddell & Scott.
  3. "soul."Encyclopædia Britannica. 2010. Encyclopædia Britannica 2006 CD. 13 July 2010.
  4. «Soul (noun) - Oxford English Dictional (online full edition)». Oxford English Dictionary (OED). Oxford English Dictional (OED). Ανακτήθηκε στις 1 Δεκεμβρίου 2016. 
  5. Peter Eardley and Carl Still, Aquinas: A Guide for the Perplexed (London: Continuum, 2010), pp. 34–35
  6. "Soul", The Columbia Encyclopedia, Sixth Edition. 2001–07. Retrieved 12 November 2008.
  7. Αυτή η ενότητα βασίζεται κυρίως στο λήμμα Ancient Theories of Soul της Stanford Encyclopedia of Philosophy, όπου μπορεί να βρεθεί και πλούσια βιβλιογραφία. Οι υποσημειώσεις αφορούν σε πληροφορίες που βασίζονται και σε άλλες πηγές.
  8. Βλ. Britannica, λήμμα Elysium.
  9. Encyclopedia of Religion, Gale, σελ. 3724.
  10. Παπαδής, Δημήτρης: «Περί ψυχής. Προβληματική της έννοιας της ψυχής στον Όμηρο». Εποπτεία 92 (1984), 687-692.
  11. Λεξικό του αρχαίου κόσμου, Εκδόσεις Δομή Α.Ε., τόμ. 6, σελ. 2354, λήμμα Ψυχή.
  12. Βλ. για παράδειγμα τα σχόλια του Τερτυλλιανού στο δοκίμιό του De anima.
  13. Διογένης Λαέρτιος, Ι, 27.
  14. Εκείνη την εποχή αρχίζει να χρησιμοποιείται το ουσιαστικό «εύψυχος», δηλ. θαρραλέος, και το ρήμα «λιποψυχώ», δηλ. «χάνω το θάρρος μου».
  15. Ο Ηρόδοτος υποστήριξε πως ο Πυθαγόρας δανείστηκε τις ιδέες του από τους Αιγυπτίους ιερείς (II, 123). Η Εγκυκλοπαίδεια της θρησκείας αναφέρει ότι ελληνικές απόψεις περί μετεμψύχωσης έχουν ινδο-ιρανική προέλευση (12:8541). Ωστόσο, ο Παναγής Λεκατσάς ασπάζεται τον Martin P. Nilsson, κατά τον οποίο οι ελληνικές απόψεις είναι ανεξάρτητες.—Η ψυχή, Εκδόσεις Καστανιώτη, 2000, σελ. 442-3.
  16. Βλ. Ξενοφάνους απόσπασμα 7.
  17. 17,0 17,1 Britannica, λήμμα Mystery Religion: Orphic.
  18. Britannica, λήμμα Pythagoreanism: Religion and Ethics.
  19. Διογένους Λαερτίου, Βίοι φιλοσόφων 9.21-23.
  20. Britannica, λήμμα Eleatisism.
  21. Παγκόσμιος ιστορία της φιλοσοφίας, του Emile Brehier, σ. 51.
  22. «Ξηρή ψυχή σοφωτάτη», Fragmenta, 118.2• βλ. Παγκόσμιος ιστορία της φιλοσοφίας, σ. 51.
  23. Παγκόσμιος ιστορία της φιλοσοφίας, σ. 55.
  24. Ο Εμπεδοκλής τις περισσότερες φορές χρησιμοποιεί τη λέξη «δαίμων» παρά «ψυχή». Βλ. τα συγγράμματά του Περί φύσεως και Καθαρμοί.
  25. Η πατρότητα των θεωριών στα γραπτά του Πλάτωνα αμφισβητείται ως προς το αν είναι του ιδίου ή του Σωκράτη, όπως παρουσιάζεται. Γενικότερα όμως φαίνεται να υπάρχουν επιρροές από τον Σωκράτη, τους Πυθαγορείους και τον Ηράκλειτο.—Britannica, λήμμα Plato: Formative Influences.
  26. Φαίδων, 70α: «Τα δε περί της ψυχής πολλήν απιστίαν παρέχει τοις ανθρώποις μη, επειδαν απαλλαγη του σώματος, ουδαμού έτι η, αλλ’ εκείνῃ τη ημέρα διαφθείρηται τε και απολλύηται η αν ο άνθρωπος αποθνήσκη».
  27. Στα συγγράμματα του Πλάτωνα εμφανίζεται η άποψη ότι όλος ο υλικός κόσμος έχει ως αρχέτυπο τον άυλο κόσμο των Ιδεών, όπου οι ιδέες είναι οι αιώνιοι τύποι, τα αιώνια πρότυπα όλων ανεξαιρέτως των όντων.
  28. Φαίδων, 105c.
  29. The Catholic Encyclopedia, λήμμα Faculties of the Soul.
  30. Britannica, Plato: The Later Dialogues.
  31. «Αριστοτέλης Περί ψυχής». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 31 Μαΐου 2019. Ανακτήθηκε στις 31 Μαΐου 2019. 
  32. The Catholic Encyclopedia, λήμμα Soul.
  33. Παγκόσμιος ιστορία του πολιτισμού, Γουίλ Ντουράντ, Εκδοσεις Αφοί Συρόπουλοι Ο.Ε., 1969, τόμ. Γ΄ σελ. 702, 703.
  34. Bishop, Paul (2000). Synchronicity and Intellectual Intuition in Kant, Swedenborg, and Jung. USA: The Edwin Mellen Press. σελίδες 262–267. ISBN 0-7734-7593-1. 
  35. Ryles, Gilbert (1949). The Concept of Mind. University Of Chicago Press. 
  36. Αρκετές χιλιετίες προ Χριστού συναντάται η πίστη στην αθανασία της ψυχής. (Braudel Fernand, Οι Μνήμες της Μεσογείου-Προϊστορία και Αρχαιότητα, Λιβάνης, Αθήνα 2000, σελ. 127)
  37. Βλ. The Catholic Encyclopedia, λήμμα Animism.
  38. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, που παρουσιάζεται στο έργο του Τέιλορ Primitive Culture (1863), το γεγονός ότι οι ζωντανοί μπορούσαν να δουν στα όνειρά τους άτομα που είχαν πεθάνει εδραίωσε την πεποίθησή τους στη μετά θάνατον ζωή. Εντούτοις, η Encyclopedia of Religion (Gale, λήμμα Soul) αναφέρει ότι τούτη η θεωρία δεν επιβεβαιώθηκε από τις μετέπειτα ιστορικές μελέτες.
  39. Βλ. Britannica, λήμμα Death Rite.
  40. Αυτή η ενότητα βασίζεται στο κεφάλαιο The Views of Life After Death, του βιβλίου The Religion of Babylonia and Assyria, του Morris Jastrow.
  41. Encyclopedia of Religion, Gale, 2nd Edition, σελ. 8536.
  42. Αυτή η υποενότητα βασίζεται στο βιβλίο The Egyptian Conception of Immortality, του αιγυπτιολόγου George Andrew Reisner.
  43. Αυτή η υποενότητα βασίζεται στην αντίστοιχη της Encyclopedia of Religion, Gale, 2nd Ed., λήμμα Soul.
  44. Brown, Driver & Briggs, Hendrickson Publishers, λήμμα Νέφες• The Complete Word Study Old Testament, AMG Publishers, 1998, λήμμα Νέφες• A Concise Dictionary of the Words in the Hebrew Bible by James Strong, AMG Publishers, 1998, λήμμα Νέφες• Λεξικό Βιβλικής Θεολογίας, Άρτος ζωής, λήμμα Ψυχή.
  45. Επιπλέον σημασίες της λέξης «νέφες», αν και απαντούν λίγες φορές, είναι «επιθυμία» και «λαιμός».
  46. International Standard Bible Encyclopedia, Hendrickson Publishers, 1943, λήμμα Soul.•Θρησκειολογικό Λεξικό, Ελληνικά Γράμματα, 2000, λήμμα Ψυχή
  47. * Βλ. Σλαβ. Ενώχ 23:5• Σοφία Σολομώντος 8:19· 15:11.—The Jewish Encyclopedia, λήμμα Immortality of the soul.
    • Britannica, λήμματα Soul και Judaism: The Jewish Tradion: «Στις περιοχές της αρχαίας ιουδαϊκής κοινότητας που επηρεάστηκαν βαθιά από τις ελληνικές φιλοσοφικές ιδέες, παρουσιαζόταν μια δυιστική ερμηνεία για τον άνθρωπο […] Μια προσεκτική εξέταση του κειμένου της Βίβλου, ιδιαίτερα σε σχέση με τις λέξεις “νέφες”, “νεσαμά” και “ρούαχ”, οι οποίες σε πολλά έργα μεταφράζονται ως «ψυχή» και «πνεύμα», δείχνει ότι αυτές δεν πρέπει να κατανοηθούν ως το ψυχικό μέρος μιας ψυχοσωματικής σύνθεσης. Ο άνθρωπος δεν είχε “νέφες” άλλα αντιθέτως ήταν “νέφες”, όπως λέει το εδάφιο Γεν. 2:7: “... γουάγιεχί χα-αντάμ λε-νέφες χαγιά” (“... και ο άνθρωπος έγινε ζωντανό ον”). Ενώ αυτή η κατανόηση κυριαρχούσε στη βιβλική σκέψη, στην αποκαλυπτική γραμματεία (2ος αι. Π.Κ.Χ.-2ος αι. Κ.Χ.) ο όρος “νέφες” άρχισε να θεωρείται ως μια ξεχωριστή ψυχική οντότητα που υπάρχει εκτός από το σώμα».
  48. Πράξεις των Αποστόλων 2:28
  49. Πόλεμοι των Ιουδαίων, Βιβλίο II, κεφ. VIII, παρ. 14
  50. Hellenism, Norman Bentwich, The Jewish Publication Society of America, 1919, σελ. 103, 104.
  51. Παγκόσμιος ιστορία του πολιτισμού, τόμ. Γ΄, Γουίλ Ντουράντ, σελ. 634.
  52. The Jewish Encyclopedia, λήμμα Μoses Ben Maimon
  53. Βλ. Ο άνθρωπος σε αναζήτηση του Θεού, Β. & Φ. Εταιρία Σκοπιά, σελ. 223, 226.
  54. Βλ. New Bible Dictionary, λήμμα Soul· Baker—Theological Dictionary of the Bible, Baker, 2000, λήμμα Soul· Λεξικό Βιβλικής Θεολογίας, Άρτος ζωής, 1980, λήμμα Ψυχή· International Standard Bible Encyclopedia, Hendrickson Publishers, 1943, λήμμα Soul. Μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα απαντούν στα εδάφια: Ματθαίος 26:38· Μάρκος 3:4· Λουκάς 12:19, 20· Ιωάννης 10:11· 12:25· Πράξεις 3:23· 1 Κορινθίους 15:45· Αποκάλυψη 16:3.
  55. Βλ. Ματθαίος 6:25· 10:28· 1 Θεσσαλονικείς 5:23. Αυτές οι περιπτώσεις για ορισμένους μελετητές σημαίνουν απόκλιση από την κλασική βιβλική ψυχολογία λόγω της επίδρασης του ελληνισμού, για άλλους νέα αποκάλυψη του Θεού ενώ μερικοί πιστεύουν ότι τα συμφραζόμενα των εδαφίων τεκμηριώνουν πως δεν υπάρχει τέτοια απόκλιση.
  56. Ιωάννης 11:25· Πράξεις 24:15· 1 Κορινθίους 15ο κεφ· Αποκάλυψη 20:12-15.
  57. Ιωάννης 14:2· Ρωμαίους 2:6, 7· 1 Κορινθίους 9:25· 15:42-58· 2 Κορινθίους 5:1-10· 2 Τιμόθεο 4:8· 1 Πέτρου 1:3, 4· Αποκάλυψη 2:10.
  58. "Ο Ιουστίνος...αντικρούει τις πλατωνικές δοξασίες περί φυσικής αθανασίας της ψυχής" (Σκουτέρης Β. Κωνσταντίνος, Ιστορία Δογμάτων, τόμ. Α', Αθήνα 1998, σελ. 252).
  59. Σκουτέρης, ό.π., σελ. 255.
  60. Θεοδώρου Ανδρέας, Ιστορία των Δογμάτων - τόμ. 1ος, μέρος 2ον, Η ιστορία του δόγματος από της εποχής των Απολογητών μέχρι του 318 μ.Χ., Γρηγόρης, Αθήνα, 1978, σελ. 57.
  61. Θέματα ορθοδόξου θεολογίας, Άρτος Ζωής, 1973, σελ. 91.
  62. "soul", Encyclopædia Britannica 2006 Ultimate Reference Suite [DVD-ROM].
  63. Φούντας Ιερεμίας (Αρχιμ.), Η περί Προϋπάρξεως του Ιησού Χριστού Διδασκαλία της Αγίας Γραφής κατά τον Ιερόν Χρυσόστομον, Αθήνα 2002, σελ. 34.
  64. Εκκλησιαστική Ιστορία, Β. Στεφανίδης, 1959, σελ. 126, 127, υποσημείωση.
  65. Ματσούκας Α. Νίκος, Ιστορία της Φιλοσοφίας, 7η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 254.
  66. Βλ. The Catholic Encycopedia, λήμμα Soul.
  67. Βλ. την Ομολογία Πίστεως του Westminster. Αρχειοθετήθηκε 2007-09-30 στο Wayback Machine.
  68. Επίσημη ιστοσελίδα Αρχειοθετήθηκε 2006-03-10 στο Wayback Machine..
  69. «Επίσημη ιστοσελίδα». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Μαΐου 2007. Ανακτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2007. 
  70. John W. Cooper, Body, Soul & Life Everlasting, Eerdmans, 1989, σελ. 23-38.
  71. Νίκος Ματσούκας, Δογματικής και Συμβολική Θεολογία Γ΄, σελ. 223
  72. Γ. Φλορόφσκι, Ανατομία Προβλημάτων Πίστεως, σελ. 196. Εδώ χαρακτηριστικά αποδίδεται το Α΄ Προς Κορινθίους 15, 44: "σπείρεται σῶμα ψυχικόν, ἐγείρεται σῶμα πνευματικόν. ἔστι σῶμα ψυχικόν, καὶ ἔστι σῶμα πνευματικόν."
  73. Νίκος Ματσούκας, ο.π., σελ. 223-224
  74. The final science; or Spiritual materialism by John Henry Wilbrandt Stuckenberg 1885 p. 14
  75. O. Carter Snead. "Cognitive Neuroscience and the Future of Punishment" (2010).
  76. Kandel, ER; Schwartz JH; Jessell TM; Siegelbaum SA; Hudspeth AJ. "Principles of Neural Science, Fifth Edition" (2012).
  77. Andrea Eugenio Cavanna, Andrea Nani, Hal Blumenfeld, Steven Laureys. "Neuroimaging of Consciousness" (2013).
  78. Farah, Martha J.; Murphy, Nancey (February 2009). «Neuroscience and the Soul». Science 323 (5918): 1168. doi:10.1126/science.323.5918.1168a. http://www.sciencemag.org/content/323/5918/1168.1.full. Ανακτήθηκε στις 20 November 2012. 
  79. Max Velmans, Susan Schneider. "The Blackwell Companion to Consciousness" (2008). p. 560.
  80. Matt Carter, Jennifer C. Shieh. "Guide to Research Techniques in Neuroscience" (2009).
  81. Squire, L. et al. "Fundamental Neuroscience, 4th edition" (2012). Chapter 43.
  82. Carroll, Sean M.. (2011). "Physics and the Immortality of the Soul". Scientific American. Retrieved 2014-10-11.
  83. Hans Halvorson, The Measure of All Things: Quantum Mechanics and the Soul in The Soul Hypothesis, (2011) ed. by Mark Baker and Stewart Goetz, ISBN 978-1-4411-5224-4
  84. Clarke, Peter. (2014). Neuroscience, Quantum Indeterminism and the Cartesian Soul. Brain and cognition 84: 109-117.
  85. Barrette, Cyrille· Saint-Arnaud, Jean-Guy (2013). Lettres Ouvertes Correspondance entre un athée et un croyant (1 έκδοση). Québec: Mediapaul Canada. σελ. 130. ISBN 9782894209134. Ανακτήθηκε στις 30 Ιανουαρίου 2016. 
  86. Barrette, Cyrille. «La Science et l'âme» (PDF). aeutaq.ulaval.ca. Cyrille Barrette. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 10 Οκτωβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 30 Ιανουαρίου 2016. 
  87. Milbourne Christopher. (1979). Search for the Soul: An Insider's Report on the Continuing Quest by Psychics and Scientists for Evidence of Life After Death. Thomas Y. Crowell, Publishers.
  88. Mary Roach. (2010). Spook: Science Tackles the Afterlife. Canongate Books Ltd. ISBN 978-1-84767-080-9
  89. MacDougall, Duncan (1907). «The Soul: Hypothesis Concerning Soul Substance Together with Experimental Evidence of the Existence of Such Substance». American Medicine. New Series 2: 240–243. 
  90. «How much does the soul weights?». 
  91. Park, Robert L. (2009). Superstition: Belief in the Age of Science. Princeton University Press. p. 90. ISBN 978-0-691-13355-3
  92. Hood, Bruce. (2009). Supersense: From Superstition to Religion - The Brain Science of Belief. Constable. p. 165. ISBN 978-1-84901-030-6
  • Παπαδής, Δημήτρης: «Περί ψυχής. Προβληματική της έννοιας της ψυχής στον Όμηρο». Εποπτεία 92 (1984), 687-692.
  • Βέικος, Θεόφιλος Α., « Σῶμα - Πνεῦμα. Ἀδιέξοδα τῆς θεωρίας τῶν δύο κόσμων», στό: Ἀφιέρωμα στὸν Κωνσταντῖνο Δεσποτόπουλο, Ἀθήνα, Παπαζήσης, 1991, σσ. 47-57
  • Rohde Erwin, Psyche, τόμ. Α΄-Β΄, Wipf and Stock Publishers, Eugene, Oregon 2006 (προηγούμ. έκδ. Kegan Paul, Trench, Trubner & Co., 1925).

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]